Η ευρωπαϊκή αγορά φυσικού αερίου θα μπει σε φάση κλυδωνισμών εάν το θερμόμετρο της έντασης ανέβει ακόμη περισσότερο στο μέτωπο της Ουκρανίας.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση εξακολουθεί, άλλωστε, να εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από το ρωσικό φυσικό αέριο (το οποίο καλύπτει περίπου το 40% των σχετικών ευρωπαϊκών αναγκών), παρά τις κινήσεις που έχουν γίνει τα περασμένα χρόνια – με αμερικανική ενθάρρυνση εάν όχι και με αμερικανική συμμετοχή – προς την κατεύθυνση της διαφοροποίησης των πηγών ενεργειακής τροφοδοσίας.
Ευρωπαίοι και Αμερικανοί προετοιμάζονται, με φόντο το Ουκρανικό, για πιθανούς κλυδωνισμούς στο μέτωπο της ενέργειας, κι αυτό σε μια περίοδο δύσκολη: ενώ ο χειμώνας έχει ακόμη δρόμο μπροστά του μέσα σε συνθήκες πανδημίας και ενώ οι τιμές της ενέργειας παραμένουν στα ύψη για τον Ευρωπαίο καταναλωτή.
Απολύτως ενδεικτική των διαθέσεων: η κοινή δήλωση που έδωσαν στη δημοσιότητα την περασμένη Παρασκευή, 28 Ιανουαρίου, οι πρόεδροι των Ηνωμένων Πολιτειών Τζο Μπάιντεν και της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
«Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η ΕΕ εργάζονται από κοινού για τη συνεχή, επαρκή και έγκαιρη προμήθεια φυσικού αερίου στην ΕΕ από διάφορες πηγές σε όλο τον κόσμο, προκειμένου να αποφευχθούν εφοδιαστικά σοκ, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που θα μπορούσαν να προκύψουν από μια περαιτέρω ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ήδη ο μεγαλύτερος προμηθευτής υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) της ΕΕ. Συνεργαζόμαστε με κυβερνήσεις και παράγοντες της αγοράς για την προμήθεια πρόσθετων ποσοτήτων φυσικού αερίου στην Ευρώπη από διάφορες πηγές σε όλο τον κόσμο», σημειώνουν χαρακτηριστικά οι Μπάιντεν και Φον Ντερ Λάιεν στο κοινό τους ανακοινωθέν.
Ο Φον Ντερ Λάιεν είχε συζητήσει το ενδεχόμενο να δρομολογηθούν πρόσθετες αγορές καταριανού φυσικού αερίου με τον εμίρη του Κατάρ την Πέμπτη, 27 Ιανουαρίου, ενώ την ερχόμενη Παρασκευή, 4 Φεβρουαρίου, η Επίτροπος Ενέργειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης Κάντρι Σίμσον αναμένεται να πραγματοποιήσει επίσκεψη στο Μπακού του Αζερμπαϊτζάν από το οποίο η ΕΕ θα μπορούσε επίσης να λάβει μεγαλύτερες ποσότητες φυσικού αερίου.
Σημαντική σημείωση, ειρήσθω εν παρόδω: στο Αζερμπαϊτζάν η Επίτροπος Σίμσον αναμένεται να έχει συναντήσεις όχι μόνο με τον Αζέρο υπουργό Ενέργειας αλλά και με τον Τούρκο ομόλογό του.
Λίγα 24ωρα αργότερα, στις 7 Φεβρουαρίου, αναμένεται να συνεδριάσει και το Συμβούλιο Ενέργειας Ηνωμένων Πολιτειών – Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, και εν αναμονή των εξελίξεων, το ευρωπαϊκό Politico θέτει πέντε βασικά ερωτήματα σχετικά με το παρόν και το μέλλον της ευρωπαϊκής αγοράς ενέργειας πάντα σε σχέση με τη Ρωσία.
Θα μπορούσε η Ρωσία να διακόψει τη ροή φυσικού αερίου προς την Ευρώπη;
Το πιο πιθανό είναι πως όχι. Το ενδεχόμενο μιας πλήρους ή μεγάλης σε έκταση και σε ποσοστό διακοπής φαντάζει προς το παρόν μάλλον απίθανο, σύμφωνα με τον Μάικ Φούλγουντ του Ινστιτούτου Ενεργειακών Μελετών της Οξφόρδης. Κι αυτό κυρίως για δύο λόγους: επειδή η Ρωσία κερδίζει πολλά χρήματα από τις εν λόγω εξαγωγές, αλλά και επειδή μια πιθανή διακοπή θα έπληττε την εικόνα της Μόσχας ως «αξιόπιστου προμηθευτή», μια εικόνα την οποία Μόσχα επιμένει να προβάλλει και να επικαλείται. Εάν, βέβαια, η Δύση επιβάλει κυρώσεις κατά του ρωσογερμανικού αγωγού φυσικού αερίου Nord Stream 2 ή αποκλείσει τη Ρωσία από το σύστημα συναλλαγών SWIFT, τότε και η στάση της Μόσχας μπορεί να αλλάξει, προειδοποιεί ο Φούλγουντ.
Θα μπορούσε μια διακοπή στις ροές φυσικού αερίου να λειτουργήσει υπέρ των συμφερόντων του Πούτιν;
Ο ίδιος ο Ρώσος πρόεδρος έχει κατ’ επανάληψη δηλώσει πως οι μακροχρόνιες-μακροπρόθεσμες συμβάσεις που έχουν ήδη συναφθεί θα συνεχίσουν να ισχύουν ως έχουν. Ο ίδιος θα ήθελε, άλλωστε, να φανεί ότι ακολουθεί τους κανόνες για να μπορέσει έτσι να λάβει από τους Ευρωπαίους-Γερμανούς και το πράσινο φως για την έναρξη της λειτουργίας του αγωγού φυσικού αερίου Nord Stream 2 που έχει προς το παρόν μπει στον «πάγο».
Υπάρχει ωστόσο και το ενδεχόμενο η Μόσχα να επιχειρήσει ως μέσο πίεσης να διακόψει ή να περιορίσει σημαντικά τις ροές φυσικού αερίου μόνο προς την Ουκρανία, αφήνοντας τις λοιπές ροές προς την υπόλοιπη Ευρώπη ανεπηρέαστες μέσω του πρώτου αγωγού Nord Stream, του αγωγού Yamal και του αγωγού Turkstream.
Αυτό που μπορεί επίσης να κάνει η Μόσχα, σύμφωνα με τον ειδικό σε θέματα ενέργειας Χένινγκ Γκλόισταϊν του Eurasia Group, είναι να διατηρήσει μεν τη ροή φυσικού αερίου προς την Ευρώπη χωρίς όμως να την αυξήσει, να περιορίσει δηλαδή τις εξαγόμενες ποσότητες σε ύψος χαμηλό μεν, το χαμηλότερο δυνατό, αλλά νόμιμο βάσει των συμβολαίων που έχουν ήδη υπογραφεί, κι αυτό ως μέσο πίεσης, προκειμένου να μπορεί να παίξει το χαρτί της προοπτικής αύξησης των ροών είτε μέσω του προς λειτουργία Nord Stream 2, είτε μέσω άλλων αγωγών, εάν το επιτρέψουν οι γεωπολιτικές συνθήκες και το δικαιολογήσουν τα σχετικά ανταλλάγματα προς τη ρωσική πλευρά.
Για πόσο καιρό θα μπορούσε η Ευρώπη να «επιβιώσει» με το φυσικό αέριο που ήδη διαθέτει;
Εάν οι ροές από τη Ρωσία διακοπούν μέσα στον Φεβρουάριο, τότε η Ευρώπη θα μπορούσε να αντέξει άλλους περίπου δύο μήνες, έως και τον Απρίλιο. Τουλάχιστον αυτή είναι η εκτίμηση των ειδικών της δεξαμενής σκέψης Bruegel στις Βρυξέλλες.
Εάν όμως πέσει βαρυχειμωνιά, τότε τα τέλη Απριλίου μάλλον θα γίνουν τέλη Μαρτίου. Βραχυπρόθεσμα, το πιο πιθανό είναι πως η Ευρώπη θα καταφέρει να «επιβιώσει», κάνοντας οικονομία στην ενέργεια, βάζοντας μπρος τις μηχανές στα λιγνιτικά κ.ά.
Αξίζει να σημειωθεί πως χώρες όπως η Γερμανία και η Ιταλία διαθέτουν επί του παρόντος μεγαλύτερες ποσότητές φυσικού αερίου στις «δεξαμενές» τους σε σύγκριση με άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ. Την ώρα της κρίσης, εάν αυτή η ώρα έρθει ποτέ, είναι ένα ερώτημα το εάν και κατά πόσο οι Γερμανοί και οι Ιταλοί θα ήταν διατεθειμένοι να μοιραστούν το αέριό τους με άλλα γειτονικά κράτη.
Ποιες ευρωπαϊκές χώρες θα δέχονταν το μεγαλύτερο πλήγμα σε περίπτωση κρίσης;
Η Φινλανδία, η Λετονία, η Εσθονία, η Βουλγαρία, η Σλοβακία, η Κροατία και η Τσεχία είχαν προμηθευτεί από τη Ρωσία πάνω από τα 2/3 του φυσικού τους αερίου το 2020.
Η Αυστρία, η Ελλάδα, η Γερμανία, η Ιταλία, η Λιθουανία, η Πολωνία, η Ουγγαρία και η Σλοβενία είχαν προμηθευτεί από τη Ρωσία πάνω από το 40% του δικού τους φυσικού αερίου.
Ποιες χώρες θα μπορούσαν να αυξήσουν τις δικές τους εξαγωγές φυσικού αερίου προς την Ευρώπη;
Η Νορβηγία και το Αζερμπαϊτζάν δεν φαίνεται να μπορούν να αυξήσουν τις παραδόσεις στο κοντινό μέλλον. Η Αλγερία θα μπορούσε να το πράξει προς την Ισπανία μέσω του αγωγού Maghreb-Europe (GME) αλλά υπάρχει ένταση στις σχέσεις Ισπανίας – Μαρόκου καθώς και Αλγερίας – Μαρόκου που περιπλέκει-παρεμποδίζει και τις μεταφορές ενέργειας προς την Ευρώπη μέσα από το έδαφος του δευτέρου.
Με δεδομένα τα παραπάνω, οι μόνες παραδόσεις που θα μπορούσαν ρεαλιστικά-πρακτικά να αυξηθούν είναι εκείνες του υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG). Οι Ηνωμένες Πολιτείες στέλνουν πλέον περίπου το 70% του δικούς τους LNG στην Ευρώπη (συγκριτικά πέρυσι το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 30%), έχοντας μάλιστα αυξήσει τις παραδόσεις το τελευταίο διάστημα.
Το Κατάρ επίσης θα μπορούσε, ενδεχομένως, να αυξήσει τις ροές του προς την Ευρώπη. Ωστόσο, ο Καταριανός υπουργός Ενέργειας Σαάντ Σερίντα Αλ Κάμπι δήλωσε σήμερα πως το Κατάρ δεν θα είναι σε θέση να αναπληρώσει μονομερώς τις ενεργειακές ανάγκες της Ευρώπης σε περίπτωση ελλείψεων λόγω της κρίσης μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας.
Ρεαλιστικά μιλώντας, το LNG θα μπορούσε ωστόσο να καλύψει έως και το 25% του κενού που θα άφηνε πίσω της μια διακοπή των ροών από τη Ρωσία αλλά όχι παραπάνω, δηλώνει ο αναλυτής Τζέιμς Χάκστεπ της S&P Global Platts. Η ΕΕ πάντως από την πλευρά της βρίσκεται σε σχετικές συνομιλίες για την αγορά ποσοτήτων αερίου και από χώρες της Ασίας.
Με πληροφορίες από Politico
Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις