Στη σημερινή ατζέντα ο άμεσος μετασχηματισμός της ενιαίας αγοράς της ΕΕ και η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας
Συνεχίζεται για δεύτερη ημέρα η Σύνοδος Κορυφής στις Βρυξέλλες, με επίκεντρο τον άμεσο εκσυγχρονισμό της ενιαίας αγοράς της ΕΕ και την τόνωση της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας.
Προτάσεις για ριζικό μετασχηματισμό έθεσε στο τραπέζι ο πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας, Ενρίκο Λέτα, με στόχο την αντιμετώπιση της φθίνουσας δυναμικής της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Η έκθεση Λέτα εστιάζει στην ενοποίηση των αγορών στους τομείς των χρηματοοικονομικών, της ενέργειας και των τηλεπικοινωνιών, πλαισιώνοντας το εγχείρημα με ένα σύνολο ρυθμίσεων για την άμβλυνση της γραφειοκρατίας.
Στον τομέα της ενέργειας, η έκθεση εστιάζει στην ανάγκη υλοποίησης μεγάλων επενδύσεων στις ηλεκτρικές διασυνδέσεις, με σκοπό την αξιοποίηση του δυναμικού των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και τη μείωση των τιμών ενέργειας προς όφελος επιχειρήσεων και νοικοκυριών.
Επισημαίνεται μάλιστα, πως η ανεπάρκεια των δικτύων ευθύνεται για διπλάσιες τιμές λιανικής ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη σε σχέση με τις ΗΠΑ.
Για τις τηλεπικοινωνίες, η έκθεση προτείνει την κατάργηση του υφιστάμενου κατακερματισμού, με στόχο την εξάλειψη των εθνικών εμποδίων στην ανάπτυξη των κλάδων σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.
Φυσικά, η υλοποίηση των αλλαγών προϋποθέτει αμύθητα ποσά για επενδύσεις. Η έκθεση Λέτα υποδεικνύει ετήσιες ανάγκες 620 δισεκατομμυρίων ευρώ για τα επόμενα χρόνια, εστιάζοντας στην επιτάχυνση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών της ΕΕ και στη δημιουργία μίας ένωσης αποταμιεύσεων.
Στόχος, η διευκόλυνση της πρόσβασης των επιχειρήσεων σε ευέλικτη χρηματοδότηση. Ταυτόχρονα, επισημαίνεται το "λιμνάζον" ποσό των 33 τρισεκατομμυρίων ευρώ σε ιδιωτικές αποταμιεύσεις στα κράτη-μέλη, που παραμένουν ανεκμετάλλευτες προς όφελος της οικονομίας.
Σήμερα, μεγάλο μέρος αυτών των κεφαλαίων (άνω των 300 δισεκατομμυρίων ευρώ ετησίως) στρέφεται σε πιο ανεπτυγμένες αγορές κεφαλαίων στις ΗΠΑ και την Ασία.
Η υιοθέτηση και η υλοποίηση των προτάσεων Λέτα αποτελεί κομβικό στοίχημα για την αναζωογόνηση της ενιαίας αγοράς και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της Ευρωζώνης στο παγκόσμιο οικονομικό τοπίο.