Η είδηση ότι στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης η τιμή του κακάο ξεπέρασε για πρώτη φορά στην ιστορία τα 10.000 δολάρια ανά τόνο σόκαρε τον κόσμο. Πολύ περισσότερο, δε, όταν έγινε σαφές πως αυτό το ράλι συμβαίνει καθώς λόγω της κλιματικής αλλαγής μειώνεται η παραγωγή των κακαόδεντρων, λείπουν ποσότητες από την αγορά, άρα ανεβαίνει η τιμή όσο δεν πέφτει η ζήτηση. «Θα ζήσουμε και χωρίς σοκολατένια αυγά το Πάσχα», θα πείτε. Μπορείτε να πείτε όμως το ίδιο και για το λάδι, τις πατάτες, τον καφέ, το ρύζι;
Η πικρή αλήθεια που θα πρέπει να «καταπιούμε» είναι πως μια σειρά από προϊόντα ήδη βρίσκονται σε έλλειψη. Οι υψηλές θερμοκρασίες με την ξηρασία, φαινόμενα που γίνονται εντονότερα λόγω του «Ελ Νίνιο», αλλά και οι πλημμύρες και οι χαλαζοπτώσεις σε διάφορα σημεία του πλανήτη, λόγω της κλιματικής κρίσης, προκαλούν βαρύτατο πλήγμα στην αγροτική -και όχι μόνο- παραγωγή. Οι αγρότες βρίσκονται σε απόγνωση καθώς βλέπουν είτε να καταστρέφεται ό,τι έχουν σπείρει, είτε να μη φυτρώνει ποτέ. Η μάνα γη έχει σταματήσει να γεννάει...
Ο νόμος της αγοράς, από την άλλη, είναι αμείλικτος: όσο ένα προϊόν έχει ζήτηση αντιστρόφως ανάλογη της προσφοράς τόσο ανεβαίνει η τιμή του. Με αυτά τα απλά λόγια εξηγείται το γεγονός ότι η τιμή του κακάο την περασμένη εβδομάδα ξεπέρασε και αυτή του χαλκού. Και με τα ίδια λόγια μπορεί να εξηγηθεί η πρόβλεψη ότι ορισμένα προϊόντα που έχουμε στο τραπέζι μας ίσως να χάσουν σιγά-σιγά τη θέση τους σε αυτό, καθώς θα κοστίζουν -κυριολεκτικά και μεταφορικά- το βάρος τους σε χρυσό...
Δυστυχώς, το φαινόμενο δεν αφορά μια περιορισμένη γκάμα προϊόντων, αλλά σχεδόν τα πάντα και σχεδόν κάθε γωνιά της Γης. Το πρόβλημα δείχνει να μεγαλώνει με τόσο γοργό ρυθμό και να γίνεται τόσο έντονο που σε πολλές περιπτώσεις, καθώς το κλίμα αλλάζει και γίνεται -όπως στη Μεσόγειο- από εύκρατο μεσογειακό τροπικό, οι αγρότες κάνουν switch (ανταλλαγή) στα είδη που παράγουν.
Αυτό φυσικά είναι κάτι που δεν συμφέρει κανέναν - όχι μόνο τους ίδιους τους αγρότες που χρειάζονται πλέον πολύ περισσότερα χρήματα για να καλλιεργήσουν το προϊόν στο οποίο είναι ειδικευμένοι, ούτε τους καταναλωτές οι οποίοι μοιραία πληρώνουν ήδη πολύ ακριβότερα τα είδη βασικής διατροφής που μέχρι πρότινος θεωρούσαν -και δικαίως- δεδομένα, αλλά και τις ίδιες τις κυβερνήσεις, οι οποίες βρίσκονται αντιμέτωπες με μια πρωτόγνωρη κρίση.
Στην Ελλάδα
Στη δική μας χώρα το πρόβλημα έχει γίνει λίγο-πολύ γνωστό από την υπόθεση του ελαιόλαδου που βρίσκεται σε παγκόσμια έλλειψη κι αυτό εκτοξεύει τις τιμές του σε δυσθεώρητα επίπεδα. Τώρα, απλώνεται παντού. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των αγροτών στις Πρέσπες όπου, λόγω των ασυνήθιστα υψηλών θερμοκρασιών και της ξηρασίας της φετινής και της περασμένης χρονιάς, καταγράφουν ότι η παραγωγή στα φασολάκια είναι μειωμένη τουλάχιστον κατά 40%. Τα χωράφια πλέον δεν αποδίδουν όπως πριν.
Σε κεντρικό επίπεδο, η Ευρωπαϊκή Ενωση, σε ό,τι μας αφορά, έχει προγραμματίσει δέσμη ενεργειών, η οποία σχετίζεται γενικότερα με την ανακοπή της κλιματικής κρίσης με απεξάρτηση από τη χρήση ορυκτών καυσίμων, τη μετάβαση σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ), τις μηδενικές εκπομπές αέριων ρύπων, την εκλογίκευση της χρήσης νερού κ.ά., με την ελπίδα ότι θα μπει φρένο στην άνοδο της μέσης θερμοκρασίας της Γης.
Στην περίπτωση της αγροτικής παραγωγής, ωστόσο, υπάρχει ένας μεγαλύτερος χαρακτήρας του κατεπείγοντος. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο στις Βρυξέλλες έχει τεθεί επί τάπητος το ενδεχόμενο της γενικότερης επιδότησης της ακαρπίας.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι τις κακές χρονιές (όπως είναι οι δύο τελευταίες) όπου οι καλλιέργειες υποαποδίδουν, η Ευρωπαϊκή Ενωση θα επιδοτεί τους αγρότες για την παραγωγή που χάθηκε, επιχειρώντας με αυτόν τον τρόπο να τους κρατήσει από τη μετάβαση σε άλλες καλλιέργειες, να συγκρατήσει τη φρενήρη άνοδο των τιμών που φέρνει η έλλειψη των προϊόντων, αλλά και να τους γλιτώσει από τη σχεδόν μοιραία, με βάση το αυξημένο κόστος καλλιέργειας λόγω της κλιματικής κρίσης, χρεοκοπία.
Παρ’ όλα αυτά, θα πρέπει να το αποδεχτούμε: το τρένο έχει φύγει από τον σταθμό. Είναι πλέον πολύ δυσκολότερο να καλλιεργηθεί ντομάτα ή σταφύλι, για παράδειγμα, στα μεσογειακά κράτη που τα καλοκαίρια «βράζουν» από τις υψηλές θερμοκρασίες και πνίγονται στους καπνούς από τις δασικές πυρκαγιές και τους χειμώνες έχουν να αντιμετωπίσουν ξαφνικές πλημμύρες και χαλαζοπτώσεις παρά στη Μεγάλη Βρετανία όπου το κλίμα έχει αρχίσει να γίνεται πιο... μεσογειακό.
Οι δε εισαγωγές από τρίτες χώρες δύσκολα φαίνεται ότι μπορούν να σώσουν την παρτίδα για μια πλειάδα λόγων. Ας δούμε, λοιπόν, ποια είναι τα βασικότερα προϊόντα τα οποία θα πρέπει να συνηθίσουμε να απουσιάζουν από το τραπέζι μας αφού εξαφανίζονται λόγω της κλιματικής αλλαγής ή θα αναγκαζόμαστε να τα πληρώνουμε σε τιμές χρυσού ή άλλων πολύτιμων λίθων.
Κακάο - Θα πούμε τη σοκολάτα... παντεσπάνι
Από την προηγούμενη χρονιά οι τιμές του κακάο κάνουν ράλι, ενώ μόνο το τρέχον έτος έχουν αυξηθεί κατά 129%, φτάνοντας στις 26 Μαρτίου στο ιστορικό υψηλό των 10.080 δολαρίων ανά μετρικό τόνο για τα συμβόλαια μελλοντικής παράδοσης του βασικού συστατικού της σοκολάτας.
Οι αναλυτές διεθνώς κάνουν λόγο για το χειρότερο έλλειμμα εφοδιασμού κακάο των τελευταίων δεκαετιών, καθώς οι αγρότες στις δύο χώρες-μεγαλύτερους παραγωγούς κακάο του πλανήτη, την Γκάνα και την Ακτή Ελεφαντοστού, δίνουν μάχη με τον ξηρό καιρό και τις ασθένειες των κακαόδεντρων λόγω των υψηλών θερμοκρασιών και της ξηρασίας που προκαλεί η κλιματική αλλαγή και το «Ελ Νίνιο».
Αυτό ακριβώς έχει προκαλέσει συναγερμό στους απανταχού λάτρεις της σοκολάτας, με την Εθνική Ενωση Ζαχαροπλαστείων των Ηνωμένων Πολιτειών να ανακοινώνει ότι η βιομηχανία και οι λιανοπωλητές επιχειρούν απεγνωσμένα να βρουν λύσεις διαχείρισης του αυξημένου κόστους που προκύπτει ώστε να διατηρηθεί η σοκολάτα σε προσιτά για τους καταναλωτές επίπεδα.
Ο αναλυτής της Price Futures Group Τζακ Σκόβιλ εξηγεί ότι το ράλι θα συνεχιστεί καθώς «οι traders ανησυχούν για άλλη μία χρονιά χαμηλής παραγωγής και τα αισθήματα αυτά ενισχύονται από το “Ελ Νίνιο” , που απειλεί τις καλλιέργειες της Δυτικής Αφρικής με ζεστό και ξηρό καιρό».
Ρύζι - Μειώνεται η παραγωγή και οι εξαγωγές από την Ασία
Εάν υπήρχε ένα προϊόν για το οποίο κανείς δεν αισθανόταν ανασφάλεια, αυτό ήταν το ρύζι. Από την Κίνα και το Βιετνάμ ως την Ιταλία και την Ινδία, οι ορυζώνες παρήγαγαν αρκετές ποσότητες για να καλύψουν την αυξημένη ζήτηση. Αυτό έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια, με τους καλλιεργητές ρυζιού να αισθάνονται όλο και περισσότερο τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στο πετσί τους.
Το πρόβλημα με το ρύζι είναι πολύπλευρο, καθώς οι ορυζώνες είναι πολύ ευαίσθητοι, είτε αφορά ξηρασία, είτε πλημμύρες, είτε το γεγονός ότι στο νερό με το οποίο ποτίζονται εισχωρεί όλο και συχνότερα αλάτι, αφού ο υδροφόρος ορίζοντας ξεραίνεται και θαλασσινό νερό εισχωρεί σε αυτόν από τις πολύ βαθιές γεωτρήσεις. Εδώ το ανησυχητικό δεν είναι τόσο οι τιμές -αφού το ράλι ουσιαστικά δεν έχει ξεκινήσει- όσο το γεγονός ότι για να αντιμετωπιστεί η έλλειψη ο μεγαλύτερος εξαγωγέας ρυζιού του πλανήτη, η Ινδία, απαγόρευσε από το περασμένο καλοκαίρι τις εξαγωγές (ρυζιού που δεν είναι μπασμάτι) για να διασφαλίσει την κάλυψη της εσωτερικής αγοράς και να διατηρήσει τις τιμές.
Σε παγκόσμια κλίμακα, η Ινδία αντιπροσώπευε σχεδόν το 40% του συνόλου των εξαγωγών ρυζιού το 2022, κάτι που σε συνδυασμό με το «Ελ Νίνιο» έχει αρχίσει να «στραγγίζει» τις παγκόσμιες αγορές από ρύζι.
Το αμερικανικό υπουργείο Γεωργίας προβλέπει ότι η παγκόσμια παραγωγή ρυζιού για το 2023/24 θα υπερβεί αυτή της περασμένης σεζόν μόνο κατά 0,1% (583.000 μετρικοί τόνοι).
Στη Γηραιά Ηπειρο, η γειτονική μας Ιταλία καλλιεργεί περίπου το 50% του ρυζιού της Ε.Ε. και είναι ο μοναδικός παραγωγός στον κόσμο πολλών ποικιλιών που είναι κατάλληλες για ριζότο. Ομως, από την περασμένη σεζόν η χώρα προειδοποίησε ότι η παραγωγή θα μειωθεί καθώς αντιμετώπιζε ένα δεύτερο έτος ξηρασίας. Το περασμένο καλοκαίρι οι τιμές του ρυζιού στην Ασία εκτινάχθηκαν στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων δύο και πλέον ετών.
Στην Καλιφόρνια η ξηρασία έπληξε τους καλλιεργητές ρυζιού, με αποτέλεσμα να φυτεύουν πλέον μόνο τη μισή ποσότητα απ’ ό,τι συνήθως. Η μακροχρόνια ξηρασία εκτιμάται ότι κόστισε στην περιοχή 703 εκατ. δολάρια σε χαμένη οικονομική δραστηριότητα το 2022, καθώς και 5.300 χαμένες θέσεις εργασίας που σχετίζονται με το ρύζι. Το ίδιο κλίμα συνεχίστηκε και το 2023, ενώ φέτος δεν αναμένεται να αλλάξει κάτι.
Την ίδια ώρα, η ζήτηση για ρύζι έχει αυξηθεί παγκοσμίως, κυρίως λόγω της μείωσης εξαγωγών σιταριού που έφερε ο πόλεμος στους δύο μεγαλύτερους σιτοβολώνες του κόσμου, τη Ρωσία και την Ουκρανία.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι σύμφωνα με το Ινστιτούτο Ερευνας Ορύζης του Μπαγκλαντές (BRRI), συνολικά 41,2 εκατομμύρια τόνοι ρυζιού είναι πιθανό να παραχθούν φέτος στη χώρα, ενώ η συνολική ζήτηση μόνο στην εγχώρια αγορά φτάνει περίπου τα 35 εκατομμύρια τόνους, γεγονός που σημαίνει ότι... περισσεύουν μόλις 5 έως 6 εκατομμύρια τόνοι για εξαγωγές.
Ντομάτες - Τα fast food τη βγάζουν από το μενού λόγω ακρίβειας
Η ιδανική θερμοκρασία για να καλλιεργηθούν ντομάτες είναι μεταξύ 22 και 28 βαθμών Κελσίου. Αν αυτή ξεπεράσει τους 35, τότε σταματούν να φύονται ή οι αποδόσεις στους κήπους μειώνονται δραματικά.
Στην Καλιφόρνια, στην Ιταλία και την Κίνα οι θερμοκρασίες-ρεκόρ και η ξηρασία δίνουν την τελευταία τριετία απόδοση κατά 10% μικρότερη, με ορισμένες χώρες να αναμένουν μείωση της παραγωγής ως και κατά 18% μέχρι το 2050.
Και στη χώρα μας τα πράγματα δεν είναι καλύτερα. Μόνο στην Κρήτη φυτεύονταν περίπου 11.000 στρέμματα ντομάτας ετησίως, ενώ φέτος η παραγωγή δεν αναμένεται να ξεπεράσει συνολικά τα 4.000 στρέμματα, καθώς οι υψηλές θερμοκρασίες και η γενικότερη κατάσταση της εμπορίας δεν ευνοούν την καλλιέργειά της. Στα θερμοκήπια το κόστος -λόγω των ανατιμήσεων στα εργατικά, στην ενέργεια, τους σπόρους κ.λπ.- έχει εκτιναχθεί στα 8.000 με 10.000 ευρώ το στρέμμα, με την ντομάτα να έχει εξελιχθεί σε μία από τις πιο δύσκολες καλλιέργειες λόγω των προβλημάτων με τις ασθένειες που αντιμετωπίζει, όπως η καστανή ρυτίδωση.
Σε διεθνές επίπεδο, είναι εύκολο να αντιληφθεί κανείς το πρόβλημα που υπάρχει μόνο και μόνο από την απόφαση παγκόσμιων κολοσσών του fast food, όπως τα McDonald’s και τα Burger King, να αφαιρέσουν την ντομάτα από το μενού τους σε ορισμένες χώρες λόγω της έκρηξης (ως και κατά 400%!) της τιμής της.
Το Ηνωμένο Βασίλειο αντιμετώπισε πρόσφατα έλλειψη ντομάτας στα ράφια λόγω της πίεσης των καλλιεργειών στην Ισπανία και το Μαρόκο, ενώ η Ινδία -ο δεύτερος μεγαλύτερος καταναλωτής ντομάτας- είδε τις τιμές της να εκτοξεύονται. «Το πρόβλημα έλλειψης ντομάτας θα επιδεινωθεί όσο αυξάνονται οι θερμοκρασίες», λένε οι αναλυτές και οι παραγωγοί.
Ελαιόλαδο - Αυξήθηκε 613% η τιμή του παγκοσμίως σε έναν χρόνο
Κατά 613% αυξήθηκε η τιμή του ελαιόλαδου παγκοσμίως το 2023, φτάνοντας στα 9.000 ευρώ ανά τόνο, τιμή ιστορικά υψηλή. Αυτό δεν θα αλλάξει, αλλά θα γίνει ακόμα χειρότερο, με τους ελαιοπαραγωγούς να εκτιμούν ότι τους αμέσους επόμενους μήνες αναμένεται νέα έκρηξη των τιμών στο ελαιόλαδο. Και αυτό γιατί το 2024 αναμένεται να είναι κακή χρονιά σε ό,τι αφορά την παραγωγή, όπως ήταν το 2023 και το 2022, αφού φαίνεται ότι δεν θα υπερβεί τους 150.000 τόνους, σημαντικά χαμηλότερη από τους προβλεπόμενους 190.000 τόνους.
«Ακόμα δεν έχουμε δει τίποτα», λένε οι αναλυτές, καθώς ο συνδυασμός υψηλών θερμοκρασιών και ξηρασίας, καταστροφικών πυρκαγιών και ξαφνικών πλημμυρικών φαινομένων προκάλεσαν ένα καταστροφικό κοκτέιλ για τα ελαιόδεντρα και οδήγησαν σε μείωση της παραγωγής στις τρεις «υπερδυνάμεις του ελαιόλαδου» (Ισπανία, Ιταλία, Ελλάδα), οι οποίες παράγουν το περισσότερο και με διαφορά ποιοτικότερο ελαιόλαδο στον πλανήτη. Γεγονός το οποίο οδηγεί τις τιμές σε εκρηκτική άνοδο που δεν έχει προηγούμενο, αφού τον περασμένο Οκτώβριο οι τιμές retail έφτασαν στο ιστορικό υψηλό των 9.000 δολαρίων ανά τόνο, σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Γεωργίας των Ηνωμένων Πολιτειών, το οποίο υπολογίζει ότι η παγκόσμια παραγωγή ελαιόλαδου έχει μειωθεί κατά 1/4 φέτος από τον μέσο όρο πενταετίας, στους 2,5 εκατομμύρια τόνους, ενώ η ζήτηση από αναπτυσσόμενες και τεράστιες αγορές (Κίνα, αραβικές χώρες κ.ά.) ανεβαίνει με εκρηκτικούς ρυθμούς.
Αναλυτές της Oil World (εξειδικευμένος forecaster του κλάδου) προβλέπουν ότι οι τιμές θα ξεπεράσουν -και μάλιστα πολύ σύντομα- το επίπεδο των 10.000 δολαρίων ανά τόνο, αφού οι ελαιοπαραγωγοί από την Ισπανία και την Ιταλία ήδη ψάχνουν απεγνωσμένα πρώτη ύλη, καθώς έχουν κλεισμένα συμβόλαια που θα πρέπει οπωσδήποτε να εξυπηρετήσουν. Κάτι που φαίνεται δύσκολο, καθώς στην Ισπανία, τον μεγαλύτερο παραγωγό του κόσμου, οι παραγωγοί αναμένουν ότι οι φετινές ποσότητες δεν θα φτάσουν καν το 48% της προηγούμενης χρονιάς, με τη σεζόν 2023-2024 να είναι κατά 1/3 χαμηλότερη από τον μέσο όρο τετραετίας.
Καλαμπόκι - Μικρότερη έως 24% η παραγωγή ανά στρέμμα
Καταλαβαίνει κανείς ότι υπάρχει πρόβλημα όταν μαθαίνει ότι η πλέον διαδεδομένη καλλιέργεια του πλανήτη, αυτή του καλαμποκιού, δεν είναι επαρκής και ότι υπάρχει έλλειψη στο προϊόν παγκοσμίως.
Καθώς οι επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης εντείνονται, φέρνοντας μαζί τους πιο ακραία καιρικά φαινόμενα, η ανησυχία είναι ότι οι καταστροφικές επιπτώσεις που παρατηρήθηκαν στις καλλιέργειες αυτό το καλοκαίρι είναι μόνο η αρχή. Σύμφωνα με μελέτη της NASA, οι αποδόσεις των καλλιεργειών αραβοσίτου θα μπορούσαν να μειωθούν κατά 24% έως το 2030 ως αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής.
Στη Ζάμπια, όπου πολλοί άνθρωποι βασίζονται στο καλαμπόκι ως κύρια πηγή τροφής, υπάρχει κρίσιμη έλλειψη - εν μέρει λόγω των εξαγωγών, αλλά αναμφίβολα και λόγω των σοβαρών ξηρασιών και των πλημμυρών που αντιμετώπισε η χώρα τα τελευταία χρόνια.
Η ξηρασία -η χειρότερη των τελευταίων 40 ετών- έχει στεγνώσει τα αποθέματα λευκού αραβοσίτου και στο Κέρας της Αφρικής, το οποίο περιλαμβάνει σε γενικές γραμμές την Αιθιοπία, την Ερυθραία, τη Σομαλία και το Τζιμπουτί, καθώς και την Κένυα, το Σουδάν, το Νότιο Σουδάν και την Ουγκάντα.
Στη βόρεια Ινδία οι καλλιέργειες αραβοσίτου είχαν αρχίσει να ξεραίνονται λόγω του λιμνάζοντος νερού στα χωράφια, ενώ οι πλημμύρες προκάλεσαν ζημιές στον αραβόσιτο που καλλιεργείται ως ζωοτροφή ακριβώς την ώρα της συγκομιδής.
Καφές - Ποικιλίες υπό εξαφάνιση
Ξεχάστε το «το πρωινό χωρίς καφέ δεν λειτουργώ». Ισως να πρέπει να μάθουμε να ζούμε χωρίς το πλέον αγαπημένο ρόφημα του πλανήτη, καθώς οι επιστημονικές μελέτες διαπιστώνουν ότι λόγω της κλιματικής αλλαγής από τα 124 γνωστά είδη καφέ, σύμφωνα με μια μελέτη, τα 75 (60%) απειλούνται με εξαφάνιση, συμπεριλαμβανομένου του αραβικού καφέ, ενός από τα δύο κύρια είδη που καλλιεργούνται και καταναλώνονται παγκοσμίως (μαζί με τον robusta).
Το πλέον σοκαριστικό δεν είναι το γεγονός ότι λόγω των κλιματικών κινδύνων η τιμή του καφέ αυξάνεται, αλλά ότι βάσει του worst case scenario που επεξεργάζονται οι επιστήμονες ο αραβικός καφές θα μπορούσε ως και να εξαφανιστεί μέχρι το 2080.
Το παραπάνω δεν είναι κάποιο υπερβολικό συμπέρασμα αν αναλογιστεί κανείς ότι οι ιδανικές θερμοκρασίες καλλιέργειας για τον arabica και τον robusta κυμαίνονται μεταξύ 18 και 22 βαθμών Κελσίου και ότι ενώ οι περιοχές που καλλιεργούν καφέ ήταν πιο επιρρεπείς σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες τα τελευταία 40 χρόνια, τώρα έχουν να αντιμετωπίσουν ακραίες θερμοκρασίες. Αυτό σημαίνει ότι η έκταση της γης καλλιέργειας καφέ -μια ζώνη που βρίσκεται μεταξύ των τροπικών περιοχών- θα μπορούσε να μειωθεί στο μισό πριν από το 2050.
Κρασί - Το αμπέλι είναι το πιο ευαίσθητο
Το σταφύλι και το κρασί που παράγεται από αυτό είναι εξαιρετικά ευαίσθητο προϊόν. Μπορεί να καταστραφεί μια ολόκληρη σοδειά αν η βροχή είναι πολλή ή λίγη, αν η θερμοκρασία είναι υψηλή ή χαμηλή. Κάπως έτσι, μπορούμε να καταλάβουμε γιατί οι ακραίες καιρικές συνθήκες, όπως ο παγετός, οι έντονες βροχοπτώσεις και η ξηρασία, έχουν οδηγήσει την παγκόσμια παραγωγή κρασιού στα χαμηλότερα επίπεδα από το 1961, με μείωση 7% σε ετήσια βάση.
Χώρες όπως η Αυστραλία, η Αργεντινή, η Χιλή, η Νότια Αφρική και η Βραζιλία είδαν την παραγωγή τους να μειώνεται από 10% έως 30%, ενώ η πτώση της Ιταλίας κατά 12% σημαίνει ότι έχασε τον τίτλο του μεγαλύτερου παραγωγού παγκοσμίως από τη Γαλλία, όπου οι προμήθειες ήταν σταθερές. Η δε Γαλλία είδε τη χειρότερη παραγωγή σε όρους όγκου από το 1957 πέρυσι, σημειώνοντας απώλειες ύψους 2 δισ. ευρώ από πωλήσεις.
Η παραγωγή φέτος είναι τόσο άσχημη που ένα οινοποιείο στην Καμπανία -περιοχή που έδωσε το όνομά της στη σαμπάνια- είδε όλη του την παραγωγή να εξαϋλώνεται. Αντί για τον μέσο όρο διάθεσης 50.000 μπουκαλιών κρασιού στην παγκόσμια αγορά, παρήγαγε το απόλυτο μηδέν (!) λόγω της ακραίας ζέστης και των έντονων βροχοπτώσεων που κατέστρεψαν τα αμπέλια.
Υπάρχουν, όμως, αλλαγές και στην ποιότητα, καθώς οι καιρικές συνθήκες, η ρύπανση ή ακόμα και ο καπνός από τις πυρκαγιές μπορεί να καταστρέψουν τα αμπέλια και να κάνουν το κρασί που παράγουν ακατάλληλο για κατανάλωση.
Η Εθνική Ακαδημία Επιστημών των ΗΠΑ είχε προειδοποιήσει πέρυσι ότι αν η μέση θερμοκρασία της Γης αυξηθεί κατά 2 βαθμούς Κελσίου, τότε η οινοπαραγωγή θα είναι η πρώτη που θα πληγεί.
Πατάτες - Πλημμύρες και... ξηρασία ανεβάζουν τις τιμές
Ποιος είπε ότι το μόνο πρόβλημα είναι η ξηρασία και οι υψηλές θερμοκρασίες; Στην Ευρώπη, το πρόβλημα στην καλλιέργεια πατάτας προκαλούν οι πλημμύρες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το περσινό φθινόπωρο, όταν οι έντονες βροχοπτώσεις στο Βέλγιο, στη Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο πλημμύρισαν τα χωράφια με πατάτες, εμποδίζοντας τη συλλογή και αυξάνοντας τον κίνδυνο αλλοίωσης της σοδειάς.
Σύμφωνα με στοιχεία που παρουσιάστηκαν στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι οι ευρωπαϊκές τιμές της πατάτας εκτοξεύτηκαν ως αποτέλεσμα των πλημμυρικών φαινομένων, φτάνοντας σε υψηλό 14 ετών. Τα στοιχεία της Mintec για τον περασμένο Δεκέμβριο έδειξαν ότι οι πατάτες Maris Piper -ένα βασικό προϊόν του χριστουγεννιάτικου δείπνου- αυξήθηκαν κατά 158% σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο, στις 465 λίρες ανά τόνο.
Η Ολλανδία, ο τέταρτος μεγαλύτερος παραγωγός της Ευρώπης το 2022, και το Βέλγιο επλήγησαν περισσότερο. Η συγκομιδή στην Ευρώπη τελειώνει κανονικά στα τέλη του φθινοπώρου, αλλά στις 24 του περασμένου Νοεμβρίου περίπου το 15% και το 11% αντίστοιχα των καλλιεργειών πατάτας στις χώρες αυτές παρέμεναν ασυγκόμιστες σε πλημμυρισμένα χωράφια, επιδεινώνοντας τους περιορισμούς στον εφοδιασμό. Το πρώτο μεγάλο τεστ της σεζόν είναι το φετινό Πάσχα, περίοδος όπου παραδοσιακά αυξάνεται η ζήτηση για τις πατάτες. Θα φτάσει η παραγωγή να καλύψει τη ζήτηση;
Στη Μεγάλη Βρετανία η έλλειψη βροχοπτώσεων ανάγκασε τους αγρότες να περιορίσουν την καλλιέργεια, ενώ ήδη μια ποικιλία τους, οι πατάτες με κόκκινη φλούδα, δεν υπάρχει πια πουθενά σε όλη την Ευρώπη. Στη Βόρεια Ιρλανδία οι μεταβαλλόμενες καιρικές συνθήκες -ιδιαίτερα η ξηρασία- έχουν επίσης επηρεάσει την καλλιέργεια της πατάτας. Ενώ η ζήτηση ήταν σταθερή, οι προμήθειες μειώθηκαν κατά περίπου δύο εκατομμύρια τόνους στην Ευρώπη το 2022, ένα από τα ξηρότερα έτη που έχουν καταγραφεί στην περιοχή.
Αλλού, η άνοδος της θερμοκρασίας που συνοδεύει τη στάθμη της θάλασσας ωθεί τους πατατοπαραγωγούς σε μεγαλύτερα υψόμετρα. Ενα τέτοιο παράδειγμα είναι αυτό του Περού, του μεγαλύτερου παραγωγού πατάτας της Λατινικής Αμερικής, όπου οι αγρότες εκτιμούν ότι «σε 40 χρόνια δεν θα έχει μείνει πουθενά έδαφος να φυτέψουμε πατάτες στην περιοχή».
Πηγή: Protothema.gr
Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις