Της Έλενας Δανάλη, από το ελληνικό γραφείο της Greenpeace
Το μοντέλο της βιώσιμης Γεωργίας, τμήμα του οποίου αποτελεί η βιολογική γεωργία, είναι το μόνο που μπορεί να εξασφαλίσει το παρόν και το μέλλον της ίδιας της γεωργίας αλλά και της παραγωγής ασφαλής τροφής στην Ελλάδα, αφού είναι το μόνο μοντέλο που δεν εξαρτάται από μεταλλαγμένα και χημικά φυτοφάρμακα και εφαρμόζει ήπιες πρακτικές που
προστατεύουν το έδαφος, το νερό, το κλίμα και τη βιοπικοιλότητα της χώρας. Το μοντέλο της βιώσιμης Γεωργίας είναι ασφαλές, εφικτό και συμβαίνει ήδη!
Στην Ελλάδα, όπου ο τομέας της αγροτικής ανάπτυξης χρειάζεται επειγόντως τόνωση και ενίσχυση, το μοντέλο της βιώσιμης γεωργίας εφαρμόζεται ήδη στην καλλιέργεια των ελληνικών κτηνοτροφικών φυτών, όπως το κουκί, το ρεβίθι, το μπιζέλι και το λούπινο.
Τα «ταπεινά» αυτά ψυχανθή της ελληνικής γης είναι από τις πιο θρεπτικές τροφές όχι μόνο για τον άνθρωπο, αλλά και για τα ζώα. Ονομάζονται κτηνοτροφικά φυτά γιατί έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη και μπορούν να αντικαταστήσουν επάξια την εισαγόμενη (και συχνά μεταλλαγμένη) σόγια στις ζωοτροφές των ζώων που παράγουν αυγά, κοτόπουλα, χοιρινά, γάλα και λοιπά γαλακτοκομικά προϊόντα.
Όχι μόνο δεν είναι μεταλλαγμένα, αλλά επιπλέον προστατεύουν το περιβάλλον και την υγεία μας, αφού απαιτούν ελάχιστα ως καθόλου φυτοφάρμακα και λιπάσματα. Η χρήση τους στην κτηνοτροφία μπορεί να τονώσει την απασχόληση στον αγροτικό τομέα που τόσο την χρειάζεται αυτή τη δύσκολη περίοδο. Μερικά από τα σημαντικότερα οφέλη των ελληνικών κτηνοτροφικών φυτών:
1. Δεν είναι μεταλλαγμένα. Οι σπόροι τους δεν ελέγχονται και δεν πατεντάρονται από τους πολυεθνικούς κολοσσούς αγροτεχνολογίας.
2. Μειώνουν σημαντικά την αντίστοιχη "αιμορραγία" συναλλάγματος.
3. Δεν χρειάζονται λιπάσματα. Λειτουργούν τα ίδια ως φυσικό λίπασμα και αυξάνουν την απόδοση των καλλιεργειών.
4. Απαιτούν ελάχιστα ζιζανιοκτόνα και φυτοφάρμακα. Αυτό δεν σημαίνει μόνο προστασία του περιβάλλοντος και της υγείας μας. Σημαίνει και χαμηλότερα κόστη παραγωγής για τους αγρότες.
5. Δεν χρειάζονται πότισμα και καλλιεργούνται παντού. Ευδοκιμούν σε εδάφη χαμηλής γονιμότητας, σε χαμηλές θερμοκρασίες και είναι ιδιαίτερα ανθεκτικά στην ξηρασία.
6. Αυξάνουν την προστιθέμενη αξία των ελληνικών ζωικών προϊόντων. Ενισχύουν τα συγκριτικά πλεονεκτήματά τους, στην εξαιρετικά ανταγωνιστική αγορά ζωικών προϊόντων.
7. Ανοίγουν ορίζοντες για απασχόληση και τοπική ανάπτυξη μέσα από νέες καλλιέργειες και δημιουργούν ευκαιρίες για ενασχόληση με την αγροτική παραγωγή και επιστροφή στην περιφέρεια.
8. Μπορούν να αντικαταστήσουν μη ανταγωνιστικές και περιβαλλοντικά ζημιογόνες, γεωργικές δραστηριότητες (όπως ο καπνός) ή να ξεκουράσουν τα εξαντλημένα από τη συνεχόμενη μονοκαλλιέργεια των σιτηρών, σταροχώραφα.
9. Εμπλουτίζουν τα εδάφη της χώρας. Αρκετά από τα ελληνικά εδάφη είναι πολύ φτωχά και η καλλιέργεια ψυχανθών αποτελεί ένα φυσικό τρόπο εμπλουτισμού των χωραφιών.
Αντί λοιπόν οι εταιρείες παραγωγής ζωικών προϊόντων να εισάγουν σόγια, που τις περισσότερες φορές είναι μεταλλαγμένη, οφείλουν να επενδύσουν στη χώρα μας. Να στηρίξουν τους Έλληνες παραγωγούς αυτή τη δύσκολη περίοδο και να δημιουργήσουν τη ζήτηση για περισσότερη καλλιέργεια ελληνικών κτηνοτροφικών φυτών, όπως το κουκί, το ρεβίθι, το
μπιζέλι και το λούπινο.
Ιδού η μαρτυρία του Σπύρου, παραγωγού ζωοτροφών από τα Δερβενοχώρια Θηβών, που φύτεψε ψυχανθή: «Φύτεψα κουκί! Είναι μια καλλιέργεια με καλή απόδοση και λίγο κόπο. Χρειάζεται λίγο πότισμα και λίπασμα και την ίδια στιγμή εμπλουτίζει το χωράφι μου για τις επόμενες σοδειές. Σκοπεύω να φυτέψω κι άλλο, αλλά δεν ξέρω αν τελικά θα μπορέσω
να το πουλήσω. Αν είχα ένα σταθερό συμβόλαιο με μια γαλακτοβιομηχανία, τα πράγματα θα ήταν πολύ καλύτερα για την οικογένειά μου και όχι μόνο. Ο κόσμος θα πίνει καθαρό ελληνικό γάλα από ζώα που τρέφονται με καθαρές, πατροπαράδοτες ζωοτροφές».