Του Απόστολου Πάνα
Έντονη είναι η ανησυχία που έχει δημιουργηθεί στους κύκλους των αγροτών και εν γένει των παραγωγών για τη δασμολογική πολιτική που επιβάλλουν οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής σε σειρά ευρωπαϊκών προϊόντων, με απαρχή τη 18η Οκτωβρίου. Η προσπάθεια, θα λέγαμε, των ΗΠΑ, μέσω της επιβολής δασμών, εντάσσεται σε ένα γενικότερο πλαίσιο εμπορικού πολέμου που έχει κηρύξει η αμερικανική πλευρά στις Βρυξέλλες για τις επιδοτήσεις στην Airbus, ανταγωνίστρια της αμερικανικής Boeing.
Η Ελλάδα είναι για μια ακόμα φορά το θύμα της σύγκρουσης των συμφερόντων των ισχυρότερων, με κύριους πληγέντες τα αγροτικά προϊόντα που εξάγει στις ΗΠΑ και τους παραγωγούς τους. Γίνεται λόγος για δασμούς έως και 25% σε εισαγωγές που αφορούν σε μια σειρά από ελληνικά αγροτικά προϊόντα (π.χ., τυρί, γιαούρτι, βούτυρο, χυμοί, ροδάκινα, κονσέρβες ροδάκινου, πορτοκάλια, λεμόνια κ.ά.).
Μιλάμε, δηλαδή, για ένα μεγάλο ποσοστό απώλειας κέρδους για τους παραγωγούς και τις ελληνικές εταιρείες σε μια εποχή που ήδη έχουν υποστεί ζημία από το εμπάργκο των Ρώσων.
Οι αγροτικοί συνεταιρισμοί καταγγέλλουν την αδικία του εν λόγω μέτρου και το προφανές οικονομικό αδιέξοδο που θα φέρει σε πολλές ελληνικές επιχειρήσεις, οι οποίοι θα αναγκαστούν να διαγράψουν από τη λίστα των πελατών τους μια τόσο δυνατή αγορά, όπως η αμερικανική.
Είναι γεγονός, βέβαια, ότι η ελιά και το ελαιόλαδο εξαιρέθηκαν από το μέτρο, αυτό όμως δεν αρκεί, διότι το πλήγμα στην κομπόστα (βιομηχανικό ροδάκινο) και στη φέτα θα είναι μεγάλο και απέναντι σε αυτό πρέπει η κυβέρνηση επίσης να κινηθεί άμεσα.
Το ερώτημα είναι όμως τι μπορούμε να κάνουμε για να θωρακίσουμε τα ελληνικά προϊόντα από τέτοιου είδους πολιτικές, όπου η χώρα μας είναι απλά το θύμα της καραμπόλας των διεθνών συμφερόντων. Σε πρώτη φάση περιμένουμε την απόφαση της Επιτροπής Διαιτησίας του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), στον οποίο έχει προσφύγει η Ευρωπαϊκή Ενωση εναντίον των ΗΠΑ, απόρροια της οποίας μπορεί να είναι επίσης μια επιβολή δασμών στα αμερικανικά προϊόντα εκ μέρους της Ευρώπης, άρα κάποιο είδος συμψηφισμού.
Αν αυτό δεν λειτουργήσει, η κυβέρνηση θα πρέπει να εξετάσει το ενδεχόμενο των αποζημιώσεων των πληγέντων παραγωγών, για το οποίο ήδη έχει κάνει λόγο ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης. Ως προς αυτά, είμαστε σε αναμονή.
Πέραν αυτών όμως η Ελλάδα οφείλει να επαγρυπνεί ως προς την προστασία της πρωτογενούς παραγωγής της, διότι αυτός είναι και ο θησαυρός της. Δεν έχουμε, άλλωστε, βιομηχανία και αν δεν διαφυλάξουμε τα πολύτιμα προϊόντα της γης μας, θα αποτύχουμε παταγωδώς στην προσπάθεια της οικονομικής ανάπτυξης.
Πρέπει επομένως να βρούμε εναλλακτικές λύσεις, μέσω της στενής συνεργασίας με τα ευρωπαϊκά όργανα, ώστε οι αγρότες μας να έχουν διαρκή ενημέρωση για τα ευρωπαϊκά επιδοτούμενα προγράμματα και τους τρόπους πιο αποτελεσματικής αξιοποίησής τους.
Στο πλαίσιο αυτό, οφείλουμε να δώσουμε τη μάχη στους ευρωπαϊκούς θεσμούς ώστε όλο και περισσότεροι Ελληνες αγρότες να γίνουν δικαιούχοι συμμετοχής σε επιμορφωτικά προγράμματα αλλά και σε προγράμματα ουσιαστικής υποβοήθησης παραγωγής και προώθησης και άλλων προϊόντων που ενδεχομένως θα προσελκύσουν νέους πελάτες διεθνώς.
Αυτό είναι και το στοίχημα που πρέπει να κερδίσουμε: να καταφέρουμε να ανοίξουμε την αγορά και προς άλλες κατευθύνσεις ώστε να μην εξαρτιόμαστε από την εκάστοτε βούληση των μεγάλων δυνάμεων, αλλά σταδιακά τα προϊόντα μας να αποκτήσουν ένα ευρύ και σταθερό κοινό.
Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις