Του ΘΩΜΑ ΨΥΡΡΑ, βουλευτή ΔΗΜΑΡ Λάρισας
Πρόσφατα στην Επιτροπή Παραγωγής κι Εμπορίου της Βουλής ήρθε το θέμα της φέτας και σε δύο συνεδριάσεις συζητήθηκε διεξοδικά με τους αρμόδιους υπουργούς Θανάση Τσαυτάρη και Νότη Μηταράκη. Άλλωστε υπήρχε σχετικό κείμενο που υπέγραψαν βουλευτές από διαφορετικά κόμματα της Βουλής - ανάμεσα σ' αυτούς και του υπογραφόμενου κι άλλων βουλευτών της ΔΗΜΑΡ.
Βεβαίως, ως είθισται, δεν έλειψαν οι δραματικοί τόνοι και οι υπερβολές, ωστόσο εκείνο που δεν συζητήθηκε -ίσως γιατί θεωρήθηκε άκαιρο- ήταν η ουσία του προβλήματος και το οποίο αναδεικνύει τις παθογένειες και τα ουσιαστικά προβλήματα της ελληνικής κτηνοτροφίας.
Βεβαίως όλοι μιλούσαμε για την ελληνική φέτα. Αλλά για ποια φέτα; Γιατί πολύ συχνά αυτό που εμείς παράγουμε, ναι, τυρί είναι …
Φέτα είναι; Στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής προτιμήσαμε το ερώτημα να μην τεθεί. Ας τεθούν εδώ μια σειρά από “υπονομευτικά” ερωτήματα:
Τα πρόβατα και τα κατσίκια, που εκτρέφουμε ανήκουν σε εγχώριες φυλές (χιώτικα, καραγκούνικα κ.λ.π.);
Εισάγουμε ζώα από το εξωτερικό (Λακόν κ.λ.π.);
Εισάγουμε γάλα ιδίως από τις γειτονικές χώρες των Βαλκανίων;
Εισάγουμε ζωοτροφές;
Εισάγουμε καλλιέργειες για την τυροκόμηση;
Αν απαντήσουμε με το χέρι στην καρδιά χωρίς διάθεση να “σκεπάσουμε την κατάσταση”, θα απαντήσουμε καταφατικά. Και τότε προβάλλει αμείλικτο το ερώτημα: Για ποια παραδοσιακά τυριά μιλάμε; Που έγκειται ακριβώς η ιδιαιτερότητά τους; ή μήπως μπορούν να παραχθούν σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου; οπότε...
Αν θέλουμε λοιπόν αύριο να μην βρεθούμε μπροστά σε καταστάσεις ανεξέλεγκτες και στην ευρωπαϊκή αγορά έχοντας απέναντί μας και τους εταίρους (δεν θα αργήσουν οι Δανοί ή οι Ολλανδοί να διεκδικήσουν τη “φέτα”) και δεν φροντίσουμε από τώρα να τους αφαιρέσουμε τα ενάντια επιχειρήματα, τότε πρέπει να δράσουμε αμέσως και να μπούμε σε ένα δρόμο μεταρρυθμίσεων της ελληνικής κτηνοτροφίας.
Χρειάζεται πρωτίστως να αναγνωρίσουμε τα προβλήματα και τα λάθη μας, να εφαρμόσουμε οριζόντια μέτρα σε όλη την επικράτεια και να σχεδιάσουμε την ανάπτυξη και τα παραδοτέα ανάλογα με την περιοχή.
Τα ντόπια προϊόντα έχουν τη δυνατότητα να είναι υψηλής ποιότητας. Αυτό όμως δεν αποδεικνύεται σήμερα. Το σύστημα πρέπει να αρχίσει να λειτουργεί από την αρχή σε νέες βάσεις.
Οι παραγωγοί πρέπει, για να προστατέψουν τους εαυτούς τους, να προσαρμοστούν στα σύγχρονα δεδομένα.
Οι μεταποιητές και οι έμποροι πρέπει να προσαρμοστούν στις σύγχρονες απαιτήσεις και παράλληλα να γίνουν σύμμαχοι και συνεργάτες με τους παραγωγούς.
Οι επιστήμονες πρέπει να αναπτύξουν και να εγκαταστήσουν συστήματα ποιότητας και υγιεινής «από τον στάβλο μέχρι το τραπέζι» και «από το τραπέζι στον στάβλο» τα οποία θα είναι προσαρμοσμένα στις τοπικές εδαφο-κλιματολογικές και κοινωνικοοικονομικές συνθήκες.
Οι καταναλωτές πρέπει να αρχίσουν να ενδιαφέρονται για την ποιότητα των τροφίμων που αγοράζουν και να ετοιμαστούν να πληρώσουν το κόστος της διασφάλισης της υγείας τους.
Δεν πρέπει να λησμονεί κανείς ότι η λειτουργία του συστήματος της κτηνοτροφίας είναι πολυδιάστατη και επομένως απαιτεί:
Διαρκή διάχυση τεχνογνωσίας και τεχνολογίας (επιμόρφωση), διαρκή εκσυγχρονισμό των εκμεταλλεύσεων, υπηρεσίες υποστήριξης, τεχνική υποδομή στην ενδοχώρα, εφαρμογή συστημάτων διαχείρισης των φυσικών πόρων στους οποίους στηρίζεται, διαχείριση των προϊόντων που παράγονται. Χρειάζεται να υπάρξουν αδειοδοτήσεις “one stop shop”, έτσι ώστε να μπορεί ο κτηνοτρόφος να παίρνει πληροφορίες από ένα μόνο γραφείο.
Χρειάζεται εκπόνηση σχεδίων σταβλικών εγκαταστάσεων (5-6 ανά είδος ζώου σε κάθε περιφέρεια) από διεπιστημονική ομάδα σε συνεργασία με τον κτηνοτρόφο και χωρίς δεσμευτική εφαρμογή · χρειάζεται διαμόρφωση των στόχων των προγραμμάτων βελτίωσης ως προς την ποιότητα, την υγεία των ζώων, τα ασφαλή προϊόντα, την προσαρμοστικότητα · χρειάζεται εφαρμογή σύγχρονων μεθόδων αναπαραγωγής, όπως μεταφορά εμβρύων, in vitro γονιμοποίηση, προμήθεια φυλοπροσδιορισμένου σπέρματος, κ.ά.
Χρειάζεται να δημιουργήσουμε πυρήνες καθαρών φυλών για τη διάθεση γενετικού υλικού.
Όταν λοιπόν δημιουργήσουμε πολυφυτικούς λειμώνες, όταν αυξήσουμε την παραγωγή χονδροειδών ζωοτροφών και δημητριακών καρπών, όταν αξιοποιήσουμε τα παραπροϊόντα της αγρο-βιομηχανίας και προωθήσουμε τις καλλιέργειες κτηνοτροφικών φυτών ( ιδιαίτερα των ψυχανθών, τα οποία συμβάλλουν στη μείωση της νιτρορρύπανσης), όταν βελτιώσουμε και διαχειριστούμε τους βοσκότοπους (ειδικά τους ημιορεινούς και ορεινούς), τότε να είμαστε βέβαιοι ότι η φέτα και τα άλλα προϊόντα μας δεν θα κινδυνεύουν..
Γιατί θα έχουμε διατηρήσει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των προϊόντων μας, θα ικανοποιούνται οι απαιτήσεις των καταναλωτών και θ’ αυξηθεί το οικογενειακό εισόδημα των παραγωγών κτηνοτρόφων.
* Το άρθρο μου βασίστηκε στις απόψεις της Σοφίας Μπελιμπασάκη, όπως διατυπώθηκαν στην ημερίδα για την κτηνοτροφία της ΔΗΜΑΡ στα Γιάννενα στις 22-11-2013.