Ποια είναι η επίσημη θέση της Ελληνικής Κυβέρνησης για την συμφωνία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των χωρών της Mercosur, ιδιαίτερα σε ότι αφορά στις συνέπειές της στον πρωτογενή τομέα της χώρας μας και είναι η θέση αυτή αποτέλεσμα συγκεκριμένων και στοχευμένων αναλύσεων και επεξεργασιών του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, που έχουν τεθεί υπόψη και συζητηθεί ενδελεχώς και με τους θεσμικούς φορείς των αγροτών; Αυτό το ερώτημα θέτει ο Τομεάρχης Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και Βουλευτής Λάρισας του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία κ. Βασίλης Κόκκαλης, προς τον αρμόδιο Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ. Κώστα Τσιάρα.
Αναλυτικά η ερώτηση του κ. Κόκκαλη: «Η συμφωνία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των χωρών της Mercosur (Αργεντινή, Βραζιλία, Παραγουάη, Ουρουγουάη), που υπογράφηκε στις 6 Δεκεμβρίου ύστερα από 25 χρόνια διαπραγματεύσεων, αμφισβητήθηκε και αμφισβητείται έντονα από συγκεκριμένα κράτη μέλη, αλλά και από τους Ευρωπαίους αγρότες και τις ευρωπαϊκές αγροτικές οργανώσεις Copa και Cogeca, θεωρώντας ότι αυτή δεν αντικατοπτρίζει τις νέες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η γεωργία στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως η κλιματική κρίση, οι πανδημίες και ο πόλεμος στην Ουκρανία και τονίζοντας την τεράστια απόκλιση, που παρατηρείται σε εργασιακά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά θέματα μεταξύ ενωσιακών και μη ενωσιακών παραγωγών. Επισημαίνουν, μάλιστα, ότι κλάδοι, όπως το βόειο κρέας, τα πουλερικά, τα γαλακτοκομικά προϊόντα, το ελαιόλαδο, το κρασί, το ρύζι και η ζάχαρη, οι οποίοι ήδη αντιμετωπίζουν πιέσεις, αναμένεται να πληγούν από τις εισαγωγές φθηνών προϊόντων από τις χώρες της Mercosur.
Και αυτό γιατί οι χώρες της Mercosur έχουν χαμηλότερα κόστη παραγωγής, λόγω διαφορετικών προδιαγραφών, συχνά, κατώτερων από τα ευρωπαϊκά πρότυπα, γεγονός που θα δημιουργήσει ασφυκτικές συνθήκες για τους ευρωπαίους παραγωγούς και μεταποιητές, οι οποίοι καλούνται να παράγουν σε περιβάλλον αυστηρών κανονισμών και αυξημένων λειτουργικών δαπανών. Επιπλέον, τα υψηλά ευρωπαϊκά περιβαλλοντικά και ποιοτικά πρότυπα, βρίσκονται σε πλήρη αναντιστοιχία με τις αγροτικές πρακτικές στις χώρες της Mercosur, με συνέπεια να ενέχει ο κίνδυνος η ευρωπαϊκή αγορά να «πλημμυρίσει» από φθηνά και κατώτερης ποιότητας εισαγόμενα προϊόντα. Κάτι, που αντίκειται στις ανάγκες και τις απαιτήσεις των ευρωπαίων καταναλωτών για προϊόντα ποιότητας και ταυτότητας, διατροφικής αξίας, γεωγραφικών ενδείξεων, βιολογικής γεωργίας και ασφάλειας.
Σημειώνεται ότι η Γαλλία και η Πολωνία είχαν εξαρχής αντιταχθεί στη συμφωνία, επικαλούμενες τον αντίκτυπο που θα έχει η υπερβολική εισροή ξένων προϊόντων διατροφής στην ευρωπαϊκή γεωργία, ενώ και η Ιταλία ζητά ισχυρότερες εγγυήσεις για τους αγρότες της ΕΕ, προκειμένου να την υποστηρίξει.
Επειδή για την συγκεκριμένη συμφωνία έχουν διατυπωθεί επιφυλάξεις έως και αντιρρήσεις, από αρκετά κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ανάμεσά τους και κάποια με αναπτυγμένο πρωτογενή τομέα, που θέτουν ζητήματα βιωσιμότητας των μικρών και μεσαίων παραγωγών από την υλοποίησή της.
Επειδή τις ως ανησυχίες συμμερίζονται, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό και εγχώριοι θεσμικοί φορείς των αγροτών, που μιλούν για μια μη δίκαιη, μη ισορροπημένη και μη περιβαλλοντικά βιώσιμη συμφωνία, που πλήττει μια σειρά από ελληνικά αγροτικά προϊόντα.
Ερωτάται ο αρμόδιος κ. Υπουργός: Ποια είναι η επίσημη θέση της Ελληνικής Κυβέρνησης για την συμφωνία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των χωρών της Mercosur, ιδιαίτερα σε ότι αφορά στις συνέπειές της στον πρωτογενή τομέα της χώρας μας και είναι η θέση αυτή αποτέλεσμα συγκεκριμένων και στοχευμένων αναλύσεων και επεξεργασιών του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, που έχουν τεθεί υπόψη και συζητηθεί ενδελεχώς και με τους θεσμικούς φορείς των αγροτών;»
Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις