Oι Ελληνικές επιχειρήσεις  έχουν αξιοποιήσει την πρωτογενή παραγωγή

Ο κλάδος τροφίμων και αγροτικών προϊόντων ανέκαθεν ήταν από τους σημαντικότερους εξαγωγικούς κλάδους της Ελλάδας με ιδιαίτερα ισχυρή παρουσία στις Ευρωπαϊκές αγορές τροφίμων και με ολοένα αυξανόμενη  παρουσία στην Αμερικανική αγορά, με εκπροσώπηση από έναν μεγάλο αριθμό εταιρειών με έντονο εξαγωγικό προσανατολισμό. Από το ελαιόλαδο μέχρι τα προϊόντα αλευροποιίας, το μέλι, τα επεξεργασμένα κρέατα και τα έτοιμα γεύματα, οι Ελληνικές επιχειρήσεις έχουν αξιοποιήσει τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα που τους έχουν προσφερθεί από την ελληνική πρωτογενή παραγωγή, προκειμένου να εισέλθουν και να παραμείνουν ανταγωνιστικές στις παγκόσμιες αγορές, καθιστώντας την παραγωγή τροφίμων και αγροτικών προϊόντων ως έναν από τους πιο δυναμικούς και υψηλής ανάπτυξης κλάδους της ελληνικής μεταποίησης.

Είναι επίσης ένας τομέας όπου οι ελληνικές επιχειρήσεις  έχουν καταφέρει να καινοτομήσουν και να διαφοροποιηθούν, τόσο από  άποψη  προϊόντος, αλλά και όσον αφορά στη συσκευασία. Κατά την διάρκεια των τελευταίων 10 ετών, υπάρχουν πολλά παραδείγματα επιχειρήσεων  στον τομέα των τροφίμων, οι οποίες έχουν αποσπάσει σημαντικά μερίδια αγοράς στο εξωτερικό, συνδυάζοντας τη χρήση  των  παραδοσιακών  πρώτων υλών στην παραγωγή με καινοτόμες ενέργειες μάρκετινγκ και πρωτοποριακές συσκευασίες. 

Στα προσεχή έτη, η αγορά τροφίμων και αγροτικών  προϊόντων αναμένεται να συνεισφέρει σημαντικά στην ανάπτυξη του ΑΕΠ, καθοδηγούμενη κυρίως από τα παρακάτω ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα και τάσεις τις αγοράς:
• Την πρόσφατη στροφή προς οργανικά και φυσικά συστατικά στον ελληνικό γεωργικό τομέα, τα οποία είναι ιδιαίτερα αναγνωρισμένα και μπορούν να δημιουργήσουν ακόμα μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία και υψηλότερο περιθώριο κέρδους.
• Την καθιέρωση της Μεσογειακής διατροφής στις Δυτικές χώρες ως κορυφαίο παράδειγμα υγιεινής, φυσικής διατροφής.
• Τους βασικούς παράγοντες υγείας, φυσικής ευεξίας  και ευχαρίστησης, οι οποίοι καθορίζουν τις προτιμήσεις των αναπτυγμένων οικονομιών.
• Την αυξανόμενη τάση για αυτάρκεια και μεγάλη ασφάλεια στα τρόφιμα, η οποία αποτελεί και μία από τις κύριες κοινωνικές προκλήσεις της στρατηγικής «Ευρώπη 2020».
• Τη δυναμική ανάπτυξης συνεργατικών σχηματισμών καινοτομίας και έρευνας και ανάπτυξης  σε  εξειδικευμένους τομείς  τροφίμων,  συνδυάζοντας την ευρωπαϊκή χρηματοδότηση, το έργο  ερευνητικών και ακαδημαϊκών Ινστιτούτων και το ενδιαφέρον μεγάλων βιομηχανιών για την εφαρμογή  νέων τεχνολογιών.


Με βάση το υπάρχον περιβάλλον, οι Ελληνικές εταιρίες παραγωγής τροφίμων μπορούν να εκμεταλλευτούν την σχετικά μικρή τους κλίμακα, την εύκολη πρόσβαση που έχουν σε υψηλής ποιότητας πρώτες ύλες και τη μεγάλη απήχηση της Μεσογειακής διατροφής, έτσι ώστε να διαφοροποιηθούν από τους διεθνείς  παραγωγούς τροφίμων, να αποκτήσουν κυρίαρχη θέση στην παγκόσμια αγορά και να τοποθετηθούν σε ποιοτικότερες  και  υψηλότερης τιμής προϊοντικές κατηγορίες.

Καθοδηγούμενοι από τις παραπάνω τάσεις, πολλοί Έλληνες και μεγάλοι ξένοι επενδυτές έχουν ήδη ξεκινήσει να αναζητούν τρόπους για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της Ελληνικής αγοράς τροφίμων, μέσα από την ενοποίηση των μικρών εκμεταλλεύσεων, τη στροφή στην παραγωγή καλλιεργειών υψηλότερης προστιθέμενης αξίας, αλλά και την επένδυση σε καινοτόμες τεχνολογίες παραγωγής και συσκευασίας.

Πολλές πολυεθνικές που έχουν εγκατασταθεί στην Ελλάδα απολαμβάνουν αυτά τα προνόμια. Κολοσσοί όπως η Nestlé, KraftFoods, Barilla, Cadbury, Unilever, General Mills, Friesland Campina, παρασκευάζουν ένα ευρύ φάσμα των προϊόντων τους και θεωρούν ότι οι τοπικές και περιφερειακές αγορές είναι δεκτικές σε νέες σειρές προϊόντων καθώς και στα προϊόντα που έχουν καθιερωθεί ως αγαπημένα. 

Οι εταιρείες τροφίμων και ποτών στην Ελλάδα έχουν δημιουργήσει ένα μεγάλο δίκτυο πωλήσεων και διανομής στη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Στην κορυφή του καταλόγου των προϊόντων που εξάγονται είναι τα λαχανικά, τα φρούτα, το ελαιόλαδο, τα γαλακτοκομικά προϊόντα, τα φρέσκα θαλασσινά, τα κονσερβοποιημένα φρούτα, οι ελιές, οι σταφίδες, το κρασί και τα προϊόντα τομάτας. Παράλληλα, , οι ελληνικές εταιρείες  διεισδύουν δυναμικά σε ιδιαίτερα αναπτυγμένες αγορές  όπως οι ΗΠΑ, η Κίνα, η Ρωσία και η Δυτική Ευρώπη.

Υπάρχει αφθονία ευκαιριών για τη δημιουργία προστιθέμενης αξίας σε πολλές κατηγορίες προϊόντων,  καθώς το παγκόσμιο ενδιαφέρον για υγιεινά τρόφιμα, «snackfoods» και έτοιμα φαγητά, συνεχίζει να επεκτείνεται. Σνακ από μέλι και καρύδια, τα ζυμαρικά, οι μαρμελάδες, τα εντός άλμης προϊόντα, καθώς και τα θαλασσινά και τα προϊόντα κρέατος παρουσιάζουν  σημαντικές δυνατότητες σε πολλές αγορές.  Όσο δε αυξάνεται η κατανάλωση  ελαιόλαδου, η Ελλάδα βρίσκεται σε ιδανική θέση για να ανταποκριθεί στη ζήτηση, καθώς είναι ο τρίτος μεγαλύτερος παραγωγός ελαιολάδου στον κόσμο.

Γιατί να επενδύσετε στην Ελλάδα 
Αξία επωνυμίας / ανταγωνιστική τοποθέτηση: Η Ελληνική διατροφή θεωρείται κορυφαίο παράδειγμα Μεσογειακής διατροφής. Έχει αναγνωριστεί παγκοσμίως ως η πιο υγιεινή και με την υψηλότερη διατροφική αξία.
Γεωγραφικές και κλιματικές συνθήκες: Η γεωγραφική θέση της Ελλάδας και το ήπιο κλίμα της συνθέτουν τις ιδανικές συνθήκες και προσφέρουν το ιδανικό έδαφος για  να ευδοκιμήσουν  ορισμένες από τις πιο ιδιαίτερες και υψηλής ποιότητας πρώτες ύλες, συμπεριλαμβανομένων και εξωτικών συστατικών όπως η τρούφα και το σαφράν.
Τοπικά προϊόντα υψηλής ποιότητας: Η Ελλάδα διαθέτει ένα μεγάλο αριθμό προϊόντων Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ), καθώς  και τοπικών προϊόντων που αναγνωρίζονται ως μοναδικής και εξαιρετικής ποιότητας   από τους μεγαλύτερους σεφ του κόσμου.
Εξειδικευμένη τεχνογνωσία και σημαντική εμπειρία: Τα τρόφιμα και η γεωργική παραγωγή ήταν ανέκαθεν από τις κύριες ασχολίες των Ελλήνων, γεγονός που δικαιολογεί την ύπαρξη  σημαντικού αγροτικού και ερευνητικού δυναμικού.   Η χώρα διαθέτει άρτια εκπαιδευμένους επιστήμονες τεχνολογίας τροφίμων, καθώς επίσης και  καλλιεργητές-παραγωγούς με σημαντική εμπειρία και τεχνογνωσία.

ΚΥΡΙΕΣ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΕΣ ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ
• Επανατοποθέτηση και εδραίωση της πρωτογενούς παραγωγής τροφίμων με  χρήση νέων τεχνολογιών (υδροπονία, θερμοκήπια κ.λπ.) και υψηλής-αξίας καλλιέργειες.
• Συμμετοχή στην ανάπτυξη και την εδραίωση των  παραγωγών βιολογικών προϊόντων με σημαντική εξαγωγική δυνατότητα.
• Ανάπτυξη συσκευασιών υψηλής αισθητικής, συνεχής αύξηση εξαγωγών  και έμφαση σε ενέργειες μάρκετινγκ για παραδοσιακές κατηγορίες ελληνικών προϊόντων , όπως το ελαιόλαδο, τα βότανα και τα ψάρια ιχθυοκαλλιέργειας.
• Επενδύσεις σε αγορές “boutique” και “niche”, αξιοποιώντας τις υψηλής ποιότητας πρώτες ύλες, τα πρότυπα παραγωγής της ΕΕ, και τα χαμηλά λειτουργικά έξοδα
• Ανάπτυξη προϊοντικών σειρών υψηλής προστιθέμενης αξίας με βάση τις παγκόσμιες τάσεις «Μεσογειακής Διατροφής» και την ραγδαία αύξηση της ζήτησης στον τομέα των βιολογικών τροφίμων.
• Επενδύσεις στη μαζική αγορά παραγωγής τροφίμων ιδιωτικής ετικέτας ή επώνυμης χρήσης, επωφελούμενοι από την ελληνική πρόσβαση στις αναδυόμενες αγορές της Νοτιοανατολικής Ευρώπης όπου οι ελληνικές εταιρείες τροφίμων έχουν αναπτύξει ένα εκτεταμένο δίκτυο παραγωγής και διανομής.
• Ανάπτυξη νέων προϊόντων με βάση τις δυνατότητες έρευνας και ανάπτυξης  των ελληνικών ερευνητικών κέντρων, καθώς και την εξοικείωση των Ελλήνων καταναλωτών με  διεθνή προϊόντα τροφίμων, και  εμπορικές επωνυμίες.

Βασικά Μεγέθη

Συνολική Αξία της Ελληνικής Αγροτικής Παραγωγής 2012

€9.8 δις.

Εξαγωγές Προϊόντων ‘Τροφίμων & Ποτών’ 2012

€3.61 δις.

Αριθμός απασχολούμενων στον πρωτογενή αγροτικό τομέα

507 χιλ.

Συνολικός αριθμός εταιριών που ασχολούνται με την παραγωγή τροφίμων και ποτών

16.243

Συνολικά έσοδα από την παραγωγή τροφίμων και ποτών

€11.3 δις.

Συνολική Προστιθέμενη Αξία από την παραγωγή τροφίμων και ποτών

€4.7 δις.

% Ελληνικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον τομέα των τροφίμων και ποτών

20%

% απόδοσης μεταποίησης στον ελληνικό κλάδο τροφίμων & ποτών

25%

% Προστιθέμενης Αξίας σε Ελληνικές παραγωγές τροφίμων και ποτών

30%

% απασχόλησης στην ελληνική μεταποίηση τροφίμων και ποτών

25%

Αριθμός Ελληνικών προϊόντων Π.Ο.Π.

121

 


ΥΠΟ-ΤΟΜΕΙΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΚΑΙ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ
Αγροτική παραγωγή/Οργανικές τροφές
Στο παρελθόν, η πρωτογενής αγροτική παραγωγή ήταν από τους κυριότερους εξαγωγικούς τομείς για την Ελληνική οικονομία, με τα  Ελληνικά φρούτα και λαχανικά να καταναλώνονται σε μεγάλες διεθνείς αγορές. Παρά την μικρή σε μέγεθος γεωργική έκταση και την έλλειψη εκλεπτυσμένης παρουσίασης, ο τομέας της ελληνικής γεωργίας έχει διατηρήσει ένα θετικό ισοζύγιο σε ένα ευρύ φάσμα γεωργικών προϊόντων που χαρακτηρίζονται από σταθερές τιμές και διαρκώς αυξανόμενη ζήτηση, όπως οι ντομάτες, τα ακτινίδια, τα πορτοκάλια κ.α.. Η τρέχουσα χρηματοοικονομική κρίση έχει  σε μεγάλο βαθμό θετικό αντίκτυπο στην πρωτογενή γεωργική παραγωγή, καθώς έχει δημιουργήσει ευκαιρίες ως προς την εξωστρέφεια και την αποδοτικότητα και έχει διαμορφώσει τις προϋποθέσεις για καλύτερη και πιο ανταγωνιστική παραγωγή. Η υφιστάμενη κατάσταση μετατοπίζει όλο και περισσότερα άτομα προς την παραγωγή υψηλής ποιότητας γεωργικών προϊόντων, και ωθεί τους καλλιεργητές σε πιο εκλεπτυσμένες και υψηλότερης αξίας καλλιέργειες με εστίαση στις εξαγωγές. Η τάση αυτή υποβοηθάται παράλληλα  τόσο από την  πολιτεία  που θεωρεί  τις εξαγωγές τροφίμων ως μια σημαντική ευκαιρία ανάπτυξης, όσο  και από τους τοπικούς αγροτικούς συνεταιρισμούς που με την βελτιστοποίηση της τεχνογνωσίας τους και των επιχειρηματικών δεξιοτήτων τους, βοηθούν τους αγρότες να εκσυγχρονίσουν τα μέσα παραγωγής τους. 

Ο ρόλος των ιδιωτικών επενδύσεων σε αυτή την προσπάθεια κρίνεται ιδιαίτερα σημαντικός, καθώς μέσα από την εισροή και διάθεση  κεφαλαίων, τεχνογνωσίας και πρόσβασης σε μεγάλες αγορές του εξωτερικού, βοηθούνται οι  Έλληνες παραγωγοί να μεγιστοποιήσουν την προστιθέμενη αξία της παραγωγής τους και να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητα τους.

Ορισμένοι τομείς υπόσχονται υψηλές αποδόσεις στους επενδυτές. Συγκεκριμένα, ορισμένα είδη καλλιέργειας θεωρούνται «εξαγωγικές μηχανές» (όπως για παράδειγμα τα σταφύλια, τα πορτοκάλια, τα ροδάκινα, τα νεκταρίνια και τα ακτινίδια). Με την κατάλληλη τυποποίηση και τον απαραίτητο έλεγχο ποιότητας μπορούν να ανταποκριθούν με επιτυχία στην Ευρωπαϊκή και παγκόσμια ζήτηση.  Ένας επιπλέον τομέας υψηλών προδιαγραφών είναι η παραγωγή οργανικών προϊόντων  που λόγω της διαρκώς αυξανόμενης διεθνούς ζήτησης υπόσχονται  σημαντικό περιθώριο κέρδους.

Ελληνικά τοπικά τρόφιμα
Η ελληνική αγορά τροφίμων διαθέτει ένα ευρύ φάσμα τοπικών προϊόντων:  από ιδιαίτερα εξειδικευμένα προϊόντα, όπως μαστίχα Χίου, ελιές Καλαμάτας, κρόκος Κοζάνης, φιστίκια Αιγίνης) μέχρι προϊόντα μεγάλης διαθεσιμότητας, όπως το  γιαούρτι, το ελαιόλαδο, το μέλι, καθώς και Προϊόντα Προστατευόμενης Ονομασίας  Προέλευσης (ΠΟΠ)   (το 2013 η Ελλάδα κατείχε 101 προϊόντα  ΠΟΠ, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται προϊόντα ελαιολάδου, η φέτα, καθώς και άλλα τοπικά τυριά, φρούτα, και προϊόντα με βάση την τομάτα, προϊόντα κρέατος, κ.α..)

Οι παραπάνω κατηγορίες προϊόντων  μπορούν να αποτελέσουν την αιχμή του δόρατος στη διαδικασία αναβάθμισης  της εγχώριας  παραγωγής, καθώς έχουν μεγάλες εξαγωγικές δυνατότητες και παρουσιάζουν υψηλή προστιθέμενη αξία. Για να επιτευχθεί αυτό, θα πρέπει να υλοποιηθούν  επενδύσεις στους παρακάτω τομείς:
• Ενοποίηση και αναβάθμιση της παραγωγικής αλυσίδας με στόχο τη μεγιστοποίηση της αποτελεσματικότητας.
• Ανάπτυξη καινοτόμων προϊόντων από καλλιέργειες υψηλής ποιότητας.
• Μάρκετινγκ και πωλήσεις που θα εξασφαλίσουν επιτυχία και επίτευξη στόχων κατά τη διείσδυση σε αναπτυγμένες αγορές.

Βασικά Μεγέθη 

Συνολικός αριθμός Ελληνικών Προϊόντων ΠΟΠ

101

Συνολικός αριθμός ελαιόλαδων με την ιδιότητα ΠΟΠ

18

Συνολικός αριθμός προϊόντων ελιάς με την ιδιότητα ΠΟΠ

12

Συνολικός αριθμός τυροκομικών προϊόντων ΠΟΠ

20

Συνολικός αριθμός φρούτων και λαχανικών με την ιδιότητα ΠΟΠ

29

Υδατοκαλλιέργειες 
Παρά το γεγονός ότι η υδατοκαλλιέργεια είναι σχετικά εξειδικευμένος τομέας  της παραγωγής τροφίμων, είναι  ταχέως αναπτυσσόμενος, και έχει ήδη καταστήσει την  Ελλάδα  κυρίαρχη εξαγωγική δύναμη σε διεθνές επίπεδο.

Περίπου το 90% της αξίας του εγχώριου τομέα προέρχεται από  δύο βασικά προϊόντα: το λαυράκι και την τσιπούρα, στα οποία η χώρα κατέχει κυρίαρχη θέση  παγκοσμίως. Η Ελληνική υδατοκαλλιέργεια είναι παγκοσμίως αναγνωρισμένη για την ποιότητα της και διαθέτει περαιτέρω δυναμική ανάπτυξης εάν επενδύσει σε οικονομίες κλίμακας και σε πρωτοβουλίες βελτίωσης κόστους. 

Η υδατοκαλλιέργεια κατέχει ηγετική θέση στην Ελληνική βιομηχανία τροφίμων και αποτελεί έναν από τους κορυφαίους τομείς της βιομηχανίας στην ΕΕ, με ισχυρή ενοποίηση της αγοράς. Επενδύσεις  στην εδραίωση και την επέκταση των εγκαταστάσεων υδατοκαλλιέργειας και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, τη λειτουργική αποδοτικότητα και την πρόσβαση σε νέες αγορές μπορούν να αποφέρουν σημαντικές αποδόσεις.

Βασικά Μεγέθη

Συνολικός αριθμός Ελληνικών Προϊόντων ΠΟΠ

101

Συνολικός αριθμός ελαιόλαδων με την ιδιότητα ΠΟΠ

18

Συνολικός αριθμός προϊόντων ελιάς με την ιδιότητα ΠΟΠ

12

Συνολικός αριθμός τυροκομικών προϊόντων ΠΟΠ

20

Συνολικός αριθμός φρούτων και λαχανικών με την ιδιότητα ΠΟΠ

29

Ελαιόλαδο
Από την αρχαιότητα έως σήμερα, το ελαιόλαδο είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά προϊόντα της Ελλάδας, και  αποτελεί τη  βάση της μεσογειακής διατροφής.

Το ελληνικό ελαιόλαδο αναγνωρίζεται ως πολύ υψηλής ποιότητας και υποστηρίζεται από το φυσικό περιβάλλον και τις αξίες των ελλήνων ελαιοπαραγωγών. Υπάρχουν κυριολεκτικά εκατοντάδες τοπικές ποικιλίες και γεύσεις, καθώς και μια διαρκώς αυξανόμενη αγορά  ελαιολάδου οργανικής-βιολογικής προέλευσης. Το ελληνικό ελαιόλαδο χαρακτηρίζεται ως προϊόν υψηλής διατροφικής αξίας και τοποθετείται στην παγκόσμια αγορά στην κατηγορία των εξειδικευμένων και πολυτελών  ελαίων.

Τα Ελληνικά Ελαιόλαδα και ελαιούχα προϊόντα είναι από τα πιο γνωστά γεωργικά προϊόντα της χώρας. Οι συνεταιρισμοί, οι επιχειρήσεις και η πολιτεία  εστιάζουν με έμφαση στη συνεχή προώθηση των εξαγωγών. Οι ελληνικές επιχειρήσεις έχουν ήδη δημιουργήσει σημαντική αναγνωρισιμότητα του εμπορικού σήματος και έχουν αναπτύξει διεθνή δίκτυα διανομής. Επενδύσεις  στην ενοποίηση της αγοράς, την παραγωγή και μεταποίηση, την Ε & Α, τη διαφοροποίηση των προϊόντων και την ανάπτυξη νέων, τη βελτίωση της συσκευασίας, και την πιο συγκεντρωμένη απόδοση της παραγωγής μπορούν να επεκτείνουν περαιτέρω τη βιομηχανία ελαιολάδου  και να αποφέρουν σημαντικές αποδόσεις.

Βασικά Μεγέθη

Παραγωγή ελληνικού ελαιόλαδου ως ποσοστό της συνολικής παραγωγής

13%

Ποσοστό (%) του ελληνικού ελαιολάδου που είναι έξτρα παρθένο

75%

Ποσοστό (%) του ισπανικού ελαιολάδου που είναι έξτρα παρθένο

30%

Ποσοστό (%) του ιταλικού ελαιολάδου που είναι έξτρα παρθένο

45%

Ετήσια κατά κεφαλήν κατανάλωση ελαιολάδου στην Ελλάδα

16kg

Ελληνικά ελαιόλαδα με την ιδιότητα της Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ)

18

 

Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις