Η Ελληνική Κτηνοτροφία σήμερα

Η «ακτινογραφία» της κτηνοτροφίας στην Ελλάδα της κρίσης και οι προοπτικές ενός κλάδου που μπορεί να ανατρέψει την οικονομική μας κακοδαιμονία, εάν…!

«Αν σκεφτούμε ότι τα ποσοστά αυτάρκειας της χώρας σε κτηνοτροφικά προϊόντα, σύμφωνα και με τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, παραμένουν σε καιρούς κρίσης και μνημονίων απελπίστηκα χαμηλά, εύκολα μπορούμε να καταλάβουμε πως η Ελληνική Κτηνοτροφία, πέρα από αναπόσπαστο κομμάτι του πολιτισμού μας, πέραν της ούτως ή άλλως τεράστιας συνεισφοράς της στην εθνική οικονομία, πέραν του κυρίαρχου ρόλου της στη συνοχή των κοινωνιών της υπαίθρου, θα μπορούσε και θα έπρεπε να αποτελεί βασικό εργαλείο για την άρση των οικονομικών αδιεξόδων που αντιμετωπίζει το κράτος και κατ’ επέκτασιν ολόκληρη η κοινωνία».

 

Αυτό υποστήριξε στην εισήγησή του στην ημερίδα που με την υποστήριξη της Ένωσης Αγρινίου και της ΑΜΦΙΓΑΛ πραγματοποιήθηκε στον Αλμυρό Βόλου για τον Ελληνικό Ποιμενικό και την Ελληνική Κτηνοτροφία ο δημοσιογράφος Φώτης Μπερίκος, παραθέτοντας τα επίσημα στοιχεία:

 

Στο βόειο κρέας η αυτάρκεια της χώρας είναι μόλις 17,5%.

 

Στο χοιρινό 27%, ενώ στο αγελαδινό γάλα φτάνουμε στο 45%.

 

Στον αγροκτηνοτροφικό τομέα το ισοζύγιο της χώρας μαρτυρά τη μεγάλη αλήθεια:

 

Οι εισαγωγές μας είναι της τάξης των 6,5 δις ευρώ, ενώ οι εξαγωγές ξεπερνούν κατά τι τα 4 δις ευρώ.

 

Το μεγαλύτερο ποσοστό αφορά σε κρέας και γάλα.

 

«Με άλλα λόγια, δίνουμε… ένα μνημόνιο κάθε φορά, για να εισάγουμε στην κατά τα άλλα κτηνοτροφική μας πατρίδα, κρέας και γάλα».

 

Ακολουθούν βασικά αποσπάσματα της εισήγησης:

 

[…] Κι όλα αυτά στο πλαίσιο πάντα της περιβόητης Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, που, τόσες δεκαετίες, δεν στάθηκε ικανή να ανατρέψει αυτή την τραγική πράγματι εικόνα για το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας στον αγροκτηνοτροφικό τομέα. Αντιθέτως. Η ψαλίδα, συνεχώς μεγαλώνει. Και θα ανοίξει ακόμη περισσότερο, αφού εκτός από το 25% του ανθρώπινου δυναμικού που ήδη έχει εγκαταλείψει τον κλάδο, υπολογίζεται ότι τουλάχιστον ανάλογο είναι το ποσοστό εκείνων που βρίσκονται στα πρόθυρα του να τον εγκαταλείψουν.

 

Και δεν φταίει η ΚΑΠ…ή, αν ευθύνεται κι αυτή, είναι ο τελευταίος κρίκος! Το πρόβλημα είναι εγχώριο. Και είναι πολυδιάστατο. Στον πυρήνα του, όμως, έχει την απουσία ουσιαστικής πολιτικής βούλησης.

 

Δεν υπάρχει εθνική αγροτική πολιτική, δεν υπάρχει ένα ορθολογικό και ρεαλιστικό σχέδιο για την ανασυγκρότηση της Ελληνικής Κτηνοτροφίας.

 

[…]Το υπό οικονομική επικυριαρχία κράτος μας σπαταλά απίστευτα εκατομμύρια σε προγράμματα που δεν αποδίδουν το παραμικρό και σε μεγαλεπήβολα σχέδια που θα προσελκύσουν υποτίθεται επενδύσεις και θα φέρουν ανάπτυξη, θα μειώσουν την ανεργία κτλ κτλ, με το αποτέλεσμα να είναι πάντα το ίδιο: Μηδέν εις το πηλίκον!

 

Σκεφτείτε, όμως: Αν χρειαζόμαστε 100 ή 200 εκατ. για να φτιάξουμε ένα πρόγραμμα όπου θα απασχοληθούν για 5 μήνες κάποιοι εργαζόμενοι ή για να κάνουμε μια ανάπλαση ή έστω ένα εργοστάσιο που θα απασχολήσει στο τέλος 50 υπαλλήλους, με τα ίδια χρήματα, πόσους νέους κτηνοτρόφους μπορούμε να κάνουμε; Και πόσο να αυξηθεί το ζωικό κεφάλαιο της χώρας, άρα και η αυτάρκεια σε κρέας και γάλα, ώστε και την ανεργία να μειώσουμε και τα δις να μην στέλνουμε στη Γαλλία και την Ολλανδία για προϊόντα που μπορούμε μόνοι μας να παράγουμε; Και παράλληλα να στηρίξουμε ουσιαστικά την περιφέρεια, τα σχεδόν ερημοποιημένα χωριά μας, να δώσουμε νέα πνοή στην ύπαιθρο και διέξοδο σε χιλιάδες ανθρώπους.

 

[…] Ακριβώς επειδή δεν υπάρχει εθνική αγροτική πολιτική, αλλά και με δεδομένο ότι οι όποιες κεντρικές επιλογές δεν μπορεί να καλύψουν ανά περιοχή ανάγκες, αφού υπάρχουν ιδιαιτερότητες και διαφορετικές συνθήκες, είναι ανάγκη επιτέλους να αναλάβουμε πρωτοβουλίες σε τοπικό - περιφερειακό επίπεδο. Η δημιουργία ενός Ειδικού Οργανισμού Γεωργικής και Κτηνοτροφικής Ανάπτυξης ανά Περιφέρεια, θα μπορούσε να συμβάλει καθοριστικά στην επίλυση σημαντικών ζητημάτων. Είναι, λοιπόν, μια καλή ευκαιρία σήμερα, να δούμε το αν και πως μπορούμε να προωθήσουμε ένα τέτοιο θεσμό.

 

[…] Προσέξτε: Μπορεί γενιές ολόκληρες Ελλήνων να μεγάλωσαν με το «μάθε παιδί μου γράμματα», με τη νοοτροπία, δηλαδή, του να φύγει κανείς απ’ το χωριό, να γίνει επιστήμονας και να «σωθεί».

 

Και ίσως εκείνα τα χρόνια να είχε πραγματική αξία αυτή η παρότρυνση, αφού αρκούσε ένα απολυτήριο για να θεωρηθεί κάποιος μορφωμένος και να μπορεί να χτίσει το μέλλον του. Σήμερα, δυστυχώς, πτυχία και μεταπτυχιακά κοσμούν τους τοίχους ανέργων επιστημόνων που κατά κύματα μεταναστεύουν στο εξωτερικό.

 

Και ναι, δεν είναι λίγοι εκείνοι που θέλουν σοβαρά και επαγγελματικά να ασχοληθούν με τον αγροκτηνοτροφικό τομέα, αλλά δεν μπορούν. Και δεν μπορούν γιατί το κράτος δεν τους το επιτρέπει.

 

Γνωρίζεται, άλλωστε, πόσα χρόνια και ποιες διαδικασίες χρειάζεται κάποιος, απλώς και μόνο για να βγάλει μια άδεια κτηνοτροφικής εγκατάστασης.

 

Το θέμα είναι αν η ηγεσία του υπουργείου έχει συνειδητοποιήσει την όλη κατάσταση.

 

Αν ξέρει πόσα χαρτιά να συγκεντρώσει, σε πόσες υπηρεσίες πρέπει να απευθυνθεί και εν τέλει πόσο να πληρώσει ένας κτηνοτρόφος για να νομιμοποιήσει το μαντρί του. Αν ξέρει ότι η μια υπηρεσία ακυρώνει την άλλη, αν έχει υπόψιν του σε τι διαδικασίες πρέπει να μπει ένας αγρότης για να αποκτήσει το δικαίωμα (άδεια) χρήσης νερού.

 

Και το ερώτημα είναι: Έτσι υπηρετούμε την παραγωγή;

 

[…] Δεν είναι τυχαίο που το 85% του ΑΕΠ μας να είναι κατανάλωση και μόνο το 15% παραγωγή…

 

Το κόστος της γραφειοκρατίας υπολογίζεται στο 6,5% του ΑΕΠ.

 

Με μια μείωση της γραφειοκρατίας κατά 50% η εθνική οικονομία θα είχε άμεσο όφελος 5 δις ευρώ.

 

Θα ήταν, λοιπόν, χρήσιμο, αντί να ψάχνουμε για άλλες ισοδύναμες λύσεις στα όποια προαπαιτούμενα των δανειστών και αντί να ψάχνουμε απίθανους τρόπους για να βάζουμε νέους φόρους, κρυφούς κι φανερούς, να δούμε κάποια στιγμή πως θα ξεφύγουμε απ’ τα όσα απίθανα συμβαίνουν με την παράλογη γραφειοκρατία.

 

Να επενδύσουμε στην εκπαίδευση των αγροτών, γεωργών και κτηνοτρόφων, στην έρευνα, στην καινοτομία. Και να απαντήσουμε καθαρά στο ερώτημα: Θέλουμε ή όχι ισχυρή Ελληνική Κτηνοτροφία;

 

Αν ναι, πως εξηγείται το γεγονός ότι σύμφωνα με τα τελευταία επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ το χρονικό διάστημα 2014-2015 είχαμε:

 

-Μείωση στον αριθμό των βοοειδών κατά 11,7% το 2015 σε σχέση με το 2014. Συγκεκριμένα, η εκτίμηση του αριθμού των βοοειδών ήταν 658.943 το 2014 και 582.176 το 2015.

 

-Μείωση στον αριθμό των χοίρων κατά 16,1% το 2015 σε σχέση με το 2014. Συγκεκριμένα, η εκτίμηση του αριθμού των χοίρων ήταν 1.045.598 το 2014 και 876.929 το 2015

 

-Μείωση στον αριθμό των προβάτων κατά 2,4% το 2015 σε σχέση με το 2014. Συγκεκριμένα, η εκτίμηση του αριθμού των προβάτων ήταν 9.071.959 το 2014 και 8.852.398 το 2015

 

-Μείωση στον αριθμό των αιγών κατά 5,6% το 2015 σε σχέση με το 2014. Συγκεκριμένα, η εκτίμηση του αριθμού των αιγών ήταν 4.254.499 το 2014 και 4.017.171 το 2015.

 

-Μείωση των εκμεταλλεύσεων με βοοειδή κατά 7,2% το 2015 σε σχέση με το 2014. Συγκεκριμένα, η εκτίμηση του αριθμού των εκμεταλλεύσεων με βοοειδή ήταν 16.812 το 2014 και 15.609 το 2015

 

-Μείωση των εκμεταλλεύσεων με χοίρους κατά 3,7% το 2015 σε σχέση με το 2014. Συγκεκριμένα, η εκτίμηση του αριθμού των εκμεταλλεύσεων με χοίρους ήταν 19.168 το 2014 και 18.455 το 2015.

 

-Αύξηση των εκμεταλλεύσεων με πρόβατα κατά 2,6% το 2015 σε σχέση με το 2014. Συγκεκριμένα, η εκτίμηση του αριθμού των εκμεταλλεύσεων με πρόβατα ήταν 86.491 το 2014 και 88.761 το 2015.

 

-Μείωση των εκμεταλλεύσεων με αίγες κατά 1,2% το 2015 σε σχέση με το 2014. Συγκεκριμένα, η εκτίμηση του αριθμού των εκμεταλλεύσεων με αίγες ήταν 69.576 το 2014 και 68.766 το 2015.

 

Μείωση παντού, δηλαδή. Και μη σας ξεγελά η αύξηση στις εκμεταλλεύσεις προβάτων. Αυτές αυξήθηκαν ελαφρώς, αλλά ο συνολικός αριθμός των ζώων μειώθηκε. Είχαμε, δηλαδή, περισσότερους προβατοτρόφους με λιγότερα πρόβατα!

 

Και η κατάσταση αυτή, θα χειροτερεύσει. Απολύτως λογικό, όταν έρχεται το υπουργείο να κάνει παιχνίδια με την Εξισωτική, όταν τριπλασιάζει τις εισφορές, όταν αυξάνει δραματικά τη φορολογία.

 

Και όταν… δεν πληρώνει. Τη στιγμή μάλιστα που το κόστος παραγωγής, σύμφωνα με μελέτες, έχει αυξηθεί από το 2009 μέχρι σήμερα κατά 300%. Τα ξέρετε αυτά οι κτηνοτρόφοι, τα βιώνετε.

 

 […] Δεν αρκεί, όμως, να διεκδικούμε μόνο τα αυτονόητα (έγκαιρη καταβολή ενισχύσεων, αποζημιώσεων, πληρωμή προγραμμάτων κτλ κτλ). Πρέπει κι εμείς να δούμε πως διαμορφώνεται η σημερινή πραγματικότητα, όπου για να έχει ελπίδες επιβίωσης ο κτηνοτρόφος, δεν αρκεί να αντέχει τη σκληρή δουλειά. Πρέπει να είναι και ζωοτέχνης και οικονομολόγος και επιχειρηματίας ταυτόχρονα. Ο παραδοσιακός αγρότης όφειλε απλώς να παράγει ένα προϊόν. Σήμερα αυτό δεν αρκεί.

 

Τα δεδομένα έχουν αλλάξει. Η πλήρης απομάκρυνση του πληθυσμού από παραδοσιακές μορφές γνήσιας συλλογικής ζωής και αγροτικής παραγωγής, η σχεδόν απόλυτη πλέον αδυναμία του μέσου αγρότη να ελέγξει το κόστος παραγωγής, αλλά και αυτό της ζωής του, η απώλεια της υπόληψης για τα αγροτικά επαγγέλματα, το έλλειμμα υγιεινών ποιοτικών και ανταγωνιστικών προϊόντων, η κακοποίηση του φυσικού περιβάλλοντος, συνιστούν ορισμένα μόνο απ’ τα γενεσιουργά αίτια της εξαιρετικά δυσοίωνης κατάστασης.

 

[…] Επίσης, οφείλουμε να ενώσουμε δυνάμεις και να πάμε μπροστά. Η εικόνα σε πολλές κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις, θυμίζει εκείνη που συναντούσε κανείς τριάντα χρόνια πριν. Και ακριβώς επειδή δεν είναι εύκολο να εκσυγχρονίσει κανείς την εκμετάλλευσή του και να προχωρήσει μόνος του σε υποδομές, ίσως να ήταν μια λύση τα Κτηνοτροφικά Πάρκα.

 

Τα οφέλη της δημιουργίας Κτηνοτροφικών Πάρκων, σύμφωνα με τη σχετική μελέτη του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ), περιλαμβάνουν την αύξηση των εισοδημάτων των κτηνοτρόφων, την προστασία του περιβάλλοντος, την αναβαθμισμένη ποιότητα των παραγόμενων προϊόντων, την καλύτερη υγεία και ελεγχόμενη διατροφή των ζώων, την εξασφάλιση καλύτερων συνθηκών διαβίωσης ζώων και εργαζόμενων, την καλύτερη διαχείριση και αξιοποίηση του δυναμικού των βοσκοτόπων, την αισθητική αναβάθμιση του αγροτικού τοπίου και άλλα.

 

Να σημειωθεί ότι το ύψος της χρηματοδότησης ανέρχεται στο 100% της συνολικής επιλέξιμης δαπάνης και πως κόστος για τον παραγωγό-κτηνοτρόφο ανέρχεται σε 540-820 ευρώ ανά εκμετάλλευση. Με το μικρό αυτό κόστος ανά κτηνοτροφική εκμετάλλευση, οι παραγωγοί θα μπορέσουν να ρίξουν το κόστος παραγωγής τους µέσω των καλύτερων τιμών που θα πετύχουν στην αγορά ζωοτροφών, η οποία αποτελεί το 80% του κόστους συντήρησης του ζώου, λόγω της μαζικής αγοράς.

 

Επίσης οι κτηνοτρόφοι δύναται να πετύχουν υψηλότερη τιμή, όσον αφορά τη πώληση των προϊόντων, λόγω της ανώτερης ποιότητάς τους. Ταυτόχρονα, με τη δημιουργία Κτηνοτροφικών Πάρκων προκύπτουν πολλά παράλληλα οφέλη, όπως η δυνατότητα αντιμετώπισης προβλημάτων ασθενειών (καταρροϊκός πυρετός, βρουκέλλωση κ.α.) και γενικότερα εισέρχεται η κτηνοτροφία σε μια περισσότερο οργανωμένη βάση.

 

[…] Πρέπει να καταλάβουμε ότι απαιτούνται συνέργειες, συλλογικές προσπάθειες για να αλλάξει η εικόνα του κλάδου. Δεν έχει νόημα να αξιοποιήσει κάποιος το πρόγραμμα εγκατάστασης νέων αγροτών, για παράδειγμα, για να φτιάξει κάπου ένα πρόχειρο κατάλυμα και να βάλει 50 πρόβατα. Δεν θα είναι βιώσιμος. Μια Ομάδα, όμως, 50 κτηνοτρόφων με 50 πρόβατα ο καθ’ ένας, θα είναι! Κι αν η εκμετάλλευση είναι σε οργανωμένο Κτηνοτροφικό Πάρκο, ακόμη καλύτερα!!!

 

[…] Και φυσικά, στην εκμετάλλευση αυτή, αρχηγός, μετά τον κτηνοτρόφο, θα πρέπει να είναι ο αυθεντικός Ελληνικός Ποιμενικός. Το τσοπανόσκυλο που ως έννοια ακόμη έχει ταυτιστεί με τον καλό φύλακα και οδηγό. Το ελληνικό τσοπανόσκυλο, που τείνει να εξαφανιστεί και που πρέπει οι κτηνοτρόφοι να το διατηρήσουμε, ως στοιχείο κι αυτό της κληρονομιάς και του πολιτισμού μας.

 

Η Ευρώπη και η ελληνική πολιτεία ξοδεύουν εκατομμύρια για τη διατήρηση ειδών που είναι υπό εξαφάνιση. Και καλά κάνουν. Ας προσέξουν λίγο και τον ελληνικό ποιμενικό.

 

Όχι μέσω ΜΚΟ ή άλλων διαδρομών. Δεν χρειάζονται αυτά και εμείς δεν ζητάμε ούτε μισό ευρώ να διαχειριστούμε. Θα μπορούσε, όμως, και αυτή είναι η πρότασή μας, μέσω του προγράμματος για τις αυτόχθονες και σπάνιες φυλές, να υπάρξει η ανάλογη μέριμνα και για τον ελληνικό ποιμενικό (απ’ ευθείας στον κτηνοτρόφο).

Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις