Η μεταποιητική βιομηχανία της ΕΕ διαθέτει ορισμένα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα που πρέπει να αξιοποιηθούν ώστε να προωθηθεί η οικονομική ανάπτυξη παρά το σημερινό δυσχερές οικονομικό περιβάλλον.
Αυτό είναι το συμπέρασμα των δύο εκθέσεων που δημοσίευσε σήμερα η Επιτροπή σχετικά με τη βιομηχανική ανταγωνιστικότητα. Ωστόσο, για να εξασφαλιστεί ότι η ανάπτυξη δεν θα τελματωθεί, η ΕΕ και τα κράτη μέλη πρέπει να αντιμετωπίσουν επειγόντως ορισμένους τομείς που δημιουργούν ανησυχία: επενδύσεις, πρόσβαση στη χρηματοδότηση, δημόσια διοίκηση, πρόσβαση στις ξένες αγορές, καινοτομία και τιμές της ενέργειας.
Ο ευρωπαίος επίτροπος Βιομηχανίας και Επιχειρηματικότητας, κ. Ferdinando Nelli Feroci, δήλωσε: «Εκτιμώ τις προσπάθειες που καταβάλλουν τα κράτη μέλη για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της βιομηχανίας τους. Ωστόσο, πρέπει να γίνουν ακόμη πολλά. Αντιμετωπίζοντας την έλλειψη επενδύσεων, την περιορισμένη πρόσβαση σε χρηματοδότηση, τις υψηλές τιμές της ενέργειας και την αναποτελεσματική δημόσια διοίκηση θα ενισχύσουμε την δυνατότητα των εταιρειών και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων μας να ανταγωνιστούν στην παγκόσμια αγορά».
Η βιομηχανική ανταγωνιστικότητα διαφέρει σημαντικά από κράτος μέλος σε κράτος μέλος
Από την εξέταση των επιδόσεων των κρατών μελών και με επιπλέον κριτήριο το αν η ανταγωνιστικότητα βελτιώνεται ή όχι προκύπτουν τέσσερις ομάδες:
- Κράτη μέλη με υψηλή και βελτιούμενη ανταγωνιστικότητα: Κάτω Χώρες, Γερμανία, Δανία και Ιρλανδία.
- Κράτη μέλη με υψηλή αλλά στάσιμη ή μειούμενη ανταγωνιστικότητα: Βέλγιο, Ηνωμένο Βασίλειο, Αυστρία, Γαλλία, Ιταλία, Λουξεμβούργο, Σουηδία και Φινλανδία.
- Κράτη μέλη με μέτρια αλλά βελτιούμενη ανταγωνιστικότητα: Εσθονία, Λιθουανία, Ισπανία, Λετονία, Τσεχική Δημοκρατία, Ουγγαρία, Πολωνία, Πορτογαλία, Ρουμανία, Σλοβακία και Ελλάδα.
- Κράτη μέλη με μέτρια και στάσιμη ή μειούμενη ανταγωνιστικότητα: Σλοβενία, Βουλγαρία, Κροατία, Μάλτα και Κύπρος.
Η ΕΕ έχει ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα...
Συνολικά, τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της ΕΕ στον μεταποιητικό τομέα παραμένουν αμετάβλητα: εργαζόμενοι υψηλής ειδίκευσης, υψηλό τοπικό περιεχόμενο των εξαγόμενων αγαθών και συγκριτικά πλεονεκτήματα που συνδέονται με πολύπλοκα και υψηλής ποιότητας προϊόντα. Τα κράτη μέλη της ΕΕ έθεσαν επίσης σε εφαρμογή διάφορες πολιτικές για να αυξήσουν την ανταγωνιστικότητά τους μετά την εκδήλωση της κρίσης το 2008.
... αλλά χρειάζεται συνεχής προσοχή σε ορισμένους τομείς πολιτικής
Από την ανάλυση των δεδομένων που περιλαμβάνονται στις δύο εκθέσεις προκύπτει ότι τα ακόλουθα θέματα πρέπει να εξεταστούν για πιθανή λήψη μέτρων πολιτικής:
- Χρειάζονται πρόσθετες επενδύσεις σε όλους τους τομείς, ώστε να διασφαλιστεί ότι η ευρωπαϊκή βιομηχανία μπορεί να διατηρήσει την ανταγωνιστικότητά της.
- Οι μικρές και οι νέες επιχειρήσεις δυσκολεύονται περισσότερο να λάβουν τραπεζική πίστωση σε σχέση με τις άλλες επιχειρήσεις, ακόμη και όταν τα οικονομικά αποτελέσματα είναι τα ίδια.
- Η ανταγωνιστικότητα υποστηρίζεται από την αποτελεσματικότερη καινοτομία και την εμπορική αξιοποίηση της έρευνας, καθώς και από την πρόσβαση σε εργατικό δυναμικό υψηλής ειδίκευσης.
- Η ανταγωνιστικότητα απαιτεί μείωση του κόστους και της αβεβαιότητας για τις επιχειρήσεις κατά τις συναλλαγές τους με τη δημόσια διοίκηση. Η αύξηση της αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης συνεπάγεται μεγαλύτερο αριθμό ταχέως αναπτυσσόμενων επιχειρήσεων, ιδίως με την αύξηση του κύκλου εργασιών της επιχείρησης. Οι χρονοβόροι και δαπανηροί φορολογικοί κανόνες, η διαφθορά και τα αναποτελεσματικά συστήματα απονομής δικαιοσύνης είναι οι περισσότερο επιζήμιοι παράγοντες που παρακωλύουν την ανάπτυξη των επιχειρήσεων. Επίσης, τα περισσότερα κράτη μέλη πρέπει να λαμβάνουν καλύτερα υπόψη τις επιπτώσεις που έχουν στην ανταγωνιστικότητα οι κανόνες και η νομοθεσία που θεσπίζονται σε άλλους τομείς.
- Χρειάζεται υποστήριξη για να διευκολυνθεί η διεθνοποίηση των ΜΜΕ. Επί του παρόντος, οι μικρότερες και νεότερες επιχειρήσεις έχουν λιγότερες πιθανότητες να εισέλθουν σε ξένες αγορές και να δρέψουν τα σχετικά οφέλη. Οι πολιτικές που εστιάζονται στο επιχειρηματικό περιβάλλον, και ειδικότερα όσον αφορά την πρόσβαση σε κεφάλαια, τις δεξιότητες, τη στήριξη της καινοτομίας και την ανάληψη δράσεων για τη βελτίωση της παραγωγικότητας, είναι σημαντικές για να βοηθηθούν οι μικρές επιχειρήσεις να επεκτείνουν την εξαγωγική τους δραστηριότητα.
- Η ανταγωνιστικότητα επηρεάζεται αρνητικά από τις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου, που είναι υψηλότερες στην ΕΕ απ’ ό,τι σε πολλές άλλες οικονομίες. Οι βελτιώσεις της ενεργειακής απόδοσης δεν αντιστάθμισαν πλήρως τον αρνητικό αντίκτυπο της αύξησης των τιμών. Συνεπώς, χρειάζονται αποδοτικές αγορές ηλεκτρικής ενέργειας και διαφοροποιημένες πηγές ενέργειας για να διασφαλιστεί η διάθεση ενέργειας σε ανταγωνιστικές τιμές.
Επόμενα βήματα
Τα πορίσματα των εκθέσεων θα χρησιμοποιηθούν για την τεκμηριωμένη χάραξη πολιτικής σε επίπεδο ΕΕ και σε εθνικό επίπεδο. Θα συνεκτιμηθούν στη συζήτηση του Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας που θα διεξαχθεί στις 25-26 Σεπτεμβρίου 2014, καθώς και στις συστάσεις της Επιτροπής σχετικά με τις δημοσιονομικές και διαρθρωτικές μεταρρυθμιστικές πολιτικές των κρατών μελών κατά τη διαδικασία του ευρωπαϊκού εξαμήνου.
Οι εκθέσεις της Επιτροπής σχετικά με τη βιομηχανική ανταγωνιστικότητα δημοσιεύονται ετησίως με σκοπό την παροχή τεκμηριωμένων δεικτών για την υποστήριξη της χάραξης πολιτικής σε επίπεδο ΕΕ και κρατών μελών. Η έκθεση του 2014 για την ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα «Παροχή βοήθειας στις επιχειρήσεις για να αναπτυχθούν» παρέχει μια ποσοτική εκτίμηση των ανταγωνιστικών επιδόσεων των βιομηχανιών της ΕΕ και δίνει εμπειρικές απαντήσεις σε σημαντικά ερωτήματα που τίθενται στη συζήτηση για τη βιομηχανική πολιτική. Η έκθεση του 2014 για την ανταγωνιστικότητα των κρατών μελών «Αναβιομηχάνιση της Ευρώπης» παρέχει, βάσει σχετικών δεικτών, μια αξιολόγηση της εφαρμογής της βιομηχανικής πολιτικής σε επίπεδο ΕΕ και σε εθνικό επίπεδο, με κατανομή ανά χώρα.