Στις αρχές του μυσταγωγικού φθινοπώρου θα φανεί λίγο παράξενο να ταξιδέψουμε στις παρυφές των βουνών μας, στις ρεματιές, στις χαράδρες, στις κορυφές των βουνών, στους βράχους με τα ανθεκτικά ξερόφυτα, στις πλαγιές με τα μυρωδάτα βότανα, στις δροσερές περικοκλάδες των δασών, όπου με την πρώτη ματιά μας φαίνονται όλα τόσο φτωχά, αλλά αυτή η φαινομενικά φτωχή βλάστηση των βουνών και των λόφων κρύβει μία από τις πλουσιότερες και ενδιαφέρουσες χλωρίδες της ηπείρου μας.
Ο πλούτος αυτός της χλωρίδας της χώρας μας δεν είναι φανερός, ανήκει και αυτός στην Θεϊκή εύνοια που είναι διάχυτη σ' αυτόν τον τόπο.
Στην μεσογειακή χώρα μας το ζεστό και ξηρό καλοκαίρι δεν ευνοεί την ανθοφορία των φυτών στα μέρη όπου ο κόσμος ταξιδεύει γι' αναψυχή. Η σύντομη και φευγαλέα δροσερή άνοιξη, γεμίζει την εξοχή με απειράριθμα αγριολούλουδα αλλά και αυτά χάνονται με τις πρώτες ζέστες του Μάη. Για να δούμε τα άνθη της χώρας μας, και ιδιαίτερα τα σπάνια ενδημικά, πρέπει να περπατήσουμε στα όμορφα βουνά μας, να χαθούμε στην αναζήτηση των φυτών μέσα στις σκιερές ρεματιές, στις χαράδρες, να εξερευνήσουμε τα φαράγγια, να παρατηρήσουμε την χλωρίδα στις όχθες των ποταμών και λιμνών, την σπάνια, αθέατη πολλάκις, χλωρίδα των νησιών μας. Η πολυποίκιλη μορφολογικά γεωλογική και γεωγραφική διαμόρφωση της χώρας μας, την κάνει να είναι η πιο πλούσια σε χλωρίδα χώρα της Ευρώπης. Ιδιαίτερα αν λάβουμε υπ' όψιν μας την αναλογία του αριθμού των ειδών και την επιφάνεια του χώρου, θα δούμε πως η σχέση αυτή είναι έξι φορές μεγαλύτερη στην Ελλάδα παρά σε πολλά από τα κράτη της βορειοδυτικής Ευρώπης. Στον ταξιδιώτη που για πρώτη φορά έρχεται στην Ελλάδα, τίποτα ίσως δεν του κάνει τόση εντύπωση όσο τα γυμνά γκρίζα βουνά που απλώνονται σ' όλη την απεραντοσύνη του ορίζοντα. Αλλά και οι περισσότεροι Νέο-Έλληνες δεν έχουμε καλύτερη εντύπωση για την χώρα μας, που την θεωρούμε άγονη και φτωχή.
Η πραγματικότητα είναι αρκετά διαφορετική, αν θελήσουμε να δούμε πιο προσεκτικά τα πράγματα^ με έκπληξη θα μάθουμε πως το 1/5 της επιφάνειας του Ελλαδικού χώρου (ποσοστό όχι χαμηλότερο από αυτό που έχουν πολλές υγρότερες χώρες της Ευρώπης) είναι σκεπασμένο με δάση, αλλά προπαντός θ' ανακαλύψει ότι η φαινομενικά φτωχή βλάστηση των βουνών και των λόφων, κρύβει μία από τις πλουσιότερες και πιο ενδιαφέρουσες χλωρίδες. Ακόμη πιο εντυπωσιακός είναι ο αριθμός των ενδημικών φυτών, αυτών δηλαδή που απαντώνται μόνο στην χώρα μας^ υπάρχουν γύρω στα 700 ενδημικά φυτά. Αυτό φυσικά οφείλεται στις ευνοϊκές συνθήκες που επικρατούν, για την ανάπτυξη μιας τόσο πλούσιας χλωρίδας και στην ιδιαιτερότητα της μορφολογίας του εδάφους, που προσφέρει από χώρο εις χώρο δικές του οικολογικές συνθήκες, ιδιαίτερα ευνοϊκές για την ανάπτυξη χωριστών φυτικών κοινωνιών.
Μέσα σ' αυτήν την μεγάλη ποικιλία, των σιωπηλών αρχικά με την πρώτη επαφή, βιότοπων υπάρχουν τα εκπληκτικά φυτά των Θεών και των Ηρώων μας. Υπάρχουν βέβαια περιοχές όπου μόνο κοινά φυτά φυτρώνουν, ενώ εις άλλα μέρη είναι πραγματικά σαν να γιόρταζαν οι Θεοί και μετά το τέλος της γιορτής χάρισαν στον χώρο από ένα μοναδικό δώρο ο καθένας τους, ανταγωνιζόμενοι σε ομορφιά και χάρη. Όπως στον Όλυμπο, έτσι στον Ταΰγετο, στον Άθω, και στα βουνά της Κρήτης, υπάρχουν φυτά μοναδικά στον κόσμο. Επιχειρώντας αυτήν την αναζήτηση, κατά την διάρκεια της οποίας σιγά σιγά θ' ανακαλύψουμε, γιατί οι κάτοικοι αυτού του εστεμμένου από τους Θεούς τόπου, μπόρεσαν να σμίξουν σε μια αρμονική πληρότητα, τις πιο ευγενείς δυνάμεις, του νου και του σώματος, ευαισθητοποιημένοι από την γύρω τους θαυμαστή, λεπτεπίλεπτη, διάχυτα μυστηριακή, πολυποίκιλη ΕΛΛΗΝΙΚΗ φύση.
Η ίδια η φύση βλέπουμε ότι ήταν γι' αυτούς ύπαρξη θεοποιημένη, γιατί η φύση ήταν και θα έπρεπε να είναι και για μας, η ζωοδότρα, η μητέρα, η άξια σεβασμού και θεϊκής λατρείας, όπως για τους προγόνους μας, οι οποίοι διείσδυσαν και κατενόησαν την ιερότητά της περισσότερο από εμάς, και εδώ ακριβώς διαφαίνεται η διάσταση των «πολιτισμών» μας. Η ένωση του ανθρώπου με την φύση καταδεικνύεται συνεχώς στην ζωή και στις λατρείες των προγόνων μας, και ας καταδιώχθηκαν ανηλεώς ως ειδωλολάτρες. Αυτοί που κάθε στιγμή σε κάθε εκδήλωση και έκφρασή τους, λάτρευαν και τιμούσαν το μεγαλείο και την πρόνοια της μητέρας φύσης και όλου του μυστηρίου της ζωής. Η αμέριστη λατρεία εξωτερικευότανε με μία ζωηρή ευαισθησία για την επιλογή των τοπίων και της ιδιαίτερης ομορφιάς και θέσης των, ως χώρους λατρείας των, όπου ευτυχώς ελάχιστοι μεν διασώθηκαν, αλλά μπορέσαμε να δούμε ακόμη και σήμερα τις τοποθεσίες που είχαν επιλεγεί για τους ναούς και τα ιερά. Από την μυθολογία και την γραμματεία, που διασώθηκε μετά βίας, μαθαίνουμε ότι στην πατρίδα μας μπορούμε ακόμη να συναντήσουμε και να νοιώσουμε δια μέσου των φυτών, που υπάρχουν ακόμη και σήμερα πάνω στη γη μας, αυτά που στόλιζαν τότε τα μνημεία τους - τους νεκρούς τους, τους ήρωές τους, τις τελετές τους - οι πρόγονοί μας, και να νοιώσουμε παρ' όλο το πέρασμα μέσα από τόσους σκοτεινούς αιώνες, την αύρα τους, που ήταν γι' αυτούς πηγή έμπνευσης στην μυθολογία τους, υποδείγματα στην υψηλή τέχνη τους, και για μας ίσως η μόνη αληθινή επαφή, που μας την διαφύλαξε η ίδια η μητέρα φύση. Έτσι κατανοούμε, όσο δυνάμεθα βέβαια, πόσο επηρέασε η ιδιαιτερότητα της Ελληνικής φύσης τα πνευματικά και υλικά δημιουργήματα του αρχαίου Ελληνικού κόσμου και βρήκε μιμητές στην συνέχεια, πολιτισμούς και θρησκείες. Οι οποίοι -ες, σαν αντιγράφοι κακοί, έχουν αναπαράγει έργα κενά της Ελληνικής ουσίας και ψυχής, η οποία πάλλεται ακόμη, μετά από τόσους αιώνες συνεχούς βανδαλισμού και σκύλευσης, μέσα στα ολιγοστά εναπομείναντα δημιουργήματά της. Γι' αυτό όπως τα αρχαία ευρήματα είναι μνημεία της φωτεινής φυλής μας και χρήζουν προστασίας και υπεράσπισης ως ιερά, έτσι και την Ελληνική φύση πρέπει να την τοποθετήσουμε στον θρόνο της ψυχής μας και να την στέψουμε ως μνημείο ιερό στην συνείδησή μας γιατί μέσα απ' αυτήν και την γνώση της διατηρούμε την φυσική επικοινωνία μας με την φυλή μας, τους προγόνους μας. Έτσι γεννάται η υποχρέωση σε όλους εμάς να την γνωρίσουμε βαθιά, να την προστατεύσουμε σαν ιερό χώρο, δείγμα διατήρησης και συνέχισης πολιτισμού για τις μελλοντικές γενεές, προσπαθώντας οι μορφές του τόπου αυτού και τα στοιχεία του, να παραμείνουν - όσο το δυνατό αναλλοίωτα.
Οι παραπάνω ενδεικτικές πληροφορίες αντλήθηκαν από τα σωζόμενα έργα των Αρχαίων συγγραφέων και από τα αποκαλυφθέντα από την αρχαιολογική σκαπάνη μνημεία. Στην ορολογία των φυτών, μας βοήθησαν τα έργα του Θεόφραστου και του Διοσκορίδη.
Με την λέξη «βοτάνη» ο Όμηρος εννοούσε τα χόρτα των λιβαδιών. Ο Ιπποκράτης (460 - 370 π.Χ.) μεγάλος γιατρός της αρχαιότητας, ανέπτυξε στην Κω την δική του θεραπευτική ιατρική που θα επηρέαζε όλη την ιατρική επιστήμη. Με πολλή σοφία κατέταξε τα φυτά σε κατηγορίες, ανάλογα με τις θεραπευτικές τους ιδιότητες. Διαιτολόγοι και φαρμακολόγοι βασίστηκαν στην πραγματική εμπειρία των «ριζοτόμων» και «φαρμακοπόλων» του Ομήρου, για να εδραιώσουν την επιστήμη τους. Από τα πολυάριθμα έργα των θεμελιωτών της φυσικής επιστήμης, ο Αριστοτέλης και ο Θαλής δεν μας άφησαν παρά μεμονωμένα αποσπάσματα της εργασίας τους. Μετά από αυτούς, ο Θεόφραστος ο Ερέσιος (387 - 287 π.Χ.) είναι ο πρώτος και πιο ολοκληρωμένος γνώστης της βοτανικής. Τις δε γνώσεις του για τα φυτά από ξένες χώρες, τις απέκτησε κατά ένα μεγάλο μέρος από τις επιστημονικές περιγραφές του επιτελείου του Μεγάλου Αλεξάνδρου, που ήταν κατατεθειμένες στα κρατικά αρχεία της αυτοκρατορίας στην Βαβυλώνα. Ο Μέγας εκπολιτιστής είχε δώσει προσωπικά μεγάλη σημασία στις βοτανικές εξερευνήσεις. Η βοτανική έφτασε σε καινούρια ύψη με το «περί ύλης ιατρική», έργο του Διοσκορίδη. Το πεντάτομο αυτό σύγγραμμα, με τις 506 περιγραφές φυτών και συνταγές, σώζεται σ' ένα εικονογραφημένο χειρόγραφο του 512 μ.Χ. που έγινε για μία ρωμαία ηγεμονίδα, την Ιουλιανή Ανικίας, και βρίσκεται σήμερα στη Βιέννη. Με την αρωγή του αυτοκράτορα Νέρωνα, ο Διοσκορίδης μπόρεσε να ευρύνει πρακτικά τις βοτανικές και φαρμακευτικές γνώσεις. Από την Ιστορία του Ηροδότου, μαθαίνουμε ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες για 63 είδη φυτών. Ο Ησίοδος, απ' ότι διασώθηκε, αναφέρει στα έργα του 12 φυτά. Ο Ξενοφών στην Ιστορία των Μηδικών πολέμων, περί τα 20 φυτά. Ο Θεόκριτος με αναγραφή 107 ονομάτων, στα βουκολικά ειδύλλια. Ο Στράβων επίσης στις γεωγραφικές περιγραφές των Ομηρικών τοπίων.
Ας προσεγγίσουμε λίγο την προϊστορία, για να σχηματίσουμε μια καλύτερη αντίληψη των τοπίων στην αρχαιότητα και ας μας επιτραπεί μία σύντομη αναδρομή στους γεωλογικούς χρόνους.
Σύμφωνα με τις σημερινές αντιλήψεις της επιστήμης, η Αιγηίς ήταν, πριν από 25 εκατομμύρια χρόνια, ένα κομμάτι οροσειράς που ένωνε την Ευρώπη με την Ασία. Τότε σημειώθηκαν οι διεισδύσεις νερών στο χώρο του Αιγαίου και η δημιουργία της Μεσογείου, που έφθανε ως τον Ελλήσποντο. Στα επόμενα εκατομμύρια χρόνια, ανυψώθηκε και πάλι το έδαφος από βυθό της θάλασσας και σχηματίσθηκε μια πεδιάδα με λίμνες και ποτάμια. Υπολείμματα απολιθωμένων φύλλων, βεβαιώνουν την ύπαρξη στην εποχή εκείνη, εκτεταμένων δασών, στα οποία ζούσαν μεγάλα ζώα, όπως μαρτυρούν τα απολιθωμένα οστά τους.
Στην παλαιοντολογική πανίδα του Πικερμίου ξεχωρίζουμε 53 είδη ζώων, μαστόδοντες, ρινόκερους, λιοντάρια, καμηλοπαρδάλεις, πιθήκους, μέχρι και το ιππάριο, το μικρό άλογο των πανάρχαιων χρόνων με τα τρία δάχτυλα και ύψος που δεν ξεπερνούσε το μισό μέτρο. Ανάλογα απολιθώματα είναι γνωστά από την Σάμο, Εύβοια, Θεσσαλία, Θράκη. Νεώτερες αποδείξεις για την ύπαρξη τέτοιας πανίδας στον ελληνικό χώρο είναι οι προϊστορικοί ελέφαντες στην λεκάνη της Μεγαλόπολης.
Τα απολιθωμένα οστά των προϊστορικών ζώων είχαν απασχολήσει τους προγόνους μας, που έβλεπαν σ' αυτά, ίχνη των Αμαζόνων και των Ναϊάδων. Την προέλευση και την σημασία των απολιθωμάτων είχαν αντιληφθεί οι αρχαίοι από τον 6ο π.Χ. αιώνα. Ο ποιητής και φιλόσοφος Ξενοφάνης (570 - 475 π.Χ.) θεωρείται ο πρώτος γεωλόγος, γιατί έβγαλε το συμπέρασμα από τα ευρήματά του στα τριτογενή στρώματα στις Συρακούσες και στη Μάλτα, πως η επιφάνεια της γης πέρασε από αλλεπάλληλες μεταβολές. Ο Πλάτων (Κριτίας 4-111) θρηνούσε την χαμένη ομορφιά του Αττικού τοπίου, που στα χρόνια της Ατλαντίδας - 9.000 χρόνια προ της εποχής του - ήταν η ομορφότερη από κάθε άλλη χώρα. Ο Ηρόδοτος (7-127) αναφέρει ότι οι καμήλες του Ξέρξη κατασπαράχθηκαν από λέοντες στην Μακεδονία. Τόσο ο Όμηρος όσο και οι μεταγενέστεροι ποιητές, χαρακτηρίζουν την «Αιγηίδα» ως δασότοπο. Στα χρόνια του Παυσανία η αρκούδα ζούσε στην Πάρνηθα, πάνθηρες και λύκοι ζούσαν στην Θράκη και Μακεδονία. Ο Αριστοτέλης μιλά για την ύπαρξη λεονταριών στις παραποτάμιες περιοχές του Αχελώου και Νέστου. Επειδή ο Ελληνικός πολιτισμός είναι κατά χιλιάδες χρόνια αρχαιότερος από άλλους, οι ανάγκες των ανθρώπων ξεκίνησαν πολύ νωρίτερα, και όλες, καλύπτονταν από την φύση^ αλλά λόγω της συμπεριφοράς τους, η σχέση δεν έγινε ανταγωνιστική, και διατηρήθηκε το τοπίο μέχρι τις μέρες μας, ενώ εμείς επιμελώς επιταχύνουμε την αφάνισή του.
Ας προσεγγίσουμε όσο μας επιτρέπει ο χώρος και ο χρόνος, τον μύθο και τις λατρείες των αρχαίων.
ΧΛΩΡΙΣ το όνομα της ομώνυμης Θεάς της βλάστησης στην μυθολογία. Στο έργο της βοηθούσαν οι Ώρες, κόρες της Θέμιδος και του Δία και ακόλουθοι του Ήλιου. Προστάτευαν την ανάπτυξη και την ευημερία, και με την ιδιότητα αυτή ρύθμιζαν τις εποχές της βλάστησης. Οι Ωκεανίδες προστάτιδες των νερών είχαν την ευθύνη για την ανάπτυξη των φυτών και φρόντιζαν για το υγρό στοιχείο του Ωκεανού.
Στον παντοδύναμο Δία ήταν αφιερωμένη η Δρυς, που είναι ίσως το πιο γερό δένδρο. Στην Δωδώνη καλούσαν τον Δία, κάτω από μια Δρυ και όταν ο Θεός δέχονταν τις παρακλήσεις των πιστών, τα φύλλα άρχιζαν να μουρμουρίζουν.
Η πίτυς των αρχαίων, το αειθαλές πεύκο της Μεσογείου, ήταν το αγαπημένο δένδρο της θεομήτορος Ρέας, κόρη του Ουρανού και της Γης.
Το έλατο ήταν αφιερωμένο στον Θεό Πάνα.
Η άσπρη λεύκα συμβόλιζε με την διχρωμία των φύλλων της την χθόνια λατρεία. Η σκουρόχρωμη πλευρά ήταν ο κάτω κόσμος και η ανοιχτόχρωμη ο επάνω. Έτσι ο μύθος λέει πως ο Ηρακλής γύρισε από των κάτω κόσμο, μ' ένα στεφάνι από φύλλα λεύκας, όταν νίκησε τον Κέρβερο.
Δάφνη, ήταν το όνομα νύμφης, κόρης του Θεού ποταμού Λάδωνα, που την είχε ερωτευτεί ο Απόλλων. Η δάφνη ήταν αφιερωμένη στον Απόλλωνα, στον οποίο χρησίμευσε και σαν μέσο καθαρμού χάρη στο άρωμά της. Ο μύθος αναφέρει πως όταν ο Απόλλων σκότωσε τον δράκο Πύθωνα, πλύθηκε στα νερά του ποταμού και μπήκε, καθαρός μ' ένα στεφάνι Δάφνης στους Δελφούς, εκεί όπου ακόμη και σήμερα φυτρώνουν Δάφνες.
Ο καρπός της ροδιάς με τους άφθονους κρυστάλλινους κόκκινους κόκκους, ήταν σύμβολο ζωής και γονιμότητας. Η ροδιά ήταν αφιερωμένη στην Ήρα, προστάτιδα του γάμου και της γέννησης. Στο ναό της στο Άργος, ο Παυσανίας (2-19-3) θαύμασε, το χαμένο σήμερα χρυσελεφάντινο άγαλμα της Θεάς, που κρατούσε στο χέρι ένα ρόδι.
Ανάμεσα στα λουλούδια της μυθολογίας είναι και ένα είδος καπουτσίνου, που έχει το όνομα του Αίαντα του πιο γενναίου από τους Έλληνες ήρωες μετά τον Αχιλλέα. Στην διαμάχη για το ποιος θα πάρει τα όπλα του Αχιλλέα, ο Αίας αναγκάστηκε να υπακούσει στη διαιτησία της Αθηνάς και να δώσει τα όπλα στον Οδυσσέα. Με την αγανάκτησή του ο Αίας τρελάθηκε και αποφάσισε ν' αυτοκτονήσει. Από το αίμα του φύτρωσε ένα λουλούδι, που στα πέταλά του παρουσιάστηκαν τα στοιχεία ΑΙ, τα αρχικά γράμματα από το όνομα του θρυλικού ήρωα (Οβίδιος 13-397). Το τραγικό τέλος του Αίαντα που ρίχτηκε πάνω στο σπαθί του, έδωσε αφορμή για πολλές παραστάσεις στην αρχαία τέχνη.
Πολλοί είναι οι μύθοι για το τραγουδισμένο από τον Όμηρο τριαντάφυλλο, που έδινε ένα μυρωδάτο λάδι. Ασφαλώς το λουλούδι αυτό πρέπει να ήταν το άγριο τριαντάφυλλο. Ο Οβίδιος (10-728) λέει πως φύτρωσε από το αίμα του Άδωνι, ενώ άλλες πηγές το θέλουν από το αίμα της Αφροδίτης. Το εκατόφυλλο τριαντάφυλλο του Διονύσου μας οδηγεί στο Παγγαίο, όπου ο Μακεδόνας βασιλιάς Μίδας διατηρούσε κήπους με τριανταφυλλιές.
Ο Πάνας κυνηγούσε μια Αμαδρυάδα της Αρκαδίας, τη Σύριγγα. Όταν όμως πήγε να την πιάσει, οι αδελφές της την μεταμόρφωσαν σε καλαμιά. Έτσι ο Πάνας έκοψε μερικά καλάμια, τα ένωσε με κερί σε διαφορετικά μήκη, και φυσώντας στην άκρη τους δημιούργησε τον ποιμενικό αυλό.
Στεφάνια και λουλούδια, φύλλα, κλαριά, καρποί, χρησιμοποιούνταν πολύ στην αρχαιότητα, γιατί άρεσε στους Έλληνες να στολίζουν τον εαυτό τους και το σπίτι τους. Τα στεφάνια χρησίμευαν στις τελετές, στις λιτανείες και σαν προσφορά στους Θεούς. Το ανθοστέφανο αποδίδεται στον Διόνυσο, που πρώτος μεταχειρίστηκε κλαδιά κισσού. Στην αρχή άλλωστε, μόνο οι Θεοί είχαν δικαίωμα να φορούν στεφάνια. Σαν έκφραση ευγνωμοσύνης στους Θεούς έβαζαν στεφάνια από λουλούδια στα καράβια που γύριζαν σώα. Οι κανόνες ήταν αυστηροί για το είδος του στεφανιού, που θα φορούσαν για κάποιο συγκεκριμένο σκοπό. Τα αειθαλή φυτά έδιναν στεφάνια για τους Θεούς, σαν σύμβολο θείας αιωνιότητας. Αργότερα η συνήθεια αυτή διαδόθηκε στα τιμητικά στεφάνια από φύλλα δάφνης, ελιάς, πεύκου. Με λουλούδια αγρού στόλιζαν τους βωμούς και τα αγάλματα.
Στην τελετή του γάμου του Ιάσονα με την Μήδεια, όλοι οι Αργοναύτες φορούσαν στεφάνια λουλουδιών. Τα χρυσά και ασημένια στεφάνια, που ήταν ταφικές προσφορές στους νεκρούς, συμβόλιζαν την νίκη της ψυχής στην επίγεια ζωή. Το άγριο σπαθόχορτο ήταν ίσως ο υάκινθος των αρχαίων, που είχε φυτρώσει - από τον κατά λάθος σκοτωμένο από τον Απόλλωνα - Υάκινθο, και που έχει στα πέταλά του τα πένθιμα στοιχεία του απελπισμένου Θεού. Μπορεί όμως το σπαθόχορτο να ήταν και το «κοσμοσάνδαλο» των αρχαίων, με το οποίο στόλιζαν τα αγόρια, στις τελετές της Δήμητρας. Και το κοσμοσάνδαλο είχε στα πέταλά του τα πένθιμα στοιχεία ΔΔ ή ΑΑ σαν έκφραση του θρήνου της Δήμητρας για την απαγωγή της Περσεφόνης.
Ο ίταμος ήταν πάλι αφιερωμένος στις Ερινύες, τις χθόνιες θεότητες της εκδίκησης, που τιμωρούσαν τις ανθρώπινες ασέβειες με το δηλητήριο αυτού του δένδρου. Η τοξικότητα αυτή ήταν γνωστή από πολύ παλιά. Πραγματικά, πεντακόσια γραμμάρια από τα φύλλα του, μπορούν να σκοτώσουν ένα άλογο. Η Άρτεμις χρησιμοποιούσε βέλη δηλητηριασμένα με ίταμο. Με εντολή της μητέρας της και με τέτοια βέλη, σκότωσε τα παιδιά της Νιόβης, που καυχιόταν για την πολυτεκνία της σε σύγκριση με την Λητώ.
Η Σμυρτιά ή Μυρτιά με τα καταπράσινα φύλλα της, το λεπτό άσπρο λουλούδι και την ευχάριστη μυρωδιά, ήταν σύμβολο της ομορφιάς και της νεότητας. Ήταν αφιερωμένη στην Πάφιο Αφροδίτη, που όταν βγήκε από την θάλασσα έκρυψε την ακάλυπτη ομορφιά της πίσω από ένα θάμνο Σμυρτιάς.
Στην προσπάθεια ν' «αναβιώσω» την Ελληνική αρχαιότητα (και ως μυθολογία και ως ιστορική πραγματικότητα), μέσω των φυτών της σημερινής Ελλάδας, και για ν' αποφύγω το θέμα μας να γίνει μεγάλο, σ' αυτό το τεύχος εκτός από την εισαγωγή, αναφέρθηκα σύντομα στην χλωρίδα και την πανίδα και ασχολήθηκα ενδεικτικά με τον μύθο και την λατρεία. Η επόμενη ενότητα θα αφορά τα θεραπευτικά και «μαγικά» βότανα. Έτσι σιγά σιγά θα ξεδιπλωθεί μπροστά μας το πολύχρωμο πανόραμα αυτού του τοπίου με τα λουλούδια, τα φρούτα, τα δένδρα του με όλη την ομορφιά και την μυστηριακή του εικόνα, που ίσως έως τώρα περνούσε απαρατήρητη...
Μελία Ινάχου
tetraktys.org
Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις