Η παραγωγή βιοντίζελ έχει φθάσει σε επίπεδο ρεκόρ παγκοσμίως, σύμφωνα με τα στοιχεία του Διεθνούς Συμβουλίου Σιτηρών (IGC), τα οποία ανέφερε η Ένωση για την Προώθηση των Φυτών και των Πρωτεϊνών (UFOP) της Γερμανίας.
Η αύξηση της παραγωγής οφείλεται στην αυξανόμενη παραγωγή σόγιας στις ΗΠΑ και τη Νότια Αμερική, αναφέρεται στην έκθεση της 6ης Ιουνίου.
Με βάση επίσημα στοιχεία, ιδιωτικές πηγές και προβλέψεις, η IGC εκτίμησε ότι το 2023 η παγκόσμια παραγωγή βιοντίζελ - συμπεριλαμβανομένου του υδρογονοκατεργασμένου φυτικού ελαίου (HVO) - έφθασε στο υψηλό ρεκόρ των 71,5 εκατ. τόνων.
Αυτό θα αποτελούσε αύξηση 11% σε σχέση με το προηγούμενο έτος και θα βασιζόταν σχεδόν αποκλειστικά σε αυξήσεις στη Βόρεια και Νότια Αμερική και την Ασία.
Αν και υπήρξε μικρή μεταβολή στην παραγωγή στην ΕΕ-27 σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, το μπλοκ παρέμεινε ο κορυφαίος παραγωγός παγκοσμίως.
Η παγκόσμια παραγωγή το 2024 αναμενόταν να φθάσει στο υψηλό επίπεδο των 76,3 εκατ. τόνων, υπερβαίνοντας την παραγωγή του προηγούμενου έτους κατά 7%.
Τα τελευταία χρόνια, οι ΗΠΑ, η Βραζιλία και η Ινδονησία είχαν επεκτείνει την παραγωγή βιοντίζελ, με τις τρεις χώρες να αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 60% της παγκόσμιας παραγωγής, σε σύγκριση με το 35% μια δεκαετία νωρίτερα.
Από το 2020, η παραγωγή βιοντίζελ και HVO στις ΗΠΑ είχε σχεδόν διπλασιαστεί σε λίγο κάτω από 20 εκατ. τόνους και αναμενόταν να αυξηθεί κατά άλλους 21 εκατ. τόνους το 2024.
Σύμφωνα με την έκθεση, το σογιέλαιο διαδραματίζει σημαντικό ρόλο όσον αφορά τις πρώτες ύλες που χρησιμοποιούνται στη Βόρεια και Νότια Αμερική.
Ωστόσο, το αλεύρι σόγιας, το οποίο είχε περιεκτικότητα 80% σε πρωτεΐνες στο φασόλι και κόστιζε περίπου 420 ευρώ (451 δολάρια ΗΠΑ)/τόνο ήταν η οικονομική κινητήρια δύναμη πίσω από την αύξηση της παραγωγής και όχι το σογιέλαιο, το οποίο διαπραγματεύεται περίπου 935 ευρώ (1.004 δολάρια ΗΠΑ)/τόνο στη Γερμανία.
Η συνεχιζόμενη αύξηση της προσφοράς σογιέλαιου που συνδέεται με την παραγωγή σογιάλευρου είχε οδηγήσει σε σημαντική αύξηση της παγκόσμιας βιομηχανικής ζήτησης, η οποία αναμένεται να φθάσει σε επίπεδο ρεκόρ 6,4 εκατ. τόνων το 2024/25, σε σύγκριση με 5,9 εκατ. τόνους το προηγούμενο έτος, αναφέρει η έκθεση.
Η υψηλότερη ζήτηση για αλεύρι σόγιας έχει οδηγήσει σε επέκταση των καλλιεργούμενων εκτάσεων, ενώ η κατανάλωση σογιέλαιου στον τομέα των τροφίμων παραμένει σχεδόν αμετάβλητη, σύμφωνα με την έρευνα της Agrarmarkt Informations-Gesellschaft.
Οι αμερικανικές εξαγωγές αλεύρου σόγιας θα μπορούσαν επίσης να αυξηθούν από 14,3 εκατ. τόνους το 2023/24 σε όγκο ρεκόρ 15,7 εκατ. τόνους το 2024/25, αν και το εξαγωγικό δυναμικό θα είναι περιορισμένο λόγω της αυξανόμενης εγχώριας κατανάλωσης.
Στη Βραζιλία, οι μεγάλες συγκομιδές θα καλύψουν την εθνική ζήτηση και τις εξαγωγές.
Μετά την αύξηση κατά 2% της ποσόστωσης ανάμειξης σε Β14 (14% βιοντίζελ) στη Βραζιλία, η εγχώρια κατανάλωση από τα οχήματα HGV θα αυξηθεί αντίστοιχα, αναφέρει η έκθεση. Για το λόγο αυτό, η Βραζιλία - σε αντίθεση με την Αργεντινή - δεν ήταν κορυφαίος εξαγωγέας βιοντίζελ στην παγκόσμια αγορά.
Παρά την καταγραφή της μικρότερης συγκομιδής της εδώ και περισσότερο από δύο δεκαετίες, η Αργεντινή εξακολουθούσε να είναι μακράν ο μεγαλύτερος εξαγωγέας αλεύρου σόγιας - και κατά συνέπεια και σογιέλαιου - το 2022/23.
Το 2023/24 και το 2024/25, οι εξαγωγές σογιέλαιου και σογιάλευρου της Αργεντινής αναμενόταν να αυξηθούν λόγω των προβλέψεων για μεγαλύτερες σοδειές.
Οι εξαγωγές προϊόντων σόγιας αποτελούν σημαντική πηγή συναλλάγματος για την Αργεντινή, αναφέρει η έκθεση.