Η παγκόσμια κατάταξη των χωρών ως προς το κατά κεφαλήν ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) το 2011 θέτει την Ελλάδα στην 36η θέση, δίπλα σε χώρες όπως η Νέα Ζηλανδία, η Τσεχία, η Σαουδική Αραβία. Η αντίστοιχη κατάταξη ως προς την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας το 2011 της δίνει την 90ή θέση, κοντά σε χώρες όπως η Αλγερία, η Αρμενία, η Γεωργία, ο Λίβανος.
Κατά κανόνα, το εγχώριο προϊόν μιας χώρας είναι υψηλό όταν η ανταγωνιστικότητά της δημιουργεί προϊόντα με επιτυχημένη παρουσία στη διεθνή αγορά. Κατά κανόνα, οι θέσεις των χωρών στις δύο παγκόσμιες κατατάξεις δεν απέχουν πολύ. Η Ελλάδα αποτελεί την εντυπωσιακή εξαίρεση από τους κανόνες.
Η οικονομική λογική ορίζει ότι μια έντονη στρέβλωση δεν μπορεί να διαρκέσει. Οταν υστερείς σε ανταγωνιστικότητα, θα πέσει το ΑΕΠ μέχρι να πλησιάσουν τα δύο μεγέθη. Η οικονομία μιας χώρας είναι μεν πολυπλοκότερο σύστημα, αλλά δεν παύει να μοιάζει με ένα μαγαζί όπου, μακροπρόθεσμα, τα έξοδα δεν γίνεται να υπερβαίνουν τα έσοδα. Ούτε ο νεοφιλελευθερισμός, ο σοσιαλισμός ή ο πατριωτισμός, ούτε κάποια νομική, συνδικαλιστική ή θρησκευτική προσέγγιση μπορούν να ανατρέψουν τα απλά μαθηματικά.
Για να συγκλίνουν τα δύο μεγέθη, υπάρχει ο δύσκολος και μακρύς δρόμος της αύξησης της ανταγωνιστικότητας. Χρειάζεται όμως η κοινωνία να ξεπεράσει τον εαυτό της, να αρθούν εμπόδια, όπως η διαφθορά, η γραφειοκρατία και το διογκωμένο Δημόσιο, να δημιουργηθούν έμπνευση και καινοτομία, να αξιοποιηθεί θαρραλέα η τεχνολογία. Η ανάπτυξη απαιτεί ξένες επενδύσεις που προϋποθέτουν, μεταξύ άλλων, μείωση του κόστους εργασίας.
Για να αυξηθούν οι εξαγωγές, πρέπει να παραχθούν αγαθά και υπηρεσίες ελκυστικά για τον υπόλοιπο κόσμο, παράλληλα η πώληση ακινήτων σε ξένους μπορεί να αποτελέσει μια συμπληρωματική έμμεση εξαγωγική δραστηριότητα.
Ο άλλος δρόμος είναι η μείωση του ΑΕΠ μέχρι το επίπεδο της χαμηλής ανταγωνιστικότητας. Πόσο δηλαδή; Η Ελλάδα ως προς το κατά κεφαλήν ΑΕΠ πέρασε τα τελευταία χρόνια από την 27η στην 36η θέση και, αν δεν βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα, η πορεία οδηγεί τουλάχιστον στην 90ή. Με μια πρόχειρη γραμμική εκτίμηση προκύπτει ότι στην περίπτωση αυτή μισθοί, συντάξεις, ενοίκια, τιμές ακινήτων κ.λπ. θα διαιρούνταν περίπου διά τρία.
Ο πάτος λοιπόν βρίσκεται πολύ χαμηλά. Η ανεπάρκεια στις εξαγωγές ανταγωνιστικών αγαθών και υπηρεσιών κινδυνεύει να οδηγήσει σε πραγματική φτώχεια και δραματικές συνέπειες, όπως η μαζική εξαγωγή ικανών νέων ανθρώπων, που θα αξιοποιούνται σε άλλες χώρες, εξαιτίας της υψηλότατης ανεργίας στη δική τους. Πρόκειται για εφιαλτικό αλλά χρήσιμο σενάριο, διότι αποκαλύπτοντας τα πραγματικά όρια της στρέβλωσης βοηθά στην κατανόηση του μεγέθους και της φύσης της.
Η λύση είναι ανέφικτη αν η κοινωνία δεν συνειδητοποιήσει τα δεδομένα. Το πρόβλημα δεν έχει γίνει ακόμα κατανοητό, αφού π.χ. ζητείται να μειώνονται οι τιμές των προϊόντων παράλληλα με τις αμοιβές, ώστε να διατηρηθεί η αγοραστική δύναμη. Πώς να συμβεί αυτό όταν τα περισσότερα αγαθά δεν παράγονται στη χώρα αλλά εισάγονται; Το πολιτικό προσωπικό και οι διαμορφωτές της κοινής γνώμης φέρουν μεγάλη ευθύνη διότι υπέθαλψαν τη λαϊκίστικη γκρίνια περί μη αντοχής της κοινωνίας, αντί να εξηγήσουν, να προετοιμάσουν τους πολίτες, να παραδειγματιστούν από τα χειρότερα, όπως η μεταβατική περίοδος που ακολούθησε τον υπαρκτό σοσιαλισμό, να φροντίσουν για την επούλωση των κοινωνικών τραυμάτων.
Η πολιτική δεν μπορεί να αλλάξει τα μαθηματικά δεδομένα, μπορεί όμως να επηρεάσει αποφασιστικά τον τρόπο προσαρμογής. Π.χ. η πολιτική επιλογή της δραχμής με διαδοχικές υποτιμήσεις είναι τρόπος δραστικός αλλά κοινωνικά βάρβαρος. Η πολιτική σταδιακής προσαρμογής με μείωση δαπανών και εκσυγχρονισμό απαιτεί ομαλότητα στο εσωτερικό και στήριξη από το διεθνές περιβάλλον.
Πολιτικές αντίστασης εναντίον των απαραίτητων αλλαγών είναι ανεδαφικές. Ερχονται σε αντίθεση με την απλή αριθμητική, την οποία χρησιμοποίησε ο γράφων, χωρίς βέβαια να διεκδικεί ειδικότητα στην οικονομική επιστήμη. Αν τα στοιχεία έχουν ερμηνευθεί σωστά, τότε κανένα πακέτο μέτρων δεν θα είναι το τελευταίο μέχρις ότου αρθεί η στρέβλωση.
Οφείλει ο πολίτης να καταλάβει ότι οι θέσεις που κατέχει η χώρα στους διεθνείς πίνακες κατά κεφαλήν ΑΕΠ και ανταγωνιστικότητας οπωσδήποτε θα πλησιάσουν, είτε με μέτρα και στήριξη από το εξωτερικό είτε με ανεξέλεγκτο και πολύ πιο οδυνηρό τρόπο.
[Του Κίμωνα Χατζημπίρου, καθηγητή στο ΕΜΠ, από ΤΑ ΝΕΑ]