Σε αυτήν επισημαίνει την πρόκληση της διεύρυνσης της παραγωγικής βάσης, για να μπορέσει να διεκδικήσει επιπλέον μερίδια στις διεθνείς αγορές.
Στις ιδιαίτερα απαιτητικές συνθήκες της πανδημίας, ο αγροδιατροφικός τομέας εμφάνισε εντυπωσιακή ανθεκτικότητα, καθώς ο πρωτογενής τομέας πέτυχε διεύρυνση του κύκλου εργασιών κατά 3% το 2020, ενώ η βιομηχανία τροφίμων υποχώρησε κατά μόλις -1% (έναντι -14% της λοιπής βιομηχανίας). Κύριο στήριγμα του κλάδου ήταν η ισχυρή εξαγωγική του επίδοση, καθώς οι εξαγωγές τροφίμων και ποτών αυξήθηκαν κατά 11% το 2020 (έναντι 3% για το σύνολο εξαγωγών εκτός πετρελαίου), σημειώνοντας την υψηλότερη επίδοση μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών (-0,5% κατά μέσο όρο) -δυναμική που συνεχίζεται στους πρώτους μήνες του 2021.
Σημείο αναφοράς της εξαγωγικής αυτής διείσδυσης αποτελεί το εύρος ανόδου της:
Ως προς τα προϊόντα, η πλειοψηφία παρουσίασε αύξηση εξαγωγών κατά το 2020. Ιδιαίτερη δυναμική επέδειξαν τα φρούτα/λαχανικά και τα γαλακτοκομικά (καλύπτοντας το ½ της αύξησης εξαγωγών των τροφίμων), τα οποία κατάφεραν να κερδίσουν σημαντικά μερίδια στις ευρωπαϊκές εξαγωγές (+16% και +9% αντίστοιχα).
Όσον αφορά τις χώρες προορισμού, καταγράφεται αυξημένη διείσδυση στις ανεπτυγμένες αγορές της Ευρώπης που πέτυχαν τα ελληνικά τρόφιμα κατά την περίοδο πανδημίας (17% άνοδος μεριδίου το 2020), συνεχίζοντας ουσιαστικά την επιτυχημένη στρατηγική της προηγούμενης δεκαετίας (14% άνοδος μεριδίου στο διάστημα 2010-2020).
Παρά την αναμφισβήτητη επιτυχία της εξαγωγικής διείσδυσης, είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι δεν επιτεύχθηκε με παράλληλη άνοδο της παραγωγής, αλλά απλά λειτούργησε εξισορροπητικά στην πτωτική εγχώρια ζήτηση. Συγκεκριμένα:
O αγροτικός τομέας, παρά τις ευνοϊκές κλιματικές συνθήκες, δεν κατάφερε να εκμεταλλευθεί τη διεθνή δυναμική (με την ελληνική πρωτογενή παραγωγή να αυξάνεται κατά μόλις 14% την τελευταία 20ετία, έναντι 36% στην Ευρώπη και 170% διεθνώς).
Η ελληνική βιομηχανία τροφίμων παρέμεινε στάσιμη την τελευταία 10ετία (ενώ οι ευρωπαϊκές πωλήσεις του κλάδου ανέβηκαν κατά 23%), έτσι ο βαθμός επεξεργασίας τροφίμων παραμένει χαμηλός (με τη βιομηχανία τροφίμων να προσθέτει μόλις 31% στην αγροτική παραγωγή, έναντι 53% κατά μέσο όρο στη Μεσόγειο).
Το επόμενο στοίχημα
Συνεπώς, επισημαίνει η ΕΤΕ, για να καταστεί δυνατή η περαιτέρω εξαγωγική διείσδυση, το επόμενο στοίχημα για τον κλάδο είναι η ενδυνάμωση της παραγωγικής βάσης. Βάσει υποδείγματος της Διεύθυνσης Οικονομικής Ανάλυσης της ΕΤΕ, η βελτίωση της παραγωγικότητας αγροτικής γης καθώς και η αύξηση της προστιθέμενης αξίας της βιομηχανίας τροφίμων προϋποθέτουν διορθωτικές παρεμβάσεις στην αλυσίδα αξίας στους ακόλουθους παράγοντες:
- Τεχνολογία: αυξημένες δαπάνες έρευνας και ανάπτυξης στην αγροτική παραγωγή και βιομηχανία τροφίμων (0,5% της προστιθέμενης αξίας στην Ελλάδα, έναντι 1,8% στην Ευρώπη)
- Branding: ποιοτικά χαρακτηριστικά και στρατηγικές ανάδειξής τους, επιτυγχάνοντας υψηλότερη τιμή προϊόντων (τιμή ελληνικών εξαγωγών 20% χαμηλότερη της Ευρώπης κατά μέσο όρο)
- Τυποποίηση: περιορισμός χύμα διάθεσης προϊόντων μέσω επέκτασης μεταποιητικών μονάδων, που με τη σειρά του απαιτεί βελτίωση συνθηκών επιχειρηματικού περιβάλλοντος (η βιομηχανία τροφίμων προσθέτει αξία της τάξης του 31% στην αγροτική παραγωγή έναντι 53% στη Μεσόγειο)
- Συνεργασίες: οικονομίες κλίμακας και αύξηση αποτελεσματικότητας μέσω αυξημένης διείσδυσης και αποτελεσματικής λειτουργίας συνεταιρισμών και λοιπών συνεργατικών σχημάτων (μερίδιο 17% της αγροτικής παραγωγής στην Ελλάδα, έναντι 40% στην Ευρώπη).
Σε αυτή την προσπάθεια, κρίσιμη κρίνεται η αξιοποίηση των διαθέσιμων πόρων της τάξης των €31 δισ. του Ταμείου Ανάκαμψης μέσω του οποίου προωθούνται στρατηγικές δράσεις συμβατές με τις παραπάνω παρεμβάσεις που χρειάζεται ο κλάδος προκειμένου να ξεκλειδώσει την δυναμική του (επιδοτήσεις και δάνεια με στόχο εξωστρέφεια, καινοτομία, ψηφιοποίηση, και συνεργασίες). Ενδεικτικό της σημασίας που δίνεται στον αγροτικό κλάδο είναι ότι αποτελεί έναν από τους τομείς που στηρίζονται άμεσα, με αποκλειστικούς πόρους της τάξης των €0,6 δισ. για δράσεις όπως πράσινη γεωργία, γεωργία ακριβείας, ψηφιοποίηση και συνεργασίες (συμπληρώνοντας τις ενισχύσεις της τάξης των €19,2 δισ. της ΚΑΠ).
Με όχημα λοιπόν το Ταμείο Ανάκαμψης, η Ελλάδα μπορεί να κάνει τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και να προχωρήσει σε επενδύσεις υψηλής απόδοσης ώστε να ενδυναμώσει την αλυσίδα αξίας, σε έναν κλάδο που έχει ξεκάθαρο συγκριτικό πλεονέκτημα λόγω ευνοϊκών κλιματολογικών συνθηκών. Βάσει των εκτιμήσεών μας, ο εγχώριος αγροδιατροφικός τομέας θα μπορούσε να διπλασιάσει το αποτύπωμά του στην ελληνική οικονομία (όφελος της τάξης των €13 δισ. σε όρους προστιθέμενης αξίας), σε περίπτωση που οι προαναφερθέντες παράγοντες προσεγγίσουν τον μέσο όρο των ευρωπαϊκών χωρών. Τα παραδείγματα άλλων χωρών (όπως Ιταλία σε όρους τυποποίησης και Ισραήλ σε όρους τεχνολογίας) μπορούν να αποτελέσουν οδηγό επιτυχημένων στρατηγικών αξιοποίησης των δυνατοτήτων τόσο στον πρωτογενή τομέα όσο και στη βιομηχανία τροφίμων ξεκλειδώνοντας σημαντική παραγωγική δυναμική.
Πηγή: news247.gr
Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις