Στο άνοιγμα του λιανεμπορίου το προσεχές διάστημα εναποθέτει τις ελπίδες του το οικονομικό επιτελείο για να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που έχουν συσσωρευτεί σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά αλλά και προκειμένου ο προϋπολογισμός, ο οποίος από τους πρώτους μήνες του έτους βρίσκεται εκτός στόχων, να καταφέρει να βρει τον βηματισμό του.
Σύμφωνα με ανώτατο παράγοντα του υπουργείου Οικονομικών, το εβδομαδιαίο κόστος ανέρχεται σε 500 εκατ. ευρώ, ποσό το οποίο μεταβάλλεται ανάλογα με τη δυναμική κάθε μήνα. Είναι ενδεικτικό ότι σε ένα μήνα «νεκρό» όπως ο Φεβρουάριος, όπου οι εισπράξεις του Δημοσίου είναι σχετικά μικρές και κατ’ επέκταση και του λιανεμπορίου, το κόστος ανέρχεται στο δυσβάσταχτο ποσό των 500 εκατ. ευρώ την εβδομάδα. Στο ποσό αυτό συμπεριλαμβάνονται η αποζημίωση ειδικού σκοπού για τους εργαζομένους που βρίσκονται σε αναστολή, οι ασφαλιστικές εισφορές που καλύπτει το κράτος (τα ταμεία αντιμετωπίζουν ήδη σημαντικά προβλήματα από την πτώση των εισπράξεων), οι αναστολές φορολογικών υποχρεώσεων που υπολογίζονται σε 70 εκατ. ευρώ (σε μηνιαία βάση), η μείωση των ενοικίων 70 εκατ. ευρώ (σε μηνιαία βάση) και έκτακτες δαπάνες υπουργείων όπως, για παράδειγμα, στο Αμυνας, στο Υγείας και στο Προστασίας του Πολίτη που απαιτήθηκαν το τελευταίο διάστημα.
Δύο δισ. τον μήνα
Συνολικά ένας μήνας χωρίς λιανεμπόριο κοστίζει στο ελληνικό Δημόσιο περί τα 2 δισ. ευρώ, κόστος το οποίο πλέον είναι εξαιρετικά δύσκολο να καλυφθεί. Στο πλαίσιο αυτό, το οικονομικό επιτελείο ευελπιστεί στο άνοιγμα της αγοράς για να μπορέσει να προγραμματίσει τα επόμενα μέτρα στήριξης για τις πληττόμενες επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, το εισόδημα των οποίων συνεχίζει να συρρικνώνεται. Σύμφωνα με ανώτατο παράγοντα του υπουργείου Οικονομικών, «κάθε περιορισμός της οικονομικής δραστηριότητας έχει κόστος για την πραγματική οικονομία και τα δημόσια οικονομικά. Οσο πιο πολλοί και αυστηροί είναι οι περιορισμοί και όσο μεγαλύτερη είναι η διάρκειά τους, τόσο πιο οδυνηρές είναι οι επιπτώσεις σε κοινωνία και οικονομία». Με τις λέξεις αυτές ο παράγοντας, ο οποίος σε καθημερινή βάση αξιολογεί όλα τα δεδομένα (έσοδα, δαπάνες, αποζημιώσεις και μέτρα στήριξης), δείχνει την αγωνία του, επισημαίνοντας ότι πλέον οι δυνατότητες του κράτους έχουν περιοριστεί στο ελάχιστο και είναι δύσκολο να γίνει ο οποιοσδήποτε προγραμματισμός πέραν του Μαρτίου.
Μάλιστα, σημειώνει ότι τα μέτρα στήριξης με τη μορφή των ενισχύσεων αναγκαστικά θα αρχίσουν να περιορίζονται, καθώς αυξάνουν δραματικά το έλλειμμα, το οποίο πρέπει να κρατηθεί σε λελογισμένα επίπεδα.
Στοχευμένες ενισχύσεις
Στο πλαίσιο αυτό το οικονομικό επιτελείο για τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο έχει δρομολογήσει μέτρα ύψους 2 δισ. ευρώ, ενώ για μετά τον Μάρτιο οι όποιες παρεμβάσεις θα είναι απολύτως στοχευμένες. Πάντως, σημειώνει ότι δεν προβλέπεται 8ος κύκλος επιστρεπτέας προκαταβολής ή άλλων γενικευμένων ενισχύσεων. Ειδικότερα:
• Επιστρεπτέα 6. Εχουν υποβληθεί ήδη 433.024 αιτήσεις επιχειρήσεων και ελευθέρων επαγγελματιών. Είναι άγνωστο το ύψος του ανώτατου ποσού που θα λάβει κάθε επιχείρηση, καθώς αυτό θα κριθεί από τον όγκο των αιτήσεων. Με δεδομένο ότι το ποσό δεν θα ξεπεράσει τα 500 εκατ. ευρώ, είναι ισχυρό το ενδεχόμενο το ανώτατο ποσό να μην ξεπεράσει τις 100.000 ευρώ. Δικαίωμα συμμετοχής έχουν οι επιχειρήσεις με πτώση τζίρου 20%.
• Επιστρεπτέα 7. Συνολικά θα διατεθούν περισσότερα από 1 δισ. ευρώ. Το ανώτατο ποσό που θα λάβει κάθε επιχείρηση θα κριθεί από το εάν θα ανοίξει το λιανεμπόριο εντός του Μαρτίου. Αν ανοίξει, η ζημία για τις επιχειρήσεις θα είναι μικρότερη, κάτι που σημαίνει ότι θα αυξηθεί και το ανώτατο ποσό που θα λάβει κάθε δικαιούχους. Και σε αυτόν τον κύκλο απαραίτητη προϋπόθεση είναι η πτώση του τζίρου κατά 20%, ενώ το 50% του ποσού δεν θα επιστραφεί. Το οικονομικό επιτελείο θα λάβει υπόψη του τον τζίρο του Ιανουαρίου και του Φεβρουαρίου του 2021, καθώς και ένα τμήμα του Μαρτίου. Τα δεδομένα αυτά θα συγκριθούν με τον αντίστοιχο τζίρο του 2020. Στην περίπτωση που το λιανεμπόριο παραμείνει και τον Μάρτιο κλειστό, θα αυξηθούν οι δικαιούχες επιχειρήσεις με αποτέλεσμα το ανώτατο ποσό να πέσει ενδεχομένως και κάτω από τις 100.000 ευρώ.
• Πάγιες δαπάνες. Εντός του Μαρτίου θα τεθεί σε ισχύ το νέο καθεστώς ενίσχυσης επιχειρήσεων, το οποίο θα επιδοτεί τις επιχειρήσεις με ποσά έως 10 εκατ. ευρώ για τις πάγιες δαπάνες τους οι οποίες δεν έχουν καλυφθεί από άλλο πρόγραμμα. Το ποσό που θα λάβουν οι επιχειρήσεις δεν θα είναι κάποια μορφή δανείου, αλλά αντίθετα πρόκειται για επιδότηση με βάση τους κανονισμούς της Ε.Ε. και δεν επιστρέφεται. Το νέο μέτρο κάλυψης παγίων δαπανών αφορά τις επιχειρήσεις που επλήγησαν ιδιαίτερα από την κρίση του κορωνοϊού, με απώλειες κύκλου εργασιών ύψους τουλάχιστον 30%. Το κράτος μπορεί να συνεισφέρει στην κάλυψη μέρους των παγίων δαπανών των επιχειρήσεων που δεν καλύπτονται από τα έσοδά τους, έως 10 εκατ. ευρώ ανά επιχείρηση (προηγουμένως 3 εκατ. ευρώ). Η ανώτατη ενίσχυση που μπορεί να πάρει κάποια επιχείρηση ανέρχεται στο 70% των δαπανών που δεν έχουν καλυφθεί, με το ποσοστό αυτό να φτάνει το 90% για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις και το επίπεδο αυτών να διαμορφώνεται ανάλογα με τα δημοσιονομικά δεδομένα. Ωστόσο, η τελική απόφαση για το ύψος της ενίσχυσης θα αποφασισθεί μετά την υποβολή αιτήσεων. Ανάλογα δηλαδή με τον αριθμό των αιτήσεων, την πτώση του τζίρου και τις μη καλυπτόμενες δαπάνες θα αποφασισθεί το ποσοστό της επιχορήγησης επί των μη καλυπτόμενων δαπανών, καθώς και το ανώτατο ποσό που θα λάβει κάθε πληττόμενη επιχείρηση. Το ποσό που θα διατεθεί υπολογίζεται σε 500 εκατ. ευρώ.
Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις