Με πληθυσμό πάνω από 500 εκατομμύρια η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μία από τις μεγαλύτερες αγορές παγκοσμίως. Ειδικά για τις μικρές και τις μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις (ΜΜΕ), υπάρχουν πολλές ευκαιρίες να προσφέρουν τα αγαθά και τις υπηρεσίες τους όχι μόνο στις δικές τους χώρες, αλλά και στα υπόλοιπα 27 κράτη-μέλη της ΕΕ.
Ωστόσο, πολλές επιχειρήσεις, κυρίως μικρές, απορρίπτουν τις διασυνοριακές συναλλαγές. Οι λόγοι για αυτό ποικίλλουν σε μεγάλο βαθμό. Ένα από τα μεγαλύτερα εμπόδια για πολλούς επιχειρηματίες είναι ότι δεν γνωρίζουν εάν ένας πελάτης σε μία άλλη χώρα της ΕΕ θα πληρώσει εγκαίρως τους λογαριασμούς του ή ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος για να προχωρήσει περαιτέρω σε περίπτωση που συμβεί κάτι τέτοιο και οδηγηθεί σε αθέτηση της πληρωμής.
Οι παρούσες κατευθυντήριες γραμμές έχουν σκοπό την υποστήριξη των ΜΜΕ στην εκτέλεση των διασυνοριακών απαιτήσεων με δύο διαφορετικούς τρόπους:
● περιγράφοντας τα μέτρα που μπορεί να πάρει ένας επιχειρηματίας από τη χρονική στιγμή υποβολής προσφοράς μέχρι και το σημείο έναρξης της ευρωπαϊκής διαδικασίας με σκοπό την πρόληψη και την αποφυγή επισφαλών απαιτήσεων,
● περιγράφοντας τα μέτρα που είναι διαθέσιμα σε έναν επιχειρηματία σε περίπτωση που προκύψει μία πραγματική υπόθεση επισφαλούς απαίτησης.
Πρακτικά όλες οι επιχειρήσεις στην Ευρώπη είναι ΜΜΕ, το 90 % των οποίων είναι μικρές επιχειρήσεις. Ως μικρές επιχειρήσεις χαρακτηρίζονται αυτές που έχουν λιγότερο από 10 εργαζόμενους και όπου οι ιδιοκτήτες ή οι διαχειριστές της επιχείρησης – οι οποίοι συχνά περιλαμβάνουν τα μέλη της οικογένειάς τους – συμμετέχουν εντατικά σε κάθε τομέα των επιχειρήσεων. Ωστόσο αυτές οι μικρές επιχειρήσεις παρέχουν το 53 % όλων των θέσεων εργασίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Για το λόγο αυτό – και για λόγους σαφήνειας – όλες οι διαστάσεις της επιτυχημένης διαχείρισης διασυνοριακών απαιτήσεων επεξηγούνται με βάση το παράδειγμα μιας μη πραγματικής αλλά
τυπικής μικρής επιχείρησης.
Δείτε τον Οδηγό εδώ.