«Οι Έλληνες αγρότες από την 1.1.2015 με τη νέα ΚΑΠ πρέπει να βρεθούν οργανωμένοι σε σοβαρές και ισχυρές ομάδες παραγωγών, σε σοβαρούς, δυνατούς και υγιείς οικονομικά συνεταιρισμούς για να μπορέσουν να δώσουν αξία στη δουλειά και το προϊόν τους».
Τα παραπάνω επεσήμανε ο Αναπληρωτής Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Πάρις Κουκουλόπουλος απαντώντας, σήμερα στη Βουλή, σε επίκαιρη ερώτηση του Βουλευτή Μεσσηνίας της Χρυσής Αυγής Δημητρίου Κουκούτση, σχετικά με την κατάσταση στη Συνεταιριστική Ένωση Σύκων και Ξηρών Καρπών (ΣΥΚΙΚΗ).
Ο κ. Κουκουλόπουλος πρόσθεσε χαρακτηριστικά ότι «το καλώς εννοούμενο συμφέρον των αγροτών μπορεί και πρέπει να τους οδηγήσει σε συλλογικές μορφές οργάνωσης και όχι μια κρατική επιταγή. Εκεί που επιχειρούν και λειτουργούν συλλογικά στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν πολλαπλά θετικά αποτελέσματα. Είναι μεγάλο κίνητρο, ως ύψιστη υποχρέωση του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και εμού προσωπικά, να ανορθώσουμε την ιδέα του συνεταιρίζεσθαι, να ανορθώσουμε την ιδέα της συλλογικής δράσης κατοχυρώνοντας εμείς εδώ από τη Βουλή και την Κυβέρνηση τις διαδικασίες ελέγχου και διαφάνειας».
Απαντώντας στο σκέλος της επίκαιρης ερώτησης για την παραγωγή και καλλιέργεια σύκων, ο Αναπληρωτής Υπουργός τόνισε ότι «το ΥπΑΑΤ στο πλαίσιο των δυνατοτήτων που παρέχει ο β΄ Πυλώνας, το αναπτυξιακό δηλαδή σκέλος της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, προφανώς και είναι απολύτως θετικό όχι στα λόγια αλλά στην πράξη, ώστε να υπάρξει μια αναγέννηση του φυτικού κεφαλαίου της καλλιέργειας σύκων».
Ακολουθεί η ομιλία του Αναπληρωτή Υπουργού:
«Συζητάμε για ένα θέμα ιδιαίτερα κρίσιμο που αφορά τις συλλογικές μορφές οργάνωσης και τελικά την ίδια την αξία της παραγωγής των Ελλήνων αγροτών.
Πρέπει ιδιαίτερα να προβληματιστούμε και όλοι μαζί να κινηθούμε στη ίδια κατεύθυνση, αξιολογώντας τη μεγάλη ειδοποιό διαφορά που έχουμε με το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι στον πρωτογενή τομέα.
Και δεν είναι άλλη αυτή η ειδοποιός διαφορά από το χαμηλό επίπεδο οργάνωσης των Ελλήνων αγροτών. Οι ομάδες παραγωγών δεν περισσεύουν και οι υγιείς συνεταιρισμοί επίσης δεν περισσεύουν.
Υπάρχει ένας ολόκληρος δημόσιος διάλογος εδώ και λίγα χρόνια στην Ελλάδα, όπου υπαρκτά ζητήματα κακής διαχείρισης στους συνεταιρισμούς στο παρελθόν, ζητήματα αντιδικιών για τον τρόπο που μεταβιβάστηκαν δικαιώματα και περιουσίες σε νέες μορφές οργάνωσης, κυριαρχούν στο δημόσιο διάλογο και υποβαθμίζουν το μείζον ζήτημα που είναι αυτό που μόλις είπα: οι Έλληνες αγρότες από την 1.1.2015 με τη νέα ΚΑΠ πρέπει να βρεθούν οργανωμένοι σε σοβαρές και ισχυρές ομάδες παραγωγών, σε σοβαρούς και δυνατούς και υγιείς οικονομικά συνεταιρισμούς για να μπορέσουν να δώσουν αξία στη δουλειά και το προϊόν τους. Αυτή είναι η μεγάλη πραγματικότητα την οποία θα πρέπει να έχουμε όλοι υπ΄όψιν μας.
Μιλώντας για τη ΣΥΚΙΚΗ σπεύδω να πω ότι υπήρξαν αδυναμίες που έχουν εντοπιστεί στο νόμο 4015/2011, έχουν διορθωθεί αυτές οι αδυναμίες, αλλά το θέμα δεν είναι ούτε δικαστικό ούτε ποινικό, γιατί σήμερα βρίσκονται στα δικαστήρια.
Θέλω να απαντήσω στο βασικό ερώτημα που θέσατε κύριε συνάδελφε και έχει σχέση με την παραγωγή του σύκου. Το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων στο πλαίσιο των δυνατοτήτων που παρέχει ο β΄ Πυλώνας, το αναπτυξιακό δηλαδή σκέλος της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, προφανώς και είναι απολύτως θετικό όχι στα λόγια αλλά στην πράξη ώστε να υπάρξει μια αναγέννηση του φυτικού κεφαλαίου της καλλιέργειας σύκων. Είναι γνωστό, σε όποιον γνωρίζει στοιχειώδη ιστορία στην Ελλάδα, πόσο δυναμική υπήρξε αυτή η καλλιέργεια και πως με ευθύνη πολλών, δική μας ευθύνη, έχει απαξιωθεί σταδιακά τα τελευταία χρόνια.
Στο κύριο παραγωγικό ερώτημα που βάζετε η απάντηση είναι καθαρά «ναι», δεν είναι υπό προϋποθέσεις. Μια προϋπόθεση υπάρχει, για να είμαι απολύτως σαφής, να έχουμε πρόταση που να εκφράζει πολλούς παραγωγούς, να έχει συλλογικό χαρακτήρα, να είναι μια συνολική παρέμβαση και να δημιουργεί μια πραγματικότητα που να βάζει τα πράγματα στη θέση τους σε ό,τι αφορά στην παραγωγή του συγκεκριμένου προϊόντος.
Στο δεύτερο σκέλος της απάντησής μου θα ήθελα να μείνω αποκλειστικά στη συγκεκριμένη συνεταιριστική οργάνωση για να ξεκαθαρίσουμε ορισμένα πράγματα. Θα απαντήσω ευθέως χωρίς καμία υπεκφυγή.
Το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης έχει επισημάνει εδώ και καιρό αδυναμίες στο ν. 4015 και συγκεκριμένα στα άρθρα που αφορούν τις διαδικασίες μετατροπής. Υπήρξαν πολλές ενστάσεις, πολλές καταγγελίες μια από αυτές αφορούσε και τη ΣΥΚΙΚΗ, παράπονα αν θέλετε - όλα όσα έφθαναν στο υπουργείο δεν είχαν οσμή σκανδάλου υποχρεωτικά, - ότι από ατέλεια του νόμου τα διάδοχα σχήματα των προηγούμενων συνεταιριστικών οργανώσεων, που μετατρεπόταν σε Αγροτικό Συνεταιρισμό ή σε Αγροτική Εταιρική Σύμπραξη, πολλές φορές αντιμετώπιζαν ένα κενό που υπήρχε, καθώς μικρό μέρος των παλιών συνεταιριστών κατάφερνε να καταστεί καθολικός διάδοχος των περιουσιακών στοιχείων της παλιάς οργάνωσης.
Αυτό το στερεότυπο, παράπονο, επισήμανση, καταγγελία έχει έρθει στο ΥπΑΑΤ από πολλές περιοχές της χώρας και κάναμε δύο απλές ενέργειες.
Η πρώτη ενέργεια ήταν να αυξήσουμε την πλειοψηφία της συνέλευσης αλλά και τη φυσική παρουσία μελών, με λίγα μέλη δεν μπορούν να αποφασίζουν μετατροπές. Επίσης τα μέλη της συνεταιριστικής οργάνωσης που έχουν ένσταση για την εξέλιξη εν γένει της μετατροπής, έχουν ένα ολόκληρο έτος προθεσμία για να προσφύγουν στα δικαστήρια και να την προσβάλουν.
Το δεύτερο που έχουμε κάνει είναι να καταργήσουμε την τρίμηνη προθεσμία που είχαν για τη μετατροπή τους οι οργανώσεις, γιατί ακριβώς όπου υπάρχει δικαστική εμπλοκή δεν μπορείς με το τρίμηνο να φέρεις αδιέξοδο που γεννάει ζητήματα με υποχρεώσεις σε ΙΚΑ, σε Δημόσιο κλπ και δημιουργεί μια κατάσταση που είναι δύσκολα αντιμετωπίσιμη. Με προσωπική δική μου απόφαση που υπέγραψα λόγω αρμοδιότητας, τα στοιχεία των ισολογισμών καθώς και του τζίρου μέχρι τις εκθέσεις των ορκωτών λογιστών αποτελούν αναπόσπαστα στοιχεία που οδηγούν στο χαρακτηρισμό ενός συνεταιρισμού ως ενεργού ή μη ενεργού.
Αυτά αποτελούν ένα ικανό θεσμικό περίβλημα για να μπορεί το κράτος να κάνει τη δουλειά του και να ασκεί την αποστολή του ελέγχου που είναι συνταγματική επιταγή.
Η εμπειρία των προηγούμενων ετών και η πρόσφατη λέει ότι το θεσμικό πλαίσιο θα πρέπει να επιτρέπει – κατά τη γνώμη μου – στους αγρότες να προχωρούν με μια σχετική ή μεγάλη αν θέλετε ελευθερία στις μορφές οργάνωσης για να μην έρχεται να επιβάλλεται σε αυτές διαρκώς το κράτος. Το συνεταιρίζεσθαι είναι αποτέλεσμα ελεύθερης βούλησης των αγροτών όχι καταναγκασμού.
Το καλώς εννοούμενο συμφέρον των αγροτών μπορεί και πρέπει να τους οδηγήσει σε συλλογικές μορφές οργάνωσης και όχι μια κρατική επιταγή. Εκεί που επιχειρούν και λειτουργούν συλλογικά στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν πολλαπλά θετικά αποτελέσματα. Είναι μεγάλο κίνητρο ως ύψιστη υποχρέωση του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και εμού προσωπικά να ανορθώσουμε την ιδέα του συνεταιρίζεσθαι, να ανορθώσουμε την ιδέα της συλλογικής δράσης κατοχυρώνοντας εμείς εδώ από τη Βουλή και την Κυβέρνηση τις διαδικασίες ελέγχου και διαφάνειας. Όλα τα άλλα είναι αποφάσεις των ίδιων των αγροτών ως ατομικών και συλλογικών υποκειμένων».