Κ. Σαμαρά: Ουδέποτε φανταζόμουν άστεγους στη χώρα μου


ΤΑΞΙΔΕΥΩ.
Μου αρέσει πάρα πολύ η Ελλάδα, μου αρέσει να ταξιδεύω και κάθε τόπος έχει κάτι να μου πει. Αν και μεγάλωσα στο Χαϊδάρι, σε τεράστιες αλάνες, ο πατέρας μου είναι απ’ το Κεραμίδι του Πηλίου  κι η μητέρα μου από ένα ορεινό χωριό των Καλαβρύτων, το Λεχούρι Αχαΐας.  Είναι πολύ απομονωμένα χωριά αλλά μου αρέσουν. Έχω επισκεφθεί δεκαεπτά χώρες στο εξωτερικό και σ΄ όλες βρήκα όμορφα πράγματα. Πιο πολύ μου άρεσαν η Ρώμη, η Νέα Υόρκη και η Πόλη κι ας  ήταν τόσο διαφορετικές μεταξύ τους.
Η Νέα Υόρκη αφενός για την περίφημη αρχιτεκτονική της, αφετέρου  για την ποικιλομορφία των ανθρώπων. Υπάρχει η αίσθηση ότι σ΄ αυτήν την πόλη μπορεί να σού συμβεί το αναπάντεχο` ότι μπορεί να σου συμβεί οτιδήποτε. Υπάρχει μια αίσθηση έκπληξης απέναντι σε όλα.
Η Ρώμη είναι το απαύγασμα της κομψότητας` φροντισμένη πόλη. Οι άνθρωποι εκεί είναι ικανοί ν΄ αναμορφώσουν ακόμη και τα πιο μικρά πράγματα και να τ΄ αναδείξουν. Ακόμη κι έναν μικρό τοίχο, που έχει μισοπέσει, μπορούν να τον φωτίσουν και να φαίνεται  όμορφος.
Στην Πόλη είναι τόσο έντονη η αίσθηση του κόσμου, του μελισσιού, που χάνεται μες την Ανατολή. Έχει πάρα πολύ κόσμο η Πόλη κι όλα γίνονται χαρμάνι, μνημεία και χαμάμ, παζάρι και φαγητό. Μπορείς να πιεις ένα χυμό ρόδι μες το δρόμο και ξινόγαλο, σάντουιτς με μύδια, γλυκά.
Αλλά κι η Ελλάδα έχει τόσο όμορφες γεύσεις, έχει την πιο εκλεπτυσμένη κουζίνα. Αλλά επειδή είμαι κι από το Πήλιο μ΄ αρέσουν και το γαλοτύρι, το σπετσοφάι κ.ά. Θυμάμαι κάποτε δοκίμασα στην Κεφαλονιά «Πεταλόχορτο». Ήταν κάποιος που είχε μια απίστευτη ταβέρνα κι έβγαινε και μάζευε τα φύκια απ’ το βράχο κι έφτιαχνε μια καταπληκτική σαλάτα με λάδι και ξίδι. Ήταν ένα απροσδόκητο αριστούργημα!

ΡΕΜΒΑΖΩ. Μου αρέσει να ρεμβάζω. Το θεωρώ κι ένα είδος ψυχοθεραπείας. Ρεμβάζω στη θάλασσα χειμώνα-καλοκαίρι. Μπορεί να πάω να σκεφτώ πράγματα γύρω από τους ανθρώπους. Μπορεί να σκεφτώ ρόλους. Πάντα υπάρχει το κείμενο αλλά το ρόλο τον ζωγραφίζεις, τον σκιαγραφείς εσύ, εγώ ως ηθοποιός είμαι ο ενδιάμεσος ανάμεσα στο κείμενο, βλέπω το ρόλο με τα δικά μου μάτια  και του σκηνοθέτη. Το ρόλο τον χτίζεις μέσα από τις δικές σου εμπειρίες, απ΄ αυτά που συμβαίνουν, που εισπράττεις γύρω σου.  Κι, αν το ταλέντο υπάρχει, ίσως  είναι τελικά μια απροσδόκητη, μια περίεργη οξυδέρκεια, είναι όλα αυτά που δένουν: το σώμα, η έκφραση, η φωνή, η ψυχή.

ΑΝΤΙΛΑΜΒΑΝΟΜΑΙ
πως είναι το κοινό, αν ο κόσμος έχει καλή διάθεση. Είναι μια ανταλλαγή αυτό, που γίνεται` μια όσμωση κι αυτό νομίζω ότι έχει ενδιαφέρον. Είναι κάτι σαν διαίσθηση. Από την άλλη πλευρά, ο θίασος στο θέατρο λειτουργεί ομαδικά, πρέπει να λειτουργεί σαν μια ομάδα γιατί είναι συνολική δουλειά. Οι ζωγράφοι κι οι συγγραφείς κάνουν μια μοναχική δουλειά ο ηθοποιός έχει ανάγκη από τους συναδέλφους του, το φωτιστή, το φροντιστή κ.ά.

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΖΟΜΑΙ: Είμαι κι εγώ μέλος μιας πολιτείας που ζει ένα δράμα, μιας πολιτείας, που πάσχει. Βλέπω ανθρώπους που πεινάνε, που είναι στο δρόμο, που μένουν στο δρόμο.  Όταν το είδα αυτό στην Αμερική πριν χρόνια δεν μπορούσα να το πιστέψω ότι συμβαίνει και τώρα το βλέπω εδώ.  Στην Αμερική σε σταθμό του μετρό είχαν το άγαλμα του Άστεγου και αλλού του κροκόδειλου που καταπίνει. Είναι η αίσθηση της κρυφής πόλης. Μου φαίνεται τερατώδες ότι έχει έρθει κι εδώ, ότι βλέπω άστεγους, που μένουν  στο δρόμο. Τις προάλλες έβρεχε κι είδα δυο ανθρώπους να προσπαθούν να κοιμηθούν και δίπλα τους έτρεχαν τα νερά κι είχαν βάλει μπροστά μια σπασμένη ομπρέλα. Δεν μπορώ να το χωνέψω ότι υπάρχουν άνθρωποι που είναι σε αυτήν την κατάσταση και που αύριο, μπορεί κι εμείς να είμαστε στη θέση τους. Προβληματίζομαι όχι μόνο με την πολιτική και την οικονομική κατάσταση αλλά με την ανοργανωσιά και τη διαφθορά και τι μπορούμε να κάνουμε αλλά και με τις πολιτιστικές αξίες. Το θέατρο δεν θα έπρεπε να θεωρείται πολυτέλεια στην Ελλάδα, τη χώρα, που το γέννησε.  

ΕΤΟΙΜΑΖΩ
καινούργια πράγματα. Πάντα μου αρέσει να φτιάχνω παράλληλα κι άλλα πράγματα. Ετοιμάζω έναν «μικρό Ντοστογιέφσκι» είναι ένα πολυθέαμα, στο οποίο έχω το ρόλο της αφηγήτριας κι ο Τάκης ο Μπαμπέρης ετοιμάζει τη μουσική. Μ΄ αρέσει να κάνω καινούργια πράγματα, δε στέκομαι σε ένα. Τώρα είμαι στο 2ο πτυχίο στη Θεατρολογία, παλαιότερα είχα πάρει πτυχίο στη Βιολογία.

ΖΟΡΙΖΟΜΑΙ.
Δεν μπορώ να είμαι εντάξει στο χρόνο μου, αφήνω πίσω ανθρώπους, που θέλω να είμαι μαζί τους` ο χρόνος δεν μου φτάνει. Κι είναι κι η αναβλητικότητά μου στη μέση, διότι τα πιο σημαντικά πράγματα στη ζωή μου, τ΄ αφήνω, ίσως γιατί δυσκολεύομαι να πάρω μια απόφαση. Αλλά η λέξη «Ζωή» αρχίζει κι αυτή από ζήτα, όπως και το ζόρι. Υπάρχουν μικρές όμορφες στιγμές κι όταν πια φτάνω στα όριά μου μπορεί να αναζητήσω καταφύγιο κοντά στη φύση. Τότε γίνεται απόδραση, έστω για ένα Σαββατοκύριακο στον καθαρό αέρα και την ησυχία.

ΙΣΤΟΡΩ.Είμαι από τους ανθρώπους που και τα καλά και τα άσχημα τα ξεχνούν, τα αφήνουν πίσω τους. Ξεχνάω εύκολα. Εκείνο όμως που δεν ξεχνάω είναι η αίσθηση που μού άφησε ένα γεγονός. Δεν έχω να πω πολλές ιστορίες όπως άλλοι ηθοποιοί, αλλά κάθε γεγονός το θυμάμαι με το συναίσθημα που μου άφησε, χαρά ή στενοχώρια. Μια ιστορία μπορείς να τη μοιραστείς με φίλους. Η φιλία είναι πολύτιμη γιατί σε κάνει να μοιράζεσαι πράγματα. Είναι φίλος σου κάποιος ακόμη κι αν δεν τον βλέπεις κάθε μέρα. Φιλίες υπάρχουν και στο χώρο το δικό μας και θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό, που από κάθε δουλειά, έμεινε και κάποιος άνθρωπος, φίλος στη ζωή μου. Δεν θεωρώ ανταγωνιστικό μόνο το επάγγελμα του ηθοποιού. Τα ζόρια είναι μεγάλα, ανταγωνισμός υπάρχει πια σε όλα τα επαγγέλματα, όταν ο άλλος δεν έχει δουλειά. Κρατώ πάντα μια συμβουλή που μου έδινε η μάνα μου: «Μην περιφρονείς κανέναν» κι επικαλούνταν πάντα το μύθο του Αισώπου με το λιοντάρι και το ποντίκι. Το λιοντάρι χρειάστηκε το ποντίκι για ν’ απελευθερωθεί.