Οι πωλήσεις γιαουρτιού και συναφών προϊόντων έφθασαν στο ανώτερο σημείο τους το 2015, με αξία 9 δισ. δολ. ΗΠΑ
Πτωτική τάση εμφανίζουν οι πωλήσεις γιαουρτιού στις ΗΠΑ, παρά το γεγονός ότι τα ράφια των super markets κατακλύζονται από νέες παραλλαγές του προϊόντος.
Οι εταιρείες παραγωγής γιαουρτιού διατηρούν την αισιοδοξία τους, ποντάροντας σε καινοτόμα προϊόντα, σε αντίθεση με κάποιους αναλυτές που εκτιμούν ότι ανταγωνιστικά προϊόντα όπως οι μπάρες υγιεινής διατροφής πρόκειται να κερδίσουν μερίδιο αγοράς εις βάρος των προϊόντων γιαουρτιού.
Οι πωλήσεις γιαουρτιού και συναφών προϊόντων έφθασαν στο ανώτερο σημείο τους το 2015, με αξία 9 δισ. δολ. ΗΠΑ.
Το 2019 έπεσαν στα 8.2 δισ. δολ. ΗΠΑ, 3,6% χαμηλότερα από το 2018, σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας Mintel.
Η ίδια εταιρεία εκτιμά ότι μέχρι το 2024 αναμένεται να γνωρίσουν περαιτέρω πτώση10%, με συνολική αξία πωλήσεων 7.4 δισ. δολ. ΗΠΑ.
Η εταιρεία Chobani -δεύτερη μεγαλύτερη σε μερίδιο αγοράς στις ΗΠΑ- εκτιμά ότι μόνο η εισαγωγή καινοτόμων προϊόντων και η στροφή σε φυτικές πρώτες ύλες,ως βάση για παραγωγή προϊόντων τύπου γιαουρτιού, μπορεί να αντιστρέψει την τάση. Παράλληλα, η εν λόγω εταιρεία επεκτείνεται σε παραγωγή άλλου τύπου προϊόντων, όπως ροφήματα βρώμης ή υποκατάστατα κρέμας για καφέδες.
Ο βασικός λόγος για την ανωτέρω τάση αποδίδεται σε ανησυχίες αυξανόμενης μερίδας των καταναλωτών σχετικά με πιθανές επιπτώσεις των γαλακτοκομικών στην υγεία, καθώς και για τις συνθήκες μεταχείρισης των ζώων στις εγκαταστάσεις παραγωγής της πρώτης ύλης. Πρόσθετο λόγο συνιστά επίσης η τάση πολλών καταναλωτών να λαμβάνουν ως πρωινή τροφή προϊόντα που μπορεί κάποιος να τα καταναλώσει κινούμενος (λ.χ. μπάρες).