Ρεκόρ όλων των εποχών καταγράφηκε στις εξαγωγές ελληνικών κερασιών, με τον κλάδο να καταγράφει το 2020 γενικότερη άνοδο όσον αφορά στην εξαγωγική δραστηριότητα.
Σύμφωνα με στοιχεία του Συνδέσμου Ελληνικών Επιχειρήσεων Εξαγωγής, Διακίνησης Φρούτων Λαχανικών και Χυμών INCOFRUIT-HELLAS, οι εξαγωγές κερασιών είναι αυξημένες κατά 29,4% σε σχέση με πέρσι και ανέρχονται σε 29.084 τόνους έναντι 22.482 τόνων πέρσι, με τις τιμές τους επίσης αυξημένες.
Ο ειδικός σύμβουλος του Συνδέσμου Γιώργος Πολυχρονάκης σημειώνει στο insider.gr ότι τη φετινή χρονιά αναμένεται στις εξαγωγές φρούτων και λαχανικών γενικότερη αύξηση στο τέλος του έτους τόσο στις ποσότητες όσο και στις τιμές.
Υπενθυμίζεται ότι το 2019 ήταν χρονιά-ρεκόρ όλων των εποχές για τις εξαγωγές φρούτων και λαχανικών ενώ η θετική πορεία συνεχίστηκε και στις αρχές του 2020.
Στη συνέχεια η πανδημία του κορονοϊού οδήγησε σε αύξηση της κατανάλωσης κυρίως σε φρούτα και λαχανικά με βιταμίνη C, με αποτέλεσμα τα ελληνικά ακτινίδια, πορτοκάλια και λεμόνια να γίνουν εκείνη την περίοδο περιζήτητα στο εξωτερικό.
Προς ρεκόρ και οι εξαγωγές καρπουζιών
Ρεκόρ όλων των εποχών αναμένεται να καταγραφεί τις επόμενες εβδομάδες και στις εξαγωγές των καρπουζιών που αυτή τη στιγμή εμφανίζονται αυξημένες κατά 10,7% σε σχέση με πέρσι και συγκεκριμένα 70.428 τόνους, έναντι 153.903 τόνων το 2019.
Ο κ. Πολυχρονάκης τονίζει ωστόσο ότι η εγχώρια κατανάλωση τους έχει μειωθεί σημαντικά φέτος, με αποτέλεσμα η αύξηση των εξαγωγών να μην είναι αρκετή για τους παραγωγούς.
«Οι τιμές στον παραγωγό έχουν καταβαραθρωθεί σε πολύ χαμηλά επίπεδα συντελούσης και της μείωσης της κατανάλωσης στην εγχώρια αγορά και εκτιμάται ότι θα παραμείνουν ασυγκόμιστες μεγάλες ποσότητες καρπουζιών. Χρειάζεται η Πολιτεία να λάβει μέτρα για την απορρόφησή τους» εξηγεί ο ίδιος.
Στον αντίποδα, οι εξαγωγές σε ροδάκινα είναι μειωμένες κατά -20,% σε 37.173 έναντι 46.453 τόνων με την εμπορεύσιμη παραγωγή στα ίδια με πέρσι επίπεδα και την ποιότητα και τιμές σε ικανοποιητικά επίπεδα. Οι εξαγωγές σε βερίκοκα τέλος μειώθηκαν κατά 17,3% σε 16.808 έναντι 20.336 τόνων, λόγω μειωμένης παραγωγής.