Η πανώλη των αιγοπροβάτων δεν έπεσε από τον ουρανό.
Η Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Εργαζομένων Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης (ΠΟΣΕΥΓ) ασκεί δριμύτατη κριτική στην κυβέρνηση για την έλλειψη μέτρων αντιμετώπισης της πανώλης αιγοπροβάτων, χαρακτηρίζοντας την πολιτική της ως "εγκληματική".
Στην επιστολή της, η ΠΟΣΕΥΓ υπογραμμίζει ότι η πανώλη δεν "έπεσε από τον ουρανό", αλλά αποτελεί αποτέλεσμα "της διαχρονικά εγκληματικής κυβερνητικής πολιτικής". Η Ομοσπονδία καταγγέλλει την υποστελέχωση των κτηνιατρικών υπηρεσιών, την έλλειψη μέτρων προστασίας των εργαζομένων και την αδιαφορία για την στήριξη των κτηνοτρόφων.
Ακολουθεί η επιστολή:
“Η πανώλη των αιγοπροβάτων δεν έπεσε από τον ουρανό. Είναι αποτέλεσμα της εγκληματικής κυβερνητικής πολιτικής. Να σταματήσει η κυβέρνηση το παιχνίδι αποπροσανατολισμού και να αναλάβει τις τεράστιες ευθύνες της. Στελέχωση των υπηρεσιών ΤΩΡΑ.”
Τα κρούσματα της Πανώλης Αιγοπροβάτων είναι το πιο πρόσφατο συμβάν σε μια σειρά επιδημιών των παραγωγικών ζώων των τελευταίων που γονατίζουν κυριολεκτικά τους βιοπαλαιστές κτηνοτρόφους της Ελλάδας.
Η ευλογιά των προβάτων, ο καταρροϊκός πυρετός, η αφρικανική πανώλη των χοίρων, η οζώδης νόσος των βοοειδών, η πανώλη των αιγοπροβάτων δεν έπεσαν από τον ουρανό. Είναι αποτέλεσμα της εγκληματικής κυβερνητικής πολιτικής διαχρονικά, στο πλαίσιο συνδιαμόρφωσης και υλοποίησης της ΚΑΠ της ΕΕ.
- Αυτή είναι η πολιτική που έχει μετατρέψει την χώρα σε “ξέφραγο αμπέλι” για λογαριασμό των επιχειρηματικών συμφερόντων που μέσω των αθρόων εισαγωγών αγροτικών προϊόντων,
γεωργικού και κτηνοτροφικού κεφαλαίου εξασφαλίζουν εισροές από όπου τους συμφέρει καλύτερα.
- Αυτή είναι η πολιτική που έχει αποδεκατίσει τις κτηνιατρικές υπηρεσίες σε όλα τα επίπεδα (κεντρική κτηνιατρική υπηρεσία ΥΠΑΑΤ, κτηνιατρικά εργαστήρια, υπηρεσίες της Περιφέρειας
κλπ), γιατί θεωρεί τη στελέχωσή τους ως “κόστος”.
Είναι χαρακτηριστικό ότι την περίοδο 2012 – 2020 δεν βγήκε ούτε μια προκήρυξη διορισμού μόνιμων κτηνιάτρων ενώ την ίδια στιγμή η πολιτική αλλά και η υπηρεσιακή ηγεσία του ΥΠΑΑΤ, πατώντας σε σχετικούς ευρωενωσιακούς κανονισμούς, ισχυρίζονταν ότι θα λύσουν όλα τα προβλήματα μέσω της ανάθεσης αρμοδιοτήτων σε ιδιώτες (μέσω του θεσμού του “κτηνιάτρου εκτροφής”), κάτι που εκ του αποτελέσματος αποδείχθηκε καταστροφικό.
Αλλά και όσοι διορισμοί έγιναν από το 2020 έως σήμερα είναι μια σταγόνα στον ωκεανό των αναγκών αν αναλογιστεί κανείς ότι για παράδειγμα στη Θεσσαλία σύμφωνα με τις πιο μετριοπαθείς εκτιμήσεις το ποσοστό κάλυψης των αναγκών σε κτηνιατρικό προσωπικό μόλις που φτάνει το 20% (στους 4 νομούς υπηρετούν 31 κτηνίατροι) ενώ μόνο στο ΥΠΑΑΤ την τελευταία δεκαετία έχουν καταργηθεί πάνω από 2.500 οργανικές θέσεις. Πρόκειται για μια κατάσταση για την οποία η Ομοσπονδία μας αλλά και τα Σωματεία του ΥΠΑΑΤ και των εποπτευόμενων φορέων είχαν έγκαιρα και επανειλημμένα προειδοποιήσει.
Η κυβέρνηση λοιπόν να σταματήσει να κάνει τον “κινέζο” για τις τεράστιες ευθύνες της και να σταματήσει να κρύβεται πίσω από κινήσεις εντυπωσιασμού με “εντέλλεσθε” στα γνωστά υποζύγια τους εργαζόμενους που δίνουν τη μάχη με αυταπάρνηση. Επιστρατεύει όλους τους κτηνιάτρους των κρατικών υπηρεσιών, να βγάλουν το φίδι από την τρύπα, στους οποίους δεν αναγνωρίζει ούτε καν τη χορήγηση του επιδόματος ανθυγιεινής εργασίας!
Τους τσαμπουκάδες της αλλού.
Οι διαχρονικές ελλείψεις δεν διορθώνονται με μετακινήσεις μπαλώματα, χωρίς μέτρα προστασίας, οργανωμένο σχέδιο και χωρίς εμπεριστατωμένη ενημέρωση των εμπλεκομένων.
Σε ότι αφορά στους εργαζόμενους στο ΥΠΑΑΤ οι συνάδελφοι μας (κτηνιατρικό και λοιπό επιστημονικό και βοηθητικό προσωπικό) στην Κεντρική Υπηρεσία και στα Κτηνιατρικά Εργαστήρια που εμπλέκονται στη διαχείριση και τη διάγνωση της νόσου, παρά τις τεράστιες δυσκολίες (υποστελέχωση, ελλείψεις σε υποδομές κλπ), με θυσία, αυταπάρνηση, επαγγελματισμό δουλεύοντας από το ξημέρωμα μέχρι τη νύχτα ακόμα και Κυριακή και με πλήρη συναίσθηση του επιστημονικού τους ρόλου, μέσα σε ένα 24ωρο διέγνωσαν το άγνωστο μέχρι σήμερα για τη χώρα μας νόσημα και προετοίμασαν την απαιτούμενη παρέμβαση. Είναι αυτοί οι εργαζόμενοι που ουκ ολίγες φορές βρέθηκαν στο στόχαστρο των αντιδραστικών μεταρρυθμίσεων του κράτους με τις συγχωνεύσεις (είναι χαρακτηριστικό ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των συγχωνεύσεων υπηρεσιακών μονάδων του ΥΠΑΑΤ για να “πιαστούν” οι μνημονιακές δεσμεύσεις προήλθαν από τα κτηνιατρικά εργαστήρια), τις απόπειρες εκχώρησης αρμοδιοτήτων των υπηρεσιών (όπως στην περίπτωση της διάγνωσης του covid σε ζώα κατά την πρόσφατη πανδημία το κορωνοϊού), την κάλυψη των πάγιων και διαρκών αναγκών με συμβάσεις προσωπικού ορισμένου χρόνου, οι οποίοι μάλιστα έμειναν απλήρωτοι για σχεδόν 4 μήνες φέτος!
Πρόκειται για τους εργαζόμενους στους οποίους ο Πρωθυπουργός Μητσοτάκης, κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στο ΥΠΑΑΤ, κούνησε προκλητικά το δάχτυλο λέγοντας τους να ξεχάσουν την επιστροφή του 13ου και 14ου μισθού.
Για αυτόν τον λόγο το ξαναλέμε: Οι ευθύνες της κυβέρνησης είναι εγκληματικές:
Που είναι το μέτρο 5.2 που δήθεν θα εξασφάλιζε “άμεση” αποκατάσταση του κτηνοτροφικού κεφαλαίου της Θεσσαλίας που χάθηκε από την πλημμύρα Daniel;
Που είναι τα υπόλοιπα μέτρα στήριξης των κτηνοτρόφων που επλήγησαν από την καταστροφή έναν χρόνο πριν και οι οποίοι για να μπορέσουν να επιβιώσουν δεν είναι δύσκολο να υποκύψουν στους εκβιασμούς του κάθε μεγαλοεισαγωγέα και βιομηχάνου;
Μια εβδομάδα μετά την αναγγελία των κρουσμάτων είναι δυνατόν να μη γνωρίζει από που μπήκε η πανώλη και πως αυτή έφτασε στην πολύπαθη Θεσσαλία;
Ρητορικά τα ερωτήματα.
Για άλλη μια φορά αποδεικνύεται ότι ο κρατικός μηχανισμός κινείται ταχύτατα όταν πρόκειται να δημεύσει την πρώτη κατοικία των λαϊκών οικογενειών, να καταστείλει εργατικές κινητοποιήσεις, να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα επιχειρηματικών ομίλων και είναι παντελώς ανίκανος να προστατεύσει τη λαϊκή περιουσία, να προλάβει τη μεταδοτική νόσο, που είναι προφανές ότι προήλθε από εισαγωγή αιγοπροβάτων από άλλη χώρα.
Η είσοδος και η μετάδοση της πανώλης των μικρών μηρυκαστικών θα επιφέρει ένα ακόμα πλήγμα στους κτηνοτρόφους της χώρας μας που στην πλειοψηφία τους διαθέτουν μικρές εκμεταλλεύσεις. Για να γίνει αυτό κατανοητό αναφέρουμε ότι οι 9 μέχρι σήμερα θετικές εκτροφές σε Καλαμπάκα και Ελασσόνα διέθεταν συνολικά μόλις 2400 ζώα τα οποία και θανατώθηκαν ενώ στη Ρουμανία, στην οποία επίσης εντοπίστηκε θετικό κρούσμα σε μια εκτροφή, αυτή διέθετε πάνω από 50.000 ζώα.
Είναι πρόσφατη η εμπειρία της επιδημίας της Ευλογιάς των προβάτων στη Φθιώτιδα όπου οι παραγωγοί αφέθηκαν να αντιμετωπίσουν τη νόσο χωρίς καμία ουσιαστική στήριξη από το κράτος ενώ είναι εξευτελιστικά τα ποσά των αποζημιώσεων που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία (150 ευρώ για βελτιωμένα αιγοπρόβατα 6 μηνών – 3 ετών και 100 ευρώ για αβελτίωτα 6 μηνών – 3 ετών) για τα ζώα που θανατώνονται υποχρεωτικά στο πλαίσιο των μέτρων εξυγίανσης. Την ίδια στιγμή ήδη έχουν ξεκινήσει οι εκβιασμοί από τους γαλακτοβιομήχανους που βλέπουν την κατάσταση που διαμορφώνεται στη Θεσσαλία ως ευκαιρία για να ρίξουν τις τιμές στο γάλα από τις πληγείσες περιοχές. Να μην ξεχνάμε
ότι στην Ελασσόνα παράγεται το 25% του γάλακτος που πηγαίνει για φέτα ΠΟΠ στην Ελλάδα.
Πέρα από το γεγονός ότι είναι επιτακτικό με ευθύνη της κυβέρνησης να εξασφαλιστεί ο άμεσος εντοπισμός της διαδρομής και της διασποράς της νόσου και ο έλεγχός της, δεν μπορούμε ως εργαζόμενοι στο ΥΠΑΑΤ παρά να κρούσουμε για άλλη μια φορά των κώδωνα του κινδύνου και να επαναφέρουμε τις διεκδικήσεις και τα αιτήματά μας:
Να γίνουν μαζικές προσλήψεις μόνιμων κτηνιάτρων και λοιπού επιστημονικού και βοηθητικού προσωπικού με αξιοπρεπείς μισθούς και συνθήκες εργασίας.
Να ενισχυθούν τα κτηνιατρικά εργαστήρια με μόνιμο προσωπικό και όλες τις απαραίτητες υποδομές και εξοπλισμό.
Να διατεθούν όλοι οι αναγκαίοι πόροι, μέσα ατομικής προστασίας, αυτοκίνητα, υγειονομικό υλικό για τους συναδέλφους που εργάζονται στο πεδίο κλπ.
Να αποζημιωθούν ΑΜΕΣΑ στο 100% της ζημιάς οι κτηνοτρόφοι των οποίων τα ζώα θανατώθηκαν υποχρεωτικά λόγω των μέτρων εξυγίανσης και να αναπληρωθεί από το κράτος το χαμένο εισόδημά τους.
Να εξασφαλιστούν αντικατάσταση του θανατωμένου κτηνοτροφικού κεφαλαίου με ευθύνη του κράτους, στήριξη των κτηνοτρόφων (ζωοτροφές, απολυμαντικά κλπ.) που θα υποχρεωθούν να βάλουν τα κοπάδια τους σε καραντίνα και αποτροπή των μειώσεων στην τιμή του γάλακτος και του κρέατος στους παραγωγούς.