Αλλά μετά ήρθε η οικονομική κρίση και η χρεοκοπία.
Μας αποκαλούσαν εκκεντρικούς και μεμψίμοιρους. Μας έλεγαν παλιομοδίτες. Συντηρητικούς και οπισθοδρομικούς. Όλους εμάς, που εδώ και πολλά χρόνια, βλέποντας την ελληνική γεωργία-κτηνοτροφία-αλιεία να συρρικνώνεται παραγωγικά και να απαξιώνεται κοινωνικά, προσπαθούσαμε με λόγια και με πράξεις, να κρούσουμε τον κώδωνα του κινδύνου. Να υπερασπιστούμε την αξία της πρωτογενούς παραγωγής, την κοινωνική συνοχή, μέσω της ανάπτυξης της υπαίθρου και την καταξίωση του αγροτικού επαγγέλματος ως πηγή ζωής και προστασίας του περιβάλλοντος.
Είμαστε από τότε οι ονειροπόλοι, που δεν ακούγαμε τις Σειρήνες της «προόδου», της «ανάπτυξης χωρίς παραγωγή», του «εύκολου και γρήγορου κέρδους», της «καπατσοσύνης» και του life style. Στην καλύτερα των περιπτώσεων ήμασταν οι αναχρονιστικοί, που ακόμα πιστεύαμε στην αξία της γης, της καλλιέργειάς της, στις εκτροφές των ζώων και στη χρήση της θάλασσας για αλιεία και όχι μόνο για beach bars και ομπρελό-καθίσματα.
Στα χρόνια που πέρασαν – είναι αλήθεια – δεν καταφέραμε και πάρα πολλά. Ίσως να φταίμε και εμείς, γιατί δεν μπορέσαμε να μιλήσουμε με την γλώσσα που θα μας αντιλαμβανόταν καλύτερα η ελληνική κοινωνία. Ίσως δεν προσπαθήσαμε όσο έπρεπε, μιας και ο «αντίπαλος» ήταν πολύ ισχυρός και καλά οργανωμένος στο να προβάλει το μήνυμά του : «Τι τους θέλουμε όλους αυτούς τους χωριάτες ; ».
Αλλά μετά ήρθε η οικονομική κρίση και η χρεοκοπία. Τα μνημόνια και η λιτότητα. Και τώρα νάσου και η πανδημία του κωρανοϊού. Απέναντι στην ανέχεια και τον ίδιο το θάνατο, προσπαθούμε με κάθε μέσο αφενός για την υγεία και αφετέρου για την επιβίωση. Είναι τώρα λοιπόν που ξανασκεφτόμαστε – τρέχοντας στις υπεραγορές, κοινώς ελληνιστί super markets – πως εκτός από την υγεία, δεν πρέπει να μας λείψει το νερό και τα τρόφιμα.
Τρόφιμα. Και ποιος τα φτιάχνει ; Οι τράπεζες, τα χρηματιστήρια, οι ασφαλιστικές εταιρίες, τα bar, οι καφετέριες, οι ταβέρνες, τα malls, τα ξενοδοχεία, τα φροντιστήρια, τα θέατρα, οι κινηματογράφοι, οι boutique, τα κομμωτήρια ή τα spa και τα γυμναστήρια ; Ποιος τα παράγει, από πού βγαίνουν ;
Καλά και χρήσιμα όλα τα προηγούμενα και άλλα πολλά. Η ζωή δεν είναι μονοδιάστατη και κάθε επάγγελμα έχει τη δική του χρησιμότητα και το δικό του λόγο ύπαρξης. Όμως το φαγητό, από πού βγαίνει ; Και εάν λείψει τι θα γίνουν όλα τα προαναφερόμενα ; Θα συνεχίσουν να υπάρχουν οι άνθρωποι που δραστηριοποιούνται επαγγελματικά σε αυτά ; Και εάν ναι, πως ; Με χαπάκια ;
Τώρα – και συγνώμη για την έκφραση – που σφίξανε τα γάλατα και ζόρισαν τα πράγματα, τώρα λοιπόν μήπως – λέω μήπως – ήρθε η ώρα να ξανασκεφτούμε ότι αυτό που ονομάζουμε αγροτική παραγωγή έχει τεράστια σημασία για την καθημερινή μας ζωή. Μήπως τώρα πρέπει να ξαναδούμε με άλλο μάτι, με άλλη διάθεση-άποψη ότι η αυτάρκεια σε τρόφιμα και ένας αγροτο—διατροφικός τομέας ισχυρός, βιώσιμος και υγιής μας δίνει ελπίδες όχι μόνο για επιβίωση, αλλά και για ανάπτυξη με ένα άλλο περιεχόμενο στη ζωή μας.
Μήπως – λέω μήπως – ήρθε η ώρα να σταματήσουμε την απαξίωση της ελληνικής αγροτικής παραγωγής, να θέσουμε σε νέες βάσεις τις προτεραιότητές μας ως κράτος και ως κοινωνία και να επανεξετάσουμε τους τρόπους και την αντιμετώπιση στο σύνολο του πρωτογενούς τομέα της οικονομίας μας.
Και για να μην υπάρχει παρεξήγηση : Όχι με παρεμβάσεις, που αντί για την παραγωγή, υποθάλπτουν τη συνδιαλλαγή και την «καπατσοσύνη». Όχι με προνόμια και δομές για την εξυπηρέτηση μικροσυμφερόντων και εγωισμών. Αλλά για τη βελτίωση, εκσυγχρονισμό και ανάπτυξη ενός αγροτικού τομέα ικανού να ανταποκριθεί στις διατροφικές ανάγκες της πατρίδας μας και ισχυρού, που μπορεί να προσδώσει προστιθέμενη αξία στα προϊόντα του.
Ακόμα έχουμε την πολύτιμη γη, τους φυσικούς πόρους, το κλίμα. Έχουμε τους ανθρώπους - μπορούμε να φέρουμε ακόμα περισσότερους στην παραγωγή. Έχουμε υποδομές, γνώση και εμπειρία. Εκείνο που απομένει είναι να πάρουμε τη μεγάλη απόφαση : Η ελληνική ύπαιθρος πρέπει να σταθεί ζωντανή, προσοδοφόρα, ενεργητική και παραγωγική με κάθε πρόσφορο μέσο, με κάθε προσπάθεια. Και ίσως με κάθε κόστος. Όχι μόνο για το σήμερα, αλλά και για το αύριο, που μόνο ένας αιθεροβάμονας δεν βλέπει ότι και αυτό θα είναι δύσκολο.
Αυτή την απόφαση πρέπει να την πάρουμε σήμερα. Όχι αύριο. Θα είναι αργά. Στηρίζαμε και στηρίζουμε γιατρούς και νοσοκομεία και όλο το υγειονομικό μας προσωπικό. Μαζί και τους ανθρώπους, που καθημερινά μοχθούν για να κρατήσουν την κοινωνία μας όρθια και υγιή. Αλλά ταυτόχρονα οφείλουμε να στηρίξουμε και αυτούς που καθημερινά μοχθούν στο χωράφι, στο στάβλο και στη θάλασσα, για να έχουμε μια κοινωνία πραγματικά αλληλέγγυα.
Όχι μετά το τέλος της υγειονομικής κρίσης. Αλλά από τώρα, αυτή τη στιγμή που μιλάμε, πρέπει ως ελληνική πολιτεία, κοινωνία, οικονομία και ο καθένας μας προσωπικά να γίνουμε ξανά «εκκεντρικοί», «μεμψίμοιροι», «παλιομοδίτες», «συντηρητικοί», «οπισθοδρομικοί» και «ονειροπόλοι»» και να στηρίξουμε με όσες δυνάμεις διαθέτουμε, αλλά και πολλές άλλες που θα βρούμε μαζί στην πορεία, τον αγροτικό τομέα. Έναν τομέα, που έχει να μας δώσει τόσα αγαθά, που ούτε εμείς που τον στηρίζαμε τόσα χρόνια, δεν μπορούμε να φανταστούμε.
Ας ξεκινήσουμε λοιπόν. Ο χρόνος – παρά τη σχετικότητά του – δεν είναι μεγάλος. Το οφείλουμε και σε εμάς, αλλά και στις επόμενες γενιές. Και έχουμε μπροστά μας πολλές δυνατότητες παρέμβασης : Την καινούργια ΚΑΠ, με ένα άλλο μοντέλο και μια άλλη φιλοσοφία διαχείρισης των κοινοτικών ενισχύσεων και επιδοτήσεων.
Την εκπόνηση και εφαρμογή ενός εθνικού σχεδιασμού για την παραγωγική ανασυγκρότηση του αγροτικού μας τομέα, με πρώτιστο στόχο την όσο το δυνατόν επάρκεια-αυτάρκεια σε ολόκληρη την γκάμα των τροφίμων και την αναδιάρθρωση των καλλιεργειών με γνώμονα το αγροτο-διατροφικό μοντέλο.
Την πραγματική και ουσιαστική προστασία της αγροτικής δραστηριότητας και παραγωγής με εγχώρια και κοινοτικά κεφάλαια από τις κλιματικές αλλαγές, τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες και τις απότομες διακυμάνσεις των τιμών. Την καταξίωση του αγροτικού επαγγέλματος ως πηγή εισοδήματος, προστασίας της φύσης και του περιβάλλοντος και της πολιτισμικής μας κληρονομιάς.
Την προσέλκυση ολοένα και περισσοτέρων νέων ανθρώπων στην αγροτική δραστηριότητα και στη διατήρηση και αναβάθμιση του κοινωνικού ιστού στην ύπαιθρο, με επαρκή χρηματοδότηση, έργα υποδομών, καινοτόμες δραστηριότητες, προάσπιση της ομαδικότητας και του συνεργατισμού.
Με θεσμούς, εργαλεία και παρεμβάσεις που καθημερινά θα αναδεικνύουν την αξία της πρωτογενούς παραγωγής στη ζωή, το μέλλον και τη σωματική, ψυχική και κοινωνική υγεία της ελληνικής κοινωνίας.
Παραμένουμε οι ίδιοι και συνεχίζουμε με εξειδικευμένες παρεμβάσεις και τεκμηριωμένες προτάσεις για μια ζωντανή και προσοδοφόρα Ελληνική Ύπαιθρο.