ΠΕΚΔΥ: Νεκροτομές αδέσποτων ζώων συντροφιάς-παραγωγικών ζώων

Η Πανελλήνια Ένωση Κτηνιάτρων Δημοσίων Υπαλλήλων θεωρεί υποχρέωσή της να καταγγείλει σοβαρές δυσλειτουργίες κατά την διερεύνηση περιστατικών κακοποίησης, βασανισμού ή και φόνου ζώων (συντροφιάς, αλλά και παραγωγικών) που θέτουν εν αμφιβόλω την ποινική διερεύνηση τέτοιων περιστατικών και εν τέλει, καθιστούν επισφαλή την προστασία των ζώων. Ταυτόχρονα έχουν επιπτώσεις στους συναδέλφους κτηνιάτρους δημοσίους υπαλλήλους που υπηρετούν στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και στις Κτηνιατρικές Υπηρεσίες των Περιφερειών.

Συγκεκριμένα, παρατηρείται το φαινόμενο, κατά την φάση της προανάκρισης κατά την διερεύνηση περιστατικών κακοποίησης, βασανισμού ή και φόνου ζώων, να ορίζονται από τα ανακριτικά όργανα ως πραγματογνώμονες κτηνίατροι δημόσιοι υπάλληλοι, προκειμένου να διενεργήσουν νεκροτομές και να συντάξουν κτηνιατροδικαστική έκθεση.
Η ανωτέρω διαδικασία στην πράξη και σε πολλές περιπτώσεις παρεκκλίνει της προβλεπόμενης, στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, καθώς:

1. Δεν διερευνάται αν ο οριζόμενος υπάλληλος διαθέτει ειδικές γνώσεις ιατροδικαστικής για να γίνει ακριβής διάγνωση και κρίση του γεγονότος. Αντίθετα, τις περισσότερες φορές ο ορισμός αποφασίζεται από τον ανακριτικό υπάλληλο (χωρίς να συντάσσεται πάντα πίνακας πραγματογνωμόνων κατά ειδικότητες από πρόσωπα και είναι κατάλληλα για τη διενέργεια  πραγματογνωμοσύνης), με μόνη αιτιολογία την προτίμηση σε δημοσίους υπαλλήλους. Είναι προφανές ότι η προτίμηση σε δημοσίους υπαλλήλους έχει έρεισμα μόνο αν υπάρχουν δημόσιοι και ιδιώτες κτηνίατροι που μπορούν με βάση αντικειμενικά στοιχεία να φέρουν εις πέρας το αντικείμενο της πραγματογνωμοσύνης.

2. Δεν τηρείται η υποχρέωση αποζημίωσης των πραγματογνωμόνων που ρυθμίζονται με Κ.Υ.Α. Η Κτηνιατρική Επιστήμη περιλαμβάνει τεράστιο εύρος αντικειμένων και οι κτηνίατροι δημόσιοι υπάλληλοι είναι άριστα καταρτισμένοι βάση της επιστήμης τους. Παρόλα αυτά, είναι προφανές ότι ανά αντικείμενο, απαιτούνται και εξειδικευμένες γνώσεις που αποκτώνται βάση των αρμοδιοτήτων της Υπηρεσίας που υπηρετεί ο κάθε Δημόσιος υπάλληλος και της δια βίου εκπαίδευσης που πραγματοποιεί το κράτος για τους Υπαλλήλους του.

Τονίζουμε ότι από τον Οργανισμό των Περιφερειών της χώρας δεν προκύπτει αρμοδιότητα και επομένως εξειδικευμένη γνώση των κτηνιατρικών υπηρεσιών σχετική με διενέργεια ανατομοπαθολογικής εξέτασης (νεκροψία-νεκροτομή), λήψη και αποστολή υλικού για τοξικολογική εξέταση, σύνταξη εκθέσεων νεκροτομικών ευρημάτων και διερεύνησης αιτίας θανάτου, προκειμένου να διαπιστωθούν περιπτώσεις δηλητηρίασης ή άλλης μη σύννομης θανάτωσης ζώων. Βάσει των προαναφερομένων, οι Κτηνιατρικές Υπηρεσίες δε διαθέτουν τους κατάλληλους χώρους (κτηνιατρεία ή αίθουσες νεκροτομικής εξέτασης), καθώς και τον απαιτούμενο εξοπλισμό προκειμένου να διενεργηθούν οι παραπάνω κτηνιατρικές πράξεις καθότι δεν έχουν την αρμοδιότητα.

Πρέπει να τονιστεί ότι οι κτηνίατροι που διενεργούν νεκροτομές είναι εκτεθειμένοι σε διάφορους βιολογικούς παράγοντες, οι πιο γνωστοί εκ των οποίων είναι ο ιός της λύσσας, οι ιοί της γρίπης των χοίρων και των πτηνών, βακτήρια όπως ο βάκιλος του άνθρακα, είδη του γένους Brucella, κλπ. αλλά και χημικούς και φυσικούς κινδύνους και ως εκ τούτου, η εργατική νομοθεσία προβλέπει την πραγματοποίηση ανάλυσης κινδύνου που να αφορά το συγκεκριμένο χώρο και τη λήψη ειδικών μέτρων προστασίας. Ειδικά στις περιπτώσεις νεκροτομής
αδέσποτων ζώων συντροφιάς οι κίνδυνοι αυτοί είναι ιδιαιτέρως αυξημένοι, καθόσον πρόκειται για ζώα με άγνωστο υγειονομικό καθεστώς.

Σύμφωνα με τον Οργανισμό του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, αρμόδιες δημόσιες Κτηνιατρικές Υπηρεσίες για τη διάγνωση των νοσημάτων των ζώων και πτηνών με την ανατομοπαθολογική εξέταση (νεκροτομή), είναι το Τμήμα Διαγνωστικής Παθολογικής Ανατομικής της Διεύθυνσης Κτηνιατρικού Κέντρου Αθηνών και το Γραφείο Διαγνωστικής  Παθολογικής Ανατομικής της Διεύθυνσης Κτηνιατρικού Κέντρου Θεσσαλονίκης. Εκτιμούμε δε, ότι προφανώς και οι δύο Πανεπιστημιακές Κτηνιατρικές Σχολές της χώρας μπορούν να ανταποκριθούν στο αντικείμενο.

Από όλα τα ανωτέρω είναι προφανές ότι:
1. Δεν λαμβάνονται υπ’ όψη ουσιώδεις παράμετροι της νομοθεσίας κατά τον ορισμό από τις προανακριτικές αρχές πραγματογνωμόνων σχετικά με την διερεύνηση περιστατικών κακοποίησης, βασανισμού ή και φόνου ζώων, με αποτέλεσμα να προκύπτει άμεσος κίνδυνος για την υγεία και την ασφάλεια των κτηνιάτρων που δεν διαθέτουν τα μέσα (νεκροτομεία, εξοπλισμό ατομικής προστασίας) για την πραγματοποίηση νεκροτομών.

2. Η μη τήρηση της προβλεπόμενης διαδικασίας θέτει εν αμφιβόλω την αξιοπιστία των εκθέσεων που καταθέτουν οι πραγματογνώμονες και την όλη ποινική διαδικασία.
Ζητάμε από την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης και την Εισαγγελία Προστασίας Ζώων να μεριμνήσει όπως τηρηθεί απαρέγκλιτα η διαδικασία που προβλέπεται στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για τον ορισμό πραγματογνωμόνων, προκειμένου να μην τίθεται σε κίνδυνο η υγεία των εργαζομένων με τον ορισμό πραγματογνωμόνων που δεν διαθέτουν τις αντικειμενικές δυνατότητες να φέρουν σε πέρας το έργο τους.

Επίσης ζητάμε να εξεταστεί το ενδεχόμενο δημιουργίας Κτηνιατροδικαστικής Υπηρεσίας στο Υπουργείο Δικαιοσύνης με εξειδικευμένο κτηνιατρικό προσωπικό, με τις κατάλληλες υποδομές και εργαστηριακή υποστήριξη (π.χ εξέταση γενετικού υλικού). Σε μια ευνομούμενη και αναπτυγμένη χώρα η προστασία των Ζώων θα πρέπει να γίνεται με συντεταγμένο και αντικειμενικό τρόπο και όχι στην λογική της διεκπεραίωσης υποθέσεων.

Η Π.Ε.Κ.Δ.Υ. δηλώνει ότι θα προασπίσει με όλους τους τρόπους το δικαίωμα των κτηνιάτρων να εργάζονται σε ασφαλές εργασιακό περιβάλλον, με λήψη όλων των απαιτούμενων μέτρων για την προστασία της υγείας τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις