Στα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κτηνοτροφικός κλάδος αναφέρεται ο Γραμματέας ΠΕ ΝΔ-Βουλευτής Ηρακλείου κ. Λευτέρης Αυγενάκης, με κοινοβουλευτική του παρέμβαση προς τους Υπουργούς Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ. Ευάγγελο Αποστόλου και Οικονομικών κ. Ευκλείδη Τσακαλώτο.
Στην Ερώτηση επισημαίνεται ότι: «Ο πρωτογενής τομέας παραγωγής αποτελεί, μαζί με την ναυτιλία και τον τουρισμό, τη “βαριά βιομηχανία” κι ένα από τους βασικούς πυλώνες ανάπτυξης της χώρας. Ωστόσο, η Κυβέρνηση επιδεικνύει “εγκληματική” αδιαφορία για τον τομέα που απασχολεί το 20% των πολιτών της Χώρας, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα ο κτηνοτροφικός κόσμος να αγωνιά για το αν θα υπάρχει αύριο. Αγωνία η οποία τέθηκε πρόσφατα ενώπιον του Πρωθυπουργού με υπόμνημα του “Συνδέσμου Ελληνικής Κτηνοτροφίας” (ΣΕΚ).
Ενδεικτικά, και σε ό,τι αφορά την φοροεισπρακτική εκστρατεία της Κυβέρνησης κατά των κτηνοτρόφων, ο ΣΕΚ αναφέρει χαρακτηριστικά τις ψεύτικες υποσχέσεις του κ. Τσίπρα και της Κυβέρνησής του για κατάργηση του ΕΝΦΙΑ (ΔΕΘ 2014) και για αντικατάστασή του με δικαιότερο φόρο (ΔΕΘ 2015). Βεβαίως, συνηθισμένος πλέον στις ανεκπλήρωτες υποσχέσεις και στις «…κωλοτούμπες», φέτος ο κ. Τσίπρας δήλωσε ότι «…υπάρχουν φόροι πιο άδικοι από τον ΕΝΦΙΑ και πρέπει να μειωθούν. Και ο ΕΝΦΙΑ είναι ένας άδικος φόρος σε ό,τι αφορά τη μικρή ιδιοκτησία χωρίς αμφιβολία, αλλά σε ό,τι αφορά τη μεγάλη ιδιοκτησία. Η μεγάλη ιδιοκτησία με κάποιον τρόπο αποκτήθηκε». Κάτι που για τους κτηνοτρόφους σημαίνει πως μεγάλης κλίμακας κτίσματα όπως, στάβλοι και αποθήκες, αντιμετωπίζονται το ίδιο με αντίστοιχης κλίμακας ακίνητη περιουσία. Οι στάβλοι δηλαδή, λογίζονται ως πολυτελείς βίλλες με την αξία τους σε πολλές περιπτώσεις να υπολογίζεται στα 200.000€ και άνω με αποτέλεσμα να υπόκεινται σε συμπληρωματικό φόρο ο οποίος υπερδιπλασιάζει την επιβάρυνση του φόρου.
Αυτή την άποψη του κ. Τσίπρα για τον ΕΝΦΙΑ έρχεται να “απογειώσει” ο υψηλός φόρος εισοδήματος της τάξεως του 22% μην αφήνοντας κανένα περιθώριο κέρδους για όσους ασχολούνται με την ζωική παραγωγή.
Σε αυτό το “τοξικό” φορολογικό περιβάλλον η εφαρμογή του μέτρου για τον ακατάσχετο λογαριασμό θα αποτελούσε πραγματική “ανάσα” για τους επιχειρηματίες κτηνοτρόφους, καθώς δεν καθίσταται δυνατόν να ανταποκριθούν αλλιώς στις πάγιες υποχρεώσεις τους. Ωστόσο, η δέσμευση αυτή παραμένει, όπως και τόσες άλλες, κενό γράμμα, ακόμα μια κούφια ψηφοθηρική εξαγγελία της Κυβέρνησης.
Ακόμα μια πληγή για τους κτηνοτρόφους, όπως προκύπτει και από το υπόμνημα του ΣΕΚ, αποτελούν οι παράνομες “ελληνοποιήσεις” εισαγόμενων προϊόντων ζωικής προέλευσης, όπως γάλα, γαλακτοκομικά, κρέας, μέλι και άλλα αγαθά στα οποία θα μπορούσαμε να έχουμε αυτάρκεια, εάν η Κυβέρνηση ενέσκηπτε πάνω από τα προβλήματα των κτηνοτρόφων και δεν τους αντιμετώπιζε απλώς ως πηγή εσόδων.
Επιστέγασμα της θλιβερής πραγματικότητας που βιώνουν καθημερινά οι κτηνοτρόφοι αποτελεί το γεγονός πως μόνο μέσα στην περασμένη χρονιά (2015-2016) τουλάχιστον 2.000 αιγοπροβατοτρόφοι, που κατείχαν 100.000 αιγοπρόβατα εγκατέλειψαν την παραγωγή. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με τη δυσβάσταχτη φορολογία, την έλλειψη κινήτρων και την γενικότερη αδιαφορία της Κυβέρνησης οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια τον κλάδο σε αφανισμό».
Με την κοινοβουλευτική παρέμβαση, τίθενται τα ακόλουθα ερωτήματα:
«1. Τι προτίθεται να κάνει η Κυβέρνηση σχετικά με τον ΕΝΦΙΑ σε ό,τι αφορά ακίνητα που συνδέονται με την ζωική παραγωγή και τη φορολόγηση των φυσικών προσώπων αγροτών-κτηνοτρόφων;
2. Ποιος ο σχεδιασμός του Υπουργείου για την εντατικοποίηση των ελέγχων και την επιβολή αυστηρότερων κυρώσεων αναφορικά με τις παράνομες εισαγωγές προϊόντων ζωικής προέλευσης, καθώς και τις “ελληνοποιήσεις” των προϊόντων αυτών;
3. Ποια η στρατηγική της Κυβέρνησης για την παραχώρηση κινήτρων προς τους κτηνοτρόφους με στόχο την παραμονή τους στον κλάδο, αλλά και την προσέλκυση νέων ανθρώπων στο επάγγελμα;».