Λίγους μήνες μετά την μεγάλη πυρκαγιά στα Γεράνεια Όρη τον Μάιο του 2021, μία ομάδα 13 περίπου ατόμων του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, αποτελούμενη από καθηγητές, βοηθητικό ερευνητικό προσωπικό και μεταπτυχιακούς φοιτητές υποψήφιους διδάκτορες, κλήθηκε να συμβάλλει στην αναδάσωση της περιοχής χρησιμοποιώντας drone για την σπορά σε δύσβατα και δυσπρόσιτα σημεία που δύσκολα θα μπορούσαν να προσεγγίσουν πεζοπόρα τμήματα.
Οι εκτάσεις των 5-10 στρεμμάτων στις οποίες πραγματοποιήθηκε η πιλοτική αναδάσωση διέθεταν διαφορετικά χαρακτηριστικά ως προς το γεωλογικό υπόβαθρο, την γεωμορφολογία, την επικρατούσα φυτοκάλυψη και τα εδαφικά χαρακτηριστικά και κυρίως ήταν περιοχές ορεινές με μεγάλες μορφολογικές κλίσεις και έντονο ανάγλυφο.
Τα μέλη της ομάδας σε πρώτη φάση ξεκίνησαν μία λεπτομερή καταγραφή για τις συνθήκες που επικρατούν σε βλάστηση και ανάγλυφο στην περιοχή. Εξετάζοντας αεροφωτογραφίες διαφορετικών χρονικών περιόδων, και συγκεκριμένα του 1945, 1992 και του 2014 προσπάθησαν να δουν σε βάθος χρόνου τις μεταβολές σε διάστημα έως και 70 ετών.
Όπως εξηγεί στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο κοσμήτορας της Σχολής Περιβάλλοντος και Γεωργικής Μηχανικής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών και καθηγητής Διαχείρισης Υδατικών Πόρων, Χρήστος Καραβίτης, από τους ορθοφωτοχάρτες που χρησιμοποίησαν μπόρεσαν να δουν την εξέλιξη της βλάστησης και με βάση αυτό προχώρησαν στην επιλογή των περιοχών όπου εφαρμόστηκε η πιλοτική τεχνική αναδάσωσης. «Χρησιμοποιήσαμε τις τελευταίες μεθόδους υψηλής ανάλυσης για την παραγωγή ενός ψηφιακού μοντέλου αναγλύφου, με σκοπό να δούμε τι έδαφος έχουμε, αν έχουμε για παράδειγμα βραχώδεις περιοχές, αλλά και πόσο έχει πληγεί η περιοχή από την πυρκαγιά. Αφού έγινε αυτή η αποτύπωση, ακολούθως έγινε η ανάλυση των γεωλογικών συνθηκών για να δούμε αν η περιοχή έχει μεγάλο κίνδυνο κατολισθήσεων ή αν πρόκειται να έχει προβλήματα διάβρωσης. Με βάση αυτά τα κριτήρια επιλέξαμε τις περιοχές στις οποίες θα δρούσαμε», επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Καραβίτης, εκ των επικεφαλής της ομάδας.
Αρχικά, όπως περιγράφει έγινε μία σπορά με σπόρους που βγάζουν ποώδη βλάστηση ώστε να εμποδιστεί η διάβρωση.
«Ο σχεδιασμός της σποράς έγινε με τη χρήση drone , με κατάλληλο δοχείο που είχε το drone επάνω και στο οποίοι τοποθετήθηκαν διάφοροι σπόροι. Οι σπόροι που τοποθετήθηκαν ραντίστηκαν με εντομοκτόνο, παρασιτοκτόνο και μυκητοκτόνο περιβλήθηκαν από υμένιο βαμβακιού για να έχουν υγρασία και τοποθετήθηκαν σε μία κάψουλα από άργιλο (πηλό) στον οποίο προσθέσαμε με τη βοήθεια του εργαστηρίου Βιοτεχνολογίας του Πανεπιστημίου μας διάφορα λιπάσματα και υποβοηθητικά της αύξησης. Βάλαμε σπόρους χαρουπιάς, κουτσουπιάς, χαλεπίου πεύκης, κυπαρισσιού καθώς και φακελωτής, σπόρους που επιλέξαμε από το δασικό εκκοκκιστήριο της Αμυγδαλέζας», σημειώνει ο κ. Καραβίτης προσθέτοντας ότι αυτά είναι τα είδη που δοκίμασαν να δουν πειραματικά τη βλάστησή τους για να εμποδίσουν μάλιστα και τη διάβρωση του εδάφους.
Οι δασικοί σπόροι ήταν περίκλειστοι σε ειδικά διαμορφωμένο σφαιρίδιο που αποτελείται από άργιλο, τύρφη και άλλα υλικά συγκράτησης του σπόρου.
Η πιλοτική αυτή τεχνική έχει παγκοσμίως εφαρμοστεί παλαιότερα σε επίπεδες περιοχές της Αυστραλίας, ωστόσο είναι η πρώτη φορά που πραγματοποιείται σε περιοχές ορεινές με μεγάλες κλίσεις και ισχυρό ανάγλυφο. Παράλληλα, υπάρχει ήδη ενδιαφέρον από άλλα πανεπιστήμια της Ευρώπης, και συγκεκριμένα της Πορτογαλίας, Ισπανίας και της Ιταλίας για να εφαρμοστεί και σε πιλοτικό πανευρωπαϊκό επίπεδο.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Τεκτονικής Γεωλογίας, Γεωπεριβάλλοντος και Φυσικών Καταστροφών στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και διευθυντή του Εργαστηρίου Ορυκτολογίας - Γεωλογίας, Ιωάννη Παπανικολάου, το Εργαστήριο του οποίου συμμετείχε επίσης στην Ερευνητική Ομάδα του ΓΠΑ στη γεωπονία η χρήση drones βασικό εργαλείο τόσο στο κομμάτι της παρακολούθησης των καλλιεργειών όσο και στο κομμάτι των ψεκασμών. «Με τα drones μας δίνεται η δυνατότητα πρόσβασης σε περιοχές εκτός κύριου οδικού δικτύου που είναι πιο απομακρυσμένες ή και δύσβατες λόγω υψηλών μορφολογικών κλίσεων και ταυτόχρονα δεν γίνεται κάποια παρέμβαση αναμόχλευσης του εδάφους. Σε περιοχές όπου έχουμε υψηλή δριμύτητα καύσης το έδαφος θέλει μεγαλύτερη προστασία. Το γεγονός ότι δεν γίνεται παρέμβαση αναμόχλευσης του εδάφους αποτελεί μεγάλο πλεονέκτημα της χρήσης drones στην αναδάσωση», τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Παπανικολάου, και προσθέτει ότι η δράση που πραγματοποιήθηκε είχε κι έναν χαρακτήρα αντιδιαβρωτικών μέτρων πέρα από την σπορά για την αναδάσωση.
«Είναι μία καινούρια τεχνική που θέλουμε να δοκιμάσουμε. Το πλάνο είναι να μεταφέρουμε πετυχημένες πρακτικές της γεωργίας ακριβείας στα δασικά οικοσυστήματα, με έμφαση στις μεταπυρικές περιοχές, που μας ενδιαφέρουν περισσότερο αφού έχει καταστραφεί η φυτοκάλυψη, εξετάζουμε πώς θα μπορέσουμε να υποβοηθήσουμε την αναγέννηση αλλά και να προλάβουμε έντονα φαινόμενα διάβρωσης. Όλα αυτά είναι πιλοτικά θα χρειαστούμε διαφορετικές πειραματικές θέσεις και διαφορετικές γεωπεριβαλλοντικές συνθήκες γι αυτό έχουμε επιλέξει οι θέσεις να έχουν διαφορετικό γεωλογικό υπόβαθρο, διαφορετικά γεωμορφολογικά χαρακτηριστικά και διαφορετικά εδαφικά χαρακτηριστικά», υπογραμμίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Παπανικολάου.
Σημαντική, όπως εξηγούν, ήταν και η συμβολή των ανθρώπων του δασαρχείου Μεγάρων, που με την εμπειρία και τη γνώση τους για την περιοχή κατηύθυναν και βοήθησαν αποτελεσματικά την ομάδα του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Σημειώνεται ότι η πιλοτική τεχνική αναδάσωσης μέσω drone στα Γεράνεια όρη έγινε υπό την αιγίδα του Τμήματος Δασοτεχνικών Έργων του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας με χορηγία της εταιρείας Motor Oil Hellas.
Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις