Μια ισχυρότερη και διευρυμένη αγορά είναι ζωτικής σηµασίας για την ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης. Ιδιαίτερα στον αγροτικό τομέα, οι τρέχουσες τάσεις δείχνουν σηµάδια κόπωσης και απογοήτευσης όσον αφορά την αγροτική πολιτική που έχει εφαρμοστεί τα τελευταία χρόνια.
Η κρίση έφερε πολλούς πειρασμούς, όπως για παράδειγμα πολλοί αγρότες εγκατέλειψαν την πραγματική παραγωγή και κυνήγησαν της επιδοτούμενες καλλιέργειες. Η επαγρύπνηση των αγροτών με ένα κοινό αίσθηµα ευθύνης µεταξύ τους, με έναν άγραφο νόμο, απέτρεψε τη βαθµιαία πορεία προς την κατάρρευση της αγροτικής παραγωγής με πολλούς συντελεστές.
Πρέπει να γίνουμε πιο αποτελεσματικοί όσον αφορά τον συνδυασμό των εργαλείων.
Για την επανεκκίνηση της παραγωγής που θα οδηγήσει στους δρόμους της πραγματικής παραγωγικής ανασυγκρότησης, χρειάζεται µια νέα ώθηση – µια αυθεντική πολιτική δέσµευση – µε την ταχεία λήψη των πρωτοβουλιών, σε συνδυασμό με την εφαρμογή µέτρων για την αντιµετώπιση των χασµάτων στην παραγωγή, αλλά και της δαιδαλώδους γραφειοκρατίας που αποτελεί τροχοπέδη στις επενδύσεις.
Οι αγρότες και οι επιχειρήσεις έχουν να αντιµετωπίσουν την καθηµερινή πραγµατικότητα της συνέχισης των δυσχερειών. ∆ιαπιστώνουν ότι τα δίκτυα δεν είναι επαρκώς συνδεδεµένα µεταξύ τους και ότι η εφαρµογή των κανόνων της αγοράς παραµένει άνιση. Συχνά, επιχειρήσεις και αγρότες εξακολουθούν να πρέπει να αντιμετωπίσουν διαφορετικά συστήµατα για µία µόνο επιδότηση, ένα ΕΦΚ και έναν ΕΛΓΑ.
Αντίστοιχα, οι εταιρείες µας βρίσκονται ακόµη αντιµέτωπες µε την καθηµερινή πραγµατικότητα του κατακερµατισµού και των διαφορετικών κανόνων, ενώ στον αντίποδα οι ανταγωνίστριες χώρες µπορούν να επωφεληθούν πλήρως από τις µεγάλες εγχώριες παραγωγές και με εργοστάσια πρώτων υλών για τη γεωργία τους, καθώς και από το χαμηλό κόστος παραγωγής.
Για να µπορέσει η Ελλάδα να εξυπηρετήσει τους στόχους, απαιτείται ο υγιής ανταγωνισµός και η πρόσβαση των αγροτών στης υπηρεσίες ώστε να λειτουργούν ως κίνητρο για την ανάπτυξη και την καινοτοµία.