Η αγορά εργασίας της ΕΕ ανακάμπτει σταδιακά και, για πρώτη φορά από το 2011, το ΑΕΠ, η απασχόληση και τα εισοδήματα των νοικοκυριών αυξάνονται. Ωστόσο, η μακροχρόνια ανεργία εξακολουθεί να διογκώνεται, ενώ η κατάσταση των νοικοκυριών με χαμηλό εισόδημα δεν έχει βελτιωθεί.
Αυτά είναι μερικά από τα βασικά συμπεράσματα της τελευταίας τριμηνιαίας επισκόπησης της απασχόλησης και κοινωνικής κατάστασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η επισκόπηση υπογραμμίζει, επίσης, τις επίμονες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες όσον αφορά την ανεργία και την υποαπασχόληση και ενημερώνει για τις πρόσφατες τάσεις όσον αφορά την κινητικότητα των εργαζομένων, επιβεβαιώνοντας τα υψηλότερα ποσοστά απασχόλησης για τους μετακινούμενους εργαζόμενους και το ολοένα υψηλότερο μορφωτικό τους επίπεδο.
Ο αρμόδιος επίτροπος για θέματα απασχόλησης, κοινωνικών υποθέσεων και κοινωνικής ένταξης, κ. László Andor, δήλωσε: «Πολλοί άνθρωποι εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες στην εύρεση εργασίας, ιδίως όσοι έχουν παραμείνει άνεργοι για μεγάλο χρονικό διάστημα. Όπως τονίζεται στις ειδικές ανά χώρα συστάσεις του 2014, τα κράτη μέλη πρέπει να κάνουν περισσότερα για την υποστήριξη της δημιουργίας θέσεων εργασίας και την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού, ιδίως μέσω των ενεργών πολιτικών για την αγορά εργασίας και μεγαλύτερης κοινωνικής επένδυσης. Η παροχή σε όλους τους νέους πραγματικών ευκαιριών στην αγορά εργασίας με την υλοποίηση των "Εγγυήσεων για τη Νεολαία" αποτελεί επείγουσα προτεραιότητα και πρέπει να καταβληθούν περισσότερες προσπάθειες για να βοηθηθούν οι μακροχρόνια άνεργοι».
Μεταξύ των πρόσφατων θετικών ενδείξεων, η τριμηνιαία επισκόπηση τονίζει ότι δημιουργούνται θέσεις απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα, κυρίως στον τομέα των υπηρεσιών, ενώ η ανεργία συνεχίζει να μειώνεται, αν και σε μέτριο βαθμό. Ωστόσο, τα σημερινά επίπεδα απασχόλησης (περίπου 224 εκατομμύρια απασχολούμενοι) εξακολουθούν να είναι χαμηλότερα από τα προ της κρίσης επίπεδα (περίπου 230 εκατομμύρια απασχολούμενοι στα μέσα του 2008) και το ποσοστό ανεργίας παραμένει κοντά στα ιστορικώς υψηλά επίπεδα (10,4% στο τέλος Απριλίου 2014, ύστερα από ένα μέγιστο ποσοστό 10,9% που παρατηρήθηκε κατά το πρώτο εξάμηνο του 2013).
Υπάρχουν μεγάλες αποκλίσεις στα ποσοστά ανεργίας μεταξύ των κρατών μελών και η ποιότητα των θέσεων εργασίας εξακολουθεί να αποτελεί πηγή ανησυχίας, καθώς η αύξηση της απασχόλησης οφείλεται κυρίως στην προσωρινή και τη μερική απασχόληση. Το πιο ανησυχητικό γεγονός είναι το ότι η μακροχρόνια ανεργία εξακολουθεί να αυξάνεται στις χώρες με τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας.
Η κατάσταση της αγοράς εργασίας παραμένει πολύ δύσκολη για τους νέους κάτω των 25 ετών, με ποσοστό ανεργίας 22,5% τον Απρίλιο του 2014, ενώ η αύξηση της απασχόλησης μέχρι σήμερα έχει ωφελήσει κυρίως τους εργαζόμενους μεγαλύτερης ηλικίας (55-64). Επίσης, οι νέοι είναι εκείνοι που πλήττονται σκληρότερα από την υποαπασχόληση και αποθαρρύνονται να αναζητήσουν εργασία.
Για την υποστήριξη της μετάβασης από το σχολείο στην εργασία, η Επιτροπή πρότεινε ειδικές ανά χώρα συστάσεις προς τα κράτη μέλη σχετικά με τη βελτίωση των δημόσιων υπηρεσιών απασχόλησης, της εκπαίδευσης και της κατάρτισης, την προώθηση της μαθητείας και επειγόντως την εφαρμογή των Εγγυήσεων για τη νεολαία.
Οι γυναίκες εξακολουθούν να εργάζονται λιγότερο
Ακόμη και αν οι διαφορές μεταξύ των δύο φύλων στην ΕΕ έχουν μειωθεί τα τελευταία χρόνια, τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι η ανεργία μειώνεται λιγότερο για τις γυναίκες από ό, τι για τους άνδρες. Επιπλέον, οι γυναίκες τείνουν να είναι σημαντικά πιο υποαπασχολούμενες σε όλες τις ηλικιακές ομάδες (εργαζόμενες ακουσίως με μειωμένο ωράριο) και εξακολουθούν να υφίστανται μεγάλες διαφορές μεταξύ των χωρών όσον αφορά τα ποσοστά συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας και τα ωράρια εργασίας.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε επίσης ειδικές ανά χώρα συστάσεις σε ορισμένα κράτη μέλη ώστε να ενθαρρυνθούν οι γυναίκες να αναλάβουν εργασία, κυρίως με την παροχή ποιοτικών και οικονομικά προσιτών υπηρεσιών φύλαξης παιδιών και με τη μείωση των φορολογικών αντικινήτρων. Η αύξηση της συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας είναι ζωτικής σημασίας για την επίτευξη του στόχου της απασχόλησης που έχει τεθεί στο πλαίσιο της στρατηγικής 2020 της ΕΕ (75% των ατόμων μεταξύ 20 και 64 ετών).
Μετακινούμενοι πολίτες: πιο συχνά απασχολούμενοι και με υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο
Πρόσφατες τάσεις όσον αφορά την κινητικότητα των εργαζομένων στην ΕΕ επιβεβαιώνουν ότι οι μετακινούμενοι πολίτες της ΕΕ έχουν υψηλότερα ποσοστά απασχόλησης από τους μη μετακινούμενους και δεν χρησιμοποιούν τις παροχές κοινωνικής ασφάλισης περισσότερο από τους ντόπιους. Η ανάλυση δείχνει επίσης ότι, αν και η κινητικότητα στην ΕΕ μειώθηκε κατά τη διάρκεια της περιόδου 2010-2011, έχει αρχίσει να ανακάμπτει το 2012-2013, αν και με σημαντικές διαφορές μεταξύ των χωρών. Ειδικότερα στις χώρες που επλήγησαν περισσότερο από την οικονομική κρίση παρατηρήθηκε μεγαλύτερη μετακίνηση εργαζομένων προς άλλα κράτη μέλη, καθώς και προς τρίτες χώρες.
Σε σύγκριση με τα έτη που προηγήθηκαν της κρίσης (2004-2008), ο αριθμός των εργαζομένων που μετακινούνται εντός της ΕΕ από τις νότιες χώρες αυξήθηκε (+38%), ενώ οι ροές μειώθηκαν από την Πολωνία (-41%) και τη Ρουμανία (-33%), τις δύο πρώτες χώρες καταγωγής. Οι μετακινούμενοι εργαζόμενοι που προέρχονται από χώρες του Νότου αποτελούν πλέον το 18% των συνολικών ροών των μετακινουμένων στο εσωτερικό της ΕΕ σε σύγκριση με 11% προηγουμένως, ενώ η πλειονότητα των μετακινουμένων στο εσωτερικό της ΕΕ κατά την περίοδο 2009-2013 εξακολουθεί να προέρχεται από τα κράτη μέλη της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης (58%), παρά τη μείωση (από 65% την περίοδο 2004-08).
Οι μετακινούμενοι εργαζόμενοι της ΕΕ κατευθύνονται περισσότερο από ό,τι στο παρελθόν προς τη Γερμανία, την Αυστρία, το Βέλγιο και τις σκανδιναβικές χώρες και λιγότερο προς την Ισπανία και την Ιρλανδία, ενώ συνολικά η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο αποτελούν τις δύο κυριότερες χώρες προορισμού.
Από ηλικιακή άποψη, οι μετακινούμενοι εργαζόμενοι στο εσωτερικό της ΕΕ εξακολουθούν να είναι κατά κύριο λόγο νέοι, αλλά το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 15-29 υποχώρησε (από 48% σε 41%). Τέλος, οι μετακινούμενοι εργαζόμενοι της ΕΕ έχουν πολύ περισσότερες πιθανότητες να διαθέτουν υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο (41% διέθεταν ανώτατη εκπαίδευση την περίοδο 2009-13) απ’ ό,τι στο παρελθόν (27% την περίοδο 2004-08).
Το δικαίωμα στην ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων στο εσωτερικό της ΕΕ κατοχυρώθηκε στη Συνθήκη πριν από περισσότερα από 50 χρόνια και αποτελεί έναν από τους πυλώνες της ενιαίας αγοράς. Για να διευκολύνει την άσκηση του δικαιώματος αυτού, η Επιτροπή πρότεινε νέα οδηγία που εγκρίθηκε στις Απριλίου 2014 από το Συμβούλιο των Υπουργών της ΕΕ (IP/14/421) για την άρση των υφιστάμενων εμποδίων που αντιμετωπίζουν οι μετακινούμενοι εργαζόμενοι, όπως η έλλειψη ευαισθητοποίησης στους κανόνες της ΕΕ μεταξύ των εργοδοτών του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και δυσκολίες για να βρουν πληροφορίες και βοήθεια στα κράτη μέλη υποδοχής. Η Επιτροπή πρότεινε, επίσης, την περαιτέρω βελτίωση του πανευρωπαϊκού δικτύου αναζήτησης εργασίας EURES, ώστε αυτοί που επιθυμούν να εργαστούν ή να προσλάβουν προσωπικό σε άλλα κράτη μέλη να έχουν πρόσβαση σε περισσότερες προσφορές θέσεων απασχόλησης και περισσότερα βιογραφικά.