Σύμφωνα με πρόσφατο άρθρο του Agrocapital με τίτλο "Ενεργειακή φτώχεια: Η αόρατη πανδημία που διασπά την Ευρώπη", η ενεργειακή κρίση έχει πλήξει σκληρά τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά και τις αγροτικές επιχειρήσεις. Η Ελλάδα, δυστυχώς, δεν αποτελεί εξαίρεση. Οι υψηλές τιμές ενέργειας και οι ανατιμήσεις στα καύσιμα έχουν καταστήσει την καθημερινότητα των πολιτών εξαιρετικά δύσκολη, ενώ απειλούν την βιωσιμότητα του αγροτικού τομέα, ενός πυλώνα της ελληνικής οικονομίας.
Ένα άρθρο παρέμβασης
Σε αυτό το πλαίσιο, το παρόν άρθρο του Χάρη Δούκα Δήμαρχου Αθηναίων και Καθηγητή Ενεργειακής και Περιβαλλοντικής Πολιτικής στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (ΕΜΠ) και υποψήφιος πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ στο Agrocapital επιχειρεί να αναλύσει τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα μας στον τομέα της ενέργειας και του νερού, καθώς και να προτείνει συγκεκριμένες λύσεις. Με αφετηρία την ανάγκη για σταθερότητα και προσιτές τιμές, θα εξετάσουμε προσεκτικά τις προτάσεις που έχουν διατυπωθεί για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης και την εξασφάλιση της βιώσιμης διαχείρισης των υδατικών πόρων.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα για τα νοικοκυριά και τους αγρότες είναι οι ψηλές τιμές που πρέπει να πληρώσουν για ρεύμα και καύσιμα. Το γεγονός ότι τα οικιακά τιμολόγια είναι κοντά στον μέσο όρο της ευρωπαϊκής ένωσης δεν πρέπει να κρύβει τη σκληρή πραγματικότητα. Κι αυτή είναι ότι η ενέργεια στην Ευρώπη είναι σε απόλυτα νούμερα ακριβή και ειδικά για εμάς εδώ στην Ελλάδα συνιστά πολύ μεγάλο πρόβλημα για την καθημερινότητα των νοικοκυριών και για την παραγωγική δραστηριότητα των αγροτών. Δεν μπορεί τα νοικοκυριά στις ΗΠΑ να πληρώνουν 15 λεπτά την κιλοβατώρα κι εδώ στην Ελλάδα να πληρώνουν 50% παραπάνω.
Πώς είναι δυνατόν με τέτοιες τιμές ρεύματος να μπορέσουν τα ελληνικά νοικοκυριά να έχουν οικονομική ασφάλεια και ευημερία και πώς μπορεί να έχει μέλλον ο αγροτικός τομέας στη χώρα μας όταν το κόστος για ενέργεια και λιπαντικά έχει αυξηθεί 30% σε σχέση με το 2019;
Στην ενέργεια και στον αγροτικό τομέα ο σχεδιασμός είναι πάντα μακροχρόνιος. Κι εμείς πρέπει να χαράξουμε το μονοπάτι που θα μας οδηγήσει στην ενεργειακή μετάβαση εξασφαλίζοντας όμως ταυτόχρονα φθηνές τιμές ενέργειας για τους αγρότες και τα νοικοκυριά. Μεγάλο πολιτικό κεφάλαιο πρέπει να επενδυθεί σε αυτή την προσπάθεια και η πολιτική ηγεσία θα πρέπει να είναι απερίσπαστη να δώσει και μάχες όπου χρειαστεί. Αυτό όμως δεν μπορεί να γίνει εάν κάθε μήνα η δημόσια συζήτηση περιστρέφεται γύρω από τα πράσινα ή ό,τι άλλο χρώμα τιμολόγια.
Αυτή η κατάσταση πρέπει να σταματήσει, τα νοικοκυριά στις πόλεις και τα χωριά να μη χρειάζεται να ασχολούνται με τις εξελίξεις στις αγορές ηλεκτρισμού και να ανασάνουν. Για αυτό και η πρότασή μας είναι στο τέλος της φετινής χρονιάς τα πράσινα τιμολόγια να τα διαδεχτεί ένα σταθερό τιμολόγιο με διετή διάρκεια. Ειδικά η ΔΕΗ, που εκπροσωπεί πάνω από το 70% των οικιακών καταναλωτών, έχει κάθε δυνατότητα να φτιάξει ένα τέτοιο σταθερό, διετές τιμολόγιο και να στρέψει προς αυτό τους οικιακούς καταναλωτές. Μπορεί μάλιστα αυτό το τιμολόγιο να είναι φθηνότερο από την τιμή που έχει το πράσινο τιμολόγιο τον Σεπτέμβριο μετά την επιδότηση, χωρίς να προκαλούνται ζημιές στον ισολογισμό της ΔΕΗ.
Mε την προώθηση ενός φθηνότερου, σταθερού τιμολογίου δίνουμε τις απαραίτητες ανάσες στα νοικοκυριά μας και κερδίζουμε πολύτιμο χρόνο για να χτίσουμε το μονοπάτι της ενεργειακής μετάβασης και τις βάσεις για μόνιμα φθηνότερες τιμές ενέργειας στην Ελλάδα.
Όσον αφορά το αγροτικό νερό, στην Ελλάδα αρδεύονται περίπου 10 εκατομμύρια στρέμματα. Για αυτά χρησιμοποιούμε κάθε χρόνο το 85% των υδατικών πόρων. Δεν ξέρουμε βέβαια πόσο ακριβώς νερό χρησιμοποιείται στα αγροτικά ποτίσματα αφού ούτε να το μετρήσουμε με ακρίβεια δεν μπορούμε. Και οι απώλειες που έχουμε στα δίκτυα και την άρδευση είναι πάνω από 1 δισ. κυβικά μέτρα κάθε χρόνο, όσο το νερό που εκβάλλει ο Νέστος στη θάλασσα! Ακόμη τα δίκτυα στην πλειονότητα τους είναι απαρχαιωμένα, με αποτέλεσμα η ενέργεια που χρειάζεται για να λειτουργήσουν να είναι τεράστια δημιουργώντας αύξηση στο κόστος παραγωγής.
Έτσι όμως η αγροτική παραγωγή είναι καταδικασμένη σε ένα μίζερο παρόν κι ένα αβέβαιο μέλλον. Αυτή η κατάσταση μπορεί να αλλάξει μόνο εάν μεταρρυθμίσουμε —ριζικά και θεμελιωδώς— τους ΤΟΕΒ και ΓΟΕΒ, τους οργανισμούς δηλαδή που έχουν την ευθύνη για τη διαχείριση του μεγάλου μέρους του αγροτικού νερού. Η μεταρρύθμιση στη διαχείριση του αγροτικού νερού είναι ένα μεγάλο στοίχημα, περιβαλλοντικό, οικονομικό, αναπτυξιακό. Κι εμείς είμαστε αποφασισμένοι να το κερδίσουμε μαζί με τους αγρότες.
Εάν το πετύχουμε θα αλλάξει το τοπίο στην περιφέρεια —και τη χώρα εν γένει— και αυτό είναι ακριβώς ό,τι πρέπει να υπηρετεί μια προοδευτική πολιτική ατζέντα
Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις