Του ΘΑΝΟΥ ΘΕΟΧΑΡΟΠΟΥΛΟΥ, Δρ. Αγροτικής Οικονομίας ΑΠΘ Υπεύθυνου Αγροτικού Τμήματος ΔΗΜΑΡ, τέως Ειδικού Γραμματέα Κοινοτικών Πόρων και Υποδομών Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης
Το άνοιγμα ψαλίδας τιμών των προϊόντων, δηλαδή η διαφορά της τιμής που πουλάει ο παραγωγός από την τιμή που αγοράζει ο καταναλωτής,είναι ιδιαίτερα υψηλό στην χώρα μας με αποτέλεσμα οι τελικές τιμές των προϊόντων να διαμορφώνονται σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα. Η αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος απαιτεί διαρθρωτικές εξυγιαντικές παρεμβάσεις στο όλο κύκλωμα εμπορίας των προϊόντων και όχι μεμονωμένες ενέργειες που μάλιστα δεν στηρίζονται σε επιστημονική τεκμηρίωση αλλά σε ιδεολογικές εμμονές.
H μείωση της τελικής τιμής του γάλακτος, της τιμής δηλαδή που πληρώνει ο καταναλωτής απαιτεί τέτοιου είδους διαρθρωτικές παρεμβάσεις και όχι την επιμήκυνση στη διάρκεια ζωής του γάλακτος. Το ζήτημα είναι πολυσύνθετο, γεγονός που καταδεικνύεται και από το γεγονός ότι σήμερα στην χώρα μας οι τιμές του γάλακτος μακράς διάρκειας είναι υψηλότερες από το φρέσκο έως 5 ημερών (περίπου κατά 25%). Συνεπώς γεννιέται το ερώτημα: εάν η επιμήκυνση στη διάρκεια ζωής του γάλακτος έχει ως στόχο τη μείωση της τιμής, γιατί σήμερα το γάλα μακράς διάρκειας έχει υψηλότερη τιμή;
Η τιμή που πληρώνει ο καταναλωτής είναι υπερδιπλάσια της τιμής που απολαμβάνει ο παραγωγός. Σύμφωνα εξάλλου με την έκθεση του ΟΟΣΑ αυτό το άνοιγμα ψαλίδας τιμών στο γάλα είναι υψηλότερο στην χώρα μας κατά 35% σε σχέση με τον μέσο όρο στην Ε.Ε. Το γεγονός αυτό οφείλεται σε παθογένειες που πρέπει άμεσα να αντιμετωπιστούν. Είναι απαραίτητο να συμπιεσθούν τα περιθώρια κέρδους της βιομηχανίας λιανικής των γαλακτοβιομηχανιών. Η έκθεση του ΟΟΣΑ επισημαίνει ότι αυτά τα περιθώρια κέρδους είναι υψηλά στην χώρα μας.
Η υψηλότερη τιμή παραγωγού στην χώρα μας σε σχέση με τον αντίστοιχο μέσο όρο της Ε.Ε πρέπει να συγκρίνεται με το κόστος παραγωγής γάλακτος που είναι υψηλότερο στην χώρα μας σε σχέση με τις κύριες γαλακτοπαραγωγικές χώρες της Ε.Ε. Στη χώρα μας, στον πρωτογενή τομέα οι συνθήκες είναι διαφορετικές σε σχέση με άλλες χώρες στο Βορρά. Έχουμε διαφορετικές συνθήκες ως προς την βόσκηση αλλά και ως προς το κόστος της ενέργειας. Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημανθεί ότι δεν έχουν ακόμη υλοποιηθεί οι δεσμεύσεις της κυβέρνησης για μείωση της τιμής του αγροτικού ρεύματος με καθιέρωση ειδικού αγροτικού τιμολογίου και για θέσπιση αγροτικού πετρελαίου κίνησης, δεσμεύσεις που λήφθηκαν από την περίοδο ακόμη της τρικομματικής κυβέρνησης. Επίσης, στην Ελλάδα υπάρχουν μικρές διάσπαρτες μονάδες με χρονοβόρα μεταφορά του γάλακτος με αποτέλεσμα το κόστος συλλογής και διακίνησης του γάλακτος να είναι αυξημένο.
Μπορεί να μειωθεί το κόστος παραγωγής;
Πρέπει όμως να σημειωθεί ότι το κόστος παραγωγής γάλακτος επιβαρύνεται και από συγκεκριμένες πολιτικές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο ΦΠΑ στα γεωργικά εφόδια και κυρίως στις ζωοτροφές. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε ο Πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικής Κτηνοτροφίας στην πρόσφατη Εθνική Συνδιάσκεψη για την κτηνοτροφία, το κόστος των ζωοτροφών, το 2012 αποτέλεσε το 38% του κόστους των εισροών στη παραγωγή.
Η Δημοκρατική Αριστερά έχει ήδη τοποθετηθεί σχετικά με την αναγκαιότητα σημαντικών τροποποιήσεων στο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής της χώρας. Στο πλαίσιο αυτό πρέπει να επιδιωχθεί άμεσα η μείωση του ΦΠΑ σε χαμηλά κλιμάκια στα αγροτικά εφόδια: ζωοτροφές, λιπάσματα, φυτοφάρμακα. Για να αποτελέσει δε η κτηνοτροφία και ο πρωτογενής τομέας βασικό πυλώνα του νέου εθνικού παραγωγικού μοντέλου χρειάζονται μέτρα μείωσης του κόστους παραγωγής.
Ακόμη και για ζητήματα όμως, όπως της μείωσης ΦΠΑ στις ζωοτροφές που υπήρχε στην προγραμματική συμφωνία της τρικομματικής κυβέρνησης του 2012 κι αποτέλεσε αίτημα του Προέδρου της ΔΗΜΑΡ στη Βουλή και οδήγησε και στη δέσμευση του Πρωθυπουργού τον Φεβρουάριο του 2013,πλέον στη νέα προγραμματική συμφωνία ΝΔ-ΠΑΣΟΚ αναφέρεται ότι "μείωση του ΦΠΑ θα ακολουθήσει και σε όλες τις άλλες τις κατηγορίες, μόλις το επιτρέψει η δημοσιονομική κατάσταση" δηλαδή μετατίθεται πλέον αόριστα για το μέλλον.
Συνεχίζει δηλαδή η χώρα μας να έχει το υψηλότερο ΦΠΑ στις ζωοτροφές (13%) από όλες τις χώρες της ευρωζώνης. Την ίδια στιγμή που, στην Ελλάδα οι εγχώριες ζωοτροφές επιβαρύνονται σε όλη την αλυσίδα της παραγωγής τους με ΦΠΑ 13%, στην Ευρώπη οι ζωοτροφές συνεχίζουν να παράγονται με ΦΠΑ στη Γερμανία 7%, στην Ολλανδία στο 6% ή ακόμα και 4% στην Ιταλία και την Ισπανία. Ο ανταγωνισμός για τις εγχώριες βιομηχανίες παραγωγής ζωοτροφών είναι μεγάλος. Ταυτόχρονα έχουμε αύξηση των εισαγωγών στις ζωοτροφές, για τις οποίες δαπανιέται μεγάλο χρηματικό ποσό, επιβαρύνοντας το ήδη παθητικό ισοζύγιο.
Ο πρωτογενής τομέας χρειάζεται ανασυγκρότηση
Είναι φανερό, λοιπόν, ότι ενώ υπάρχει γενική παραδοχή ότι ο πρωτογενής τομέας μπορεί να αποτελέσει βασικό πυλώνα παραγωγικής ανασυγκρότησης, η πρόταση του Υπουργού Ανάπτυξης για τη διάρκεια ζωής του γάλακτος δείχνει ότι η κυβέρνηση συνεχίζει να μην έχει ξεκάθαρη στρατηγική. Η πρόταση αυτή έρχεται την στιγμή που έχει τεθεί ως κύριος στόχος η μείωση του ελλείμματος στο εμπορικό ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων και η μετατροπή του από ελλειμματικό σε πλεονασματικό. Στόχος που για να επιτευχθεί απαιτεί πολιτική στήριξης της εγχώριας κτηνοτροφίας και της κτηνοτροφικής παραγωγής με στροφή προς την παραγωγή κτηνοτροφικών προϊόντων όπου η χώρα μας είναι έντονα ελλειμματική.
Η χώρα πρέπει άμεσα να αποκτήσει όραμα και εθνικό σχέδιο για την ανάπτυξη της γεωργικής και κτηνοτροφικής πολιτικής. Η μείωση της τιμής των προϊόντων στο ράφι είναι απαραίτητη και ειδικά για το γάλα απαιτούνται διαρθρωτικές εξυγιαντικές παρεμβάσεις στο κύκλωμα εμπορίας, μείωση του ΦΠΑ στις ζωοτροφές, πολιτική παραγωγής εγχώριων ζωοτροφών, δημιουργία οικονομιών κλίμακας μέσω και των συλλογικών μορφών δραστηριοποίησης των παραγωγών. Πρέπει άμεσα να εγκαταλείψει η Κυβέρνηση και ο Υπουργός Ανάπτυξης τους πειραματισμούς με την επιμήκυνση στη διάρκεια ζωής του γάλακτος.
Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις