Ανάγκη θεσμοθέτησης μικρών συνεργατικών σχημάτων για τους Έλληνες παραγωγούς

Πρόταση της Βράντζα Παναγιώτα,Βουλευτή Ν. Καρδίτσας - ΣΥΡΙΖΑ για την ανάγκη θεσμοθέτησης μικρών συνεργατικών σχημάτων για τους Έλληνες παραγωγούς.

«Τα χαρακτηριστικά της ελληνικής πρωτογενούς παραγωγής, σε συνδυασμό άλλωστε και με τη διεθνή συγκυρία, επιβάλλουν, όσο ποτέ άλλοτε, την συγκροτημένη οργάνωση των αγροτών σε ευέλικτα συνεργατικά σχήματα, ικανά να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικότερα τις πολλές και ποικίλες προκλήσεις της εποχής.

Η «συνταγή» των μεγάλων και δυσκίνητων σχημάτων που επέβαλλαν οι συνεταιριστικοί νόμοι των τελευταίων δεκαετιών, οδήγησε στα γνωστά αποτελέσματα της παταγώδους αποτυχίας.

Είναι γεγονός ότι με τον πρόσφατο νόμο για τους αγροτικούς συνεταιρισμούς (Ν. 4384/2016), αποδόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στην εξυγίανση του σαθρού υπόβαθρου, το οποίο οδήγησε στην πλήρη απαξίωση του συνεταιριστικού κινήματος τις τελευταίες δεκαετίες.

Είναι επιτακτική ανάγκη όμως, η άμεση θεσμοθέτηση μικρών και ευέλικτων αγροτικών συνεργατικών σχημάτων (ομάδων παραγωγών / αγροτικών προσωπικών εταιριών) τα οποία θα δώσουν τη δυνατότητα, σε μικρό αριθμό αγροτών, να ενώσουν τις δυνάμεις τους ξεπερνώντας προβλήματα για τα οποία δεν υπάρχει πρόβλεψη στο υφιστάμενο νομικό πλαίσιο.

           

Είναι αδιανόητο, δύο ή περισσότερα μέλη οποιουδήποτε άλλου επαγγελματικού  κλάδου στη χώρα μας να μπορούν να ενώσουν τις δυνάμεις τους συνεταιριζόμενοι, πλην των αγροτών!

Με ποια λογική αποκλείουμε τους αγρότες και τους περιορίζουμε να παράγουν είτε καθένας μεμονωμένα και ατομικά, είτε πάνω από είκοσι μαζί;

Με ποια λογική  δύο ή περισσότεροι αγρότες απαγορεύεται να συνεταιρίζονται;

Με ποια λογική δύο ή περισσότεροι αγρότες που θέλουν να συνεργαστούν μπορούν μόνο να ιδρύσουν εταιρεία του εμπορικού δικαίου, μια δέσμευση η οποία συνεπάγεται ότι:

  • Τα όποια τυχόν κέρδη λογίζονται ως κέρδη από εμπορική δραστηριότητα, ακόμη κι αν προκύπτουν αμιγώς από αγροτική δραστηριότητα.
  • Ασφαλιστικά και φορολογικά αντιμετωπίζονται ως έμποροι.
  • Χάνουν την ιδιότητα του «επαγγελματία αγρότη».
  • Χάνουν κάθε προνόμιο, αναπτυξιακή υποστήριξη ή ειδική μεταχείριση που έχουν οι υπόλοιποι αγρότες. 

Οι δύσκολες συνθήκες της αγοράς, το αυξημένο κόστος παραγωγής, η παντελής έλλειψη χρηματοδότησης αλλά και η αδυναμία πρόσβασης του παραγωγού στα σημεία πώλησης, επιβάλλουν την θεσμοθέτηση και λειτουργία μικρών και ευέλικτων αγροτικών / παραγωγικών  συνεργατικών σχημάτων.

Οι ομάδες παραγωγών ως αυτόνομες νομικές οντότητες με αυτοτελή δικαιοπρακτική ικανότητα και ιδιαίτερη νομική προσωπικότητα (διάφορη των υφιστάμενων σχημάτων του εμπορικού ή του συνεταιριστικού δικαίου), και με δεδομένο ότι η σύσταση των συνεργατικών σχημάτων τους θα αποτελεί επιδοτούμενο μέτρο  του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης (ΠΑΑ), θα αποτελέσει λύση για σωρεία προβλημάτων που ήδη μαστίζουν τον κρίσιμο κλάδο της αγροτικής οικονομίας και ανάπτυξης.

Προφανώς, η υφιστάμενη νομοθετική πρόβλεψη για τις ενώσεις οργανώσεων παραγωγών, ως «σαφώς οριζόμενα μέρη νομικών οντοτήτων του συνεταιριστικού δικαίου» αποτελεί, καταρχήν, ένα χρήσιμο εργαλείο. Η χρήση του, ωστόσο, περιορίζεται, εκ των πραγμάτων, σε εκείνα και μόνον τα προϊόντα και εκείνες και μόνον τις περιοχές όπου είναι εφικτό να εφαρμοσθεί.

Όταν πρόκειται, όμως, για νομικές οντότητες του εμπορικού δικαίου, η σχετική νομοθετική πρόβλεψη δεν εξυπηρετεί σε τίποτα. Αντίθετα, μάλιστα, δημιουργεί σημαντικά προβλήματα, όπως μεταξύ άλλων:

-Η αναγκαστική ίδρυση μιας «προσωπικής» εταιρικής μορφής (ΟΕ, ΕΕ, Αφανής εταιρεία) ενέχει σοβαρό κίνδυνο μεταβίβασης οικονομικών προβλημάτων από τα συμμετέχοντα μέλη στην εταιρεία και αντίστροφα.

-Η δημιουργία κεφαλαιουχικής εταιρείας (ΑΕ, ΕΠΕ, ΙΚΕ) απαιτεί τεράστιο διαχειριστικό κόστος. Μόνο το λογιστικό κόστος κυμαίνεται σε 4.000 – 5.000 Ευρώ ανά έτος.

-Η συμμετοχή αγροτών σε εμπορικές επιχειρήσεις και τα έσοδά από εμπορική δραστηριότητα, μπορεί μεταξύ άλλων να επηρεάσει την ιδιότητά τους, ως «κατά κύριο επάγγελμα αγροτών», τις ασφαλιστικές τους εισφορές, αλλά και την είσπραξη των εκάστοτε ενισχύσεων, επιδοτήσεων ή αποζημιώσεων που δικαιούνται.

Είναι επιτακτική ανάγκη, η άμεση θεσμοθέτηση ενός μικρού (από δύο άτομα και πάνω) και ευέλικτου συνεργατικού σχήματος, με πλήρη δικαιοπρακτική και φορολογική ικανότητα και αυτοτελή επιχειρηματική δραστηριότητα, που θα παρέχει τη δυνατότητα στους αγρότες, όπως ήδη συμβαίνει για τους υπολοίπους επαγγελματίες, να δημιουργούν μικρές συνεργασίες, με όρους και προϋποθέσεις που θα ορίζουν οι ίδιοι οι συμμετέχοντες  παραγωγοί.

Το συνεταιριστικό μοντέλο που εφαρμόσαμε και συνεχίζουμε να εφαρμόζουμε στη χώρα μας, είναι προσαρμοσμένο σε συγκεκριμένα προϊόντα και παραγωγές. Ταιριάζει και μπορεί να είναι πολύ αποδοτικό για τις καλλιέργειες μεγάλης κλίμακας, τα προϊόντα των οποίων κατά βάση οδηγούνται στη βιομηχανία για μεταποίηση, πριν φθάσουν έτοιμα προς κατανάλωση.

Όταν πρόκειται, όμως, για προϊόντα που μπορούν να διατεθούν ως έχουν απ’ ευθείας στον καταναλωτή, ή κατόπιν μεταποίησης πολύ μικρής κλίμακας, το ισχύον συνεταιριστικό πλαίσιο αποτελεί μια δυσκίνητη και αναποτελεσματική δομή.

Αποτέλεσμα αυτού είναι να μην υπάρχει μερίδιο για τον αγρότη, από την όποια υπεραξία προκύπτει για το προϊόν από το χωράφι μέχρι το ράφι!

Εξάλλου, θεωρώ ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο στην εποχή της κρίσης, να δημιουργηθούν μεγάλοι συνεταιρισμοί (και μάλιστα Κοινοπραξίες συνεταιρισμών) που θα έχουν τη δυνατότητα συγκέντρωσης, μεταποίησης και εμπορίας προϊόντων, ώστε να καρπώνονται αποτελεσματικά μέρος της υπεραξίας των προϊόντων, οι ίδιοι οι αγρότες.

Χωρίς πραγματικές και ευέλικτες ομάδες παραγωγών, το αντίστοιχο μέτρο του ΠΑΑ δεν θα εξυπηρετήσει κανέναν παραγωγικό και αναπτυξιακό στόχο. Στην καλύτερη περίπτωση θα διοχετευθούν κάποια χρήματα στην αγορά μέσω κάποιων προνομιούχων μελών των υφιστάμενων, κατά κανόνα χρεοκοπημένων, συνεταιρισμών.

Άλλωστε, ως εναλλακτική έναντι της πρότασης για την συγκρότηση ομάδων παραγωγών, θα μπορούσαμε να καινοτομήσουμε και να θεσμοθετήσουμε «Αγροτικές Εταιρείες», τις οποίες θα μπορούν να δημιουργούν αποκλειστικά και μόνο αγρότες παραγωγοί, οι οποίοι και θα συμμετέχουν ως εταιρικά μέλη, χωρίς, ωστόσο, να χάνουν τα βασικά χαρακτηριστικά και προνόμια της κύριας ιδιότητας τους.

Σημειωτέον, ότι τα προτεινόμενα συνεργατικά σχήματα μεταξύ των παραγωγών, σε καμία περίπτωση δεν θα λειτουργούν ανταγωνιστικά προς τους συνεταιρισμούς. Αντιθέτως, θα αποτελούν εν δυνάμει ένα «φυτώριο» για τη δημιουργία ενός υγιούς συνεταιριστικού κινήματος στο μέλλον. Αγκυλώσεις και εμμονές σε παρωχημένες ουτοπικές θεωρίες δεν θα βοηθήσουν ούτε το συνεργατισμό ούτε την αγροτική και εθνική οικονομία. 

Ως χώρα, έχουμε ίσως τον μικρότερο «πολλαπλασιαστή» αξίας των αγροτικών προϊόντων στην Ευρώπη. Για αυτό είναι επιτακτική ανάγκη να δράσουμε τώρα».