Εισήγηση Π. Βράντζα για τ η Νέα ΚΑΠ:
Ευχαριστώ κ. πρόεδρε,
Βρισκόμαστε εδώ σήμερα για να συζητήσουμε ένα εξόχως σημαντικό ζήτημα τόσο για τη χώρα μας, όσο και για το σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Είναι η Κοινή Αγροτική Πολιτική, η ενοποιημένη δηλαδή αγροτική πολιτική του συνόλου των κρατών-µελών της ΕΕ.
Η ΚΑΠ περιγράφει το σύνολο των μέτρων, κανονισμών, νόμων και δράσεων που αφορούν την γεωργία, την κτηνοτροφία και την διακίνηση αγροτικών προϊόντων. Καθώς και τα επιμέρους ζητήματα που προκύπτουν, όπως η σταθερότητα των τιμών, η ποιότητα των προϊόντων, η επιλογή προϊόντων, η χρήση του εδάφους, οι επιπτώσεις στο περιβάλλον και η απασχόληση στον αγροτικό κλάδο.
Η ΚΑΠ διανύει την 6η δεκαετία εφαρμογής της και αποτελεί μια από τις κυριότερες πολιτικές που ακολουθεί η Ε.Ε., απορροφώντας σήμερα περίπου το 40% του προϋπολογισμού της. Η εφαρμογή της ΚΑΠ πραγματοποιείται µε μια σειρά περίπλοκων οργάνων, οργανισμών και κανονισμών, που συνεπάγεται μεγάλη γραφειοκρατία σε όλα τα επίπεδα, καθιστώντας σε σημαντικό βαθμό της λειτουργία της προβληματική.
Λόγω ακριβώς της μεγάλης σημασίας της, η ΚΑΠ αποτέλεσε κατά καιρούς αντικείμενο μεγάλης διαμάχης και δέχθηκε πιέσεις από διάφορες πηγές, οι οποίες οδήγησαν σε σημαντικές αλλαγές-μεταρρυθμίσεις της, κατά τη διάρκεια των χρόνων.
Ενόψει της νέας προγραμματικής περιόδου μετά το 2020, πιθανότατα 2021-2027 και με δεδομένα α) τα συμπεράσματα από την εφαρμογή της τελευταίας αναθεώρησης του ’14 και β) τα νέα γεωπολιτικά/γεωστρατηγικά δεδομένα όπως οι σχέσεις Ε.Ε. Ρωσίας, το Brexit, οι μεταναστευτικές ροές προς την Ευρώπη, οι προστατευτικές εμπορικές πολιτικές των ΗΠΑ και άλλα, βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη μία ακόμη αναθεώρηση της ΚΑΠ.
Με βάση τις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, η επικείμενη αναθεώρηση επικεντρώνεται στα εξής ζητήματα:
- Προϋπολογισμός.
Αποτελεί προφανώς μείζον ζήτημα η πιθανολογούμενη μείωση των πόρων της ΚΑΠ, η οποία θα επιφέρει περαιτέρω μείωση του μικρού συγκριτικά αγροτικού εισοδήματος του Έλληνα αγρότη. Η θέση μας είναι ξεκάθαρη και εκπεφρασμένη σε όλα τα επίπεδα, είμαστε αντίθετοι με την όποια μείωση πόρων.
- Εξωτερική Σύγκλιση.
Πρόκειται για ένα επίσης σοβαρό ζήτημα με δεδομένη την πίεση των χωρών με χαμηλές αξίες ανά εκτάριο αλλά και το γεγονός ότι η χώρα μας απολαμβάνει στρεμματική αξία αρκετά υψηλότερη από το μέσο όρο.Υπάρχει επιχειρηματολογία με την οποία θα διαπραγματευτούμε την μη μείωση και σε αυτό το επίπεδο. Βασικό μας επιχείρημα θα πρέπει να είναι ο μικρός κλήρος και ο μεγάλος αριθμός των δικαιούχων. Με δεδομένα τα μικρά ποσά ανά δικαιούχο, η μείωση της στρεμματικής ενίσχυσης θα σήμαινε ουσιαστικά εξαφάνιση ενός μεγάλου αριθμού μικροκαλλιεργητών. Κάτι το οποίο είναι σε ευθεία αντίθεση με το πνεύμα της πρότασης της επιτροπής.
- Επικουρικότητα – Εθνικοποίηση.
Προφανώς η ευελιξία των κρατών μελών, όσον αφορά την εθνική στρατηγική, ώστε να καλύπτονται ανάγκες που προκύπτουν από τις όποιες ιδιαιτερότητες της κάθε χώρας, είναι ζητούμενο και καλοδεχούμενο.
Κάθε απόπειρα εθνικοποίησης όμως, δεν μπορεί να είναι αποδεκτή αφού θα σημάνει αυτόματα κατάργηση της έννοιας «κοινή», με δεδομένες τις τεράστιες διαφορές σε οικονομικό επίπεδο των κρατών μελών.
- Ευελιξία μεταξύ των 2 πυλώνων.
Εάν τελικά παραμείνει, όπως φαίνεται, το μοντέλο των 2 πυλώνων απαιτείται η μέγιστη δυνατή ευελιξία στη μεταφορά πόρων. Ο 2ος πυλώνας αποτελεί το μέσο άσκησης αγροτικής πολιτικής και το κατ’ εξοχήν αναπτυξιακό εργαλείο του πρωτογενούς τομέα. Ειδικά σε χώρες σαν τη δική μας, με υστέρηση σε υποδομές, εξοπλισμό, τεχνολογία και τεχνογνωσία, ένας ισχυρός 2ος πυλώνας είναι απολυτός απαραίτητος.
- Μείωση της γραφειοκρατίας.
Με δεδομένο τον κατ’ εξοχήν γραφειοκρατικό χαρακτήρα της Ε.Ε. αλλά και της ελληνικής δημόσιας διοίκησης, οποιαδήποτε πρόοδος σε αυτόν τον τομέα θα συνέβαλε σημαντικά στην ανάπτυξη του κλάδου. Φαίνεται ότι μπορούν να υπάρξουν λύσεις. Ο Επίτροπος Hogan πρότεινε την κατάργηση του συστήματος κατανομής με βάση τα δικαιώματα ενίσχυσης που ακολουθεί και η χώρα μας. Σύμφωνα με τον ίδιο, αυτό θα σήμαινε σημαντική μείωση του χρόνου διεκπεραίωσης και ακόμη πιο σημαντική μείωση του διαχειριστικού κόστους.
- Περιβαλλοντικές επιπτώσεις και ασφάλεια τροφίμων.
Αν και αυτά αποτελούν θεμελιώδη ζητήματα και στόχους της ΚΑΠ από το πρόσφατο αλλά και απώτερο παρελθόν, μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν ορατά αποτελέσματα. Βεβαίως εδώ φαίνεται ξεκάθαρα η ισχύς των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων και η υποκρισία στους κόλπους της Ε.Ε.
Η αέναη παράταση της χρήσης της Γλυφοσάτης για παράδειγμα, εντός της Ε.Ε. και τα σοβαρά διατροφικά σκάνδαλα δημοσιοποιημένα και μη, το αποδεικνύουν περίτρανα.
Βεβαίως, πέρα από το ευρωπαϊκό πλαίσιο που θα προκύψει και με τη δική μας συμβολή μέσα από ουσιαστική διαπραγμάτευση και συμμαχίες, καταλυτικό ρόλο για την πορεία του πρωτογενούς τομέα την επόμενη περίοδο θα παίξει το εθνικό στρατηγικό σχέδιο και η σχετική πρόταση που θα καταθέσουμε μέχρι το τέλος του 2019.
Δυστυχώς η εθνική πρόταση που κατατέθηκε το 2014, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως η πλέον αντιπαραγωγική, με σχεδόν καταστροφικές συνέπειες για το σύνολο του πρωτογενούς τομέα.
Έτσι, η επικείμενη εθνική πρόταση θα πρέπει κινηθεί σε 3 βασικούς άξονες:
- Θα πρέπει να έχει αναπτυξιακό προσανατολισμό καλύπτοντας ταυτόχρονα το σύνολο των Ενωσιακών απαιτήσεων.
- Θα πρέπει να μπορεί να αντισταθμίσει τις όποιες δυσμενείς αποφάσεις για τη χώρα σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
- Και τέλος θα πρέπει να διορθώσει τις κάκιστες επιλογές της προηγούμενης περιόδου.
Οι βασικές αρχές τις οποίες θα πρέπει διασφαλίσει ο εθνικός σχεδιασμός για την επόμενη περίοδο, θα πρέπει να είναι.
- Ισονομία μεταξύ των αγροτών, άνοιγμα του αγροτικού επαγγέλματος, εξασφάλιση περιβάλλοντος υγιούς ανταγωνισμού, ηλικιακή ανανέωση του αγροτικού πληθυσμού και τέλος αύξηση της παραγωγής, της παραγωγικότητας και του αγροτικού εισοδήματος.
Καταλυτικός παράγοντας και πρώτο βήμα για όλα αυτά, είναι η κατάργηση επιτέλους, των ιστορικών δικαιωμάτων. Δεν είναι δυνατόν να συντηρήσουμε άλλο την επιλογή της κυβέρνησης ΝΔ/ΠΑΣΟΚ, οπού το 20% των «ελέω θεού» προνομιούχων αγροτών, εισπράττει το 80% των άμεσων ενισχύσεων. Δεν είναι δυνατόν να ανεχθούμε άλλο το καθεστώς σύμφωνα με το οποίο για την ίδια δραστηριότητα και την ίδια έκταση, κάποιος εισπράττει ενίσχυση έως και 800 φορές μεγαλύτερη από κάποιον άλλο. Δεν είναι τέλος δυνατόν, η εθνική οικονομία να αντέξει την γήρανση του αγροτικού πληθυσμού, αφού οι νέοι χωρίς τα «χρυσά» δικαιώματα των παππούδων τους, δεν έχουν καμία ελπίδα να τους ανταγωνιστούν και να επιβιώσουν οικονομικά στον κλάδο.
- Θα πρέπει να υπάρχει ξεκάθαρος παραγωγικός προσανατολισμός. Προφανώς και θα πρέπει η ΚΑΠ να συμβάλει στην ενίσχυση του κοινωνικοοικονομικού ιστού των αγροτικών περιοχών και τη διατήρηση στο επάγγελμα των μικροκαλλιεργητών.
Δεν μπορεί και δεν πρέπει όμως σε καμία περίπτωση οι αγροτικές ενισχύσεις να υποκαθιστούν τα κοινωνικά επιδόματα. Ακόμη περισσότερο δε, δεν θα πρέπει τεράστια ποσά ενισχύσεων να εισπράττονται από φορείς και οργανισμούς, οι οποίοι ουδεμία σχέση έχουν με την παραγωγική διαδικασία, όπως είναι εκκλησίες και μοναστήρια. Η στόχευση θα πρέπει να είναι η προστασία κάθε μεγέθους πραγματικού παραγωγού, ειδικά σε δύσκολες νησιωτικές και ορεινές περιοχές, όχι όμως η δημιουργία «εισοδηματιών» μέσω των επιδοτήσεων.
- Μείωση της γραφειοκρατίας ώστε να μειωθεί ο χρόνος διεκπεραίωσης, το διοικητικό κόστος αλλά και η διαφθορά. Το σημερινό τερατώδες μοντέλο κατανομής, απαιτεί και απασχολεί έναν τεράστιο οργανισμό πληρωμών, με ένα περιφερειακό δίκτυο, ο οποίος τελικά αγοράζει και ακριβοπληρωμένες υπηρεσίες από εξωτερικούς συνεργάτες. Πέρα από το κόστος, αυτό το σύστημα παράγει και πάρα πολλά λάθη τα οποία σε κάθε περίπτωση βαραίνουν τον παραγωγό. Είτε ως άμεσοι καταλογισμοί στον ίδιο, είτε έμμεσα ως καταλογισμοί στη χώρα.
- Η αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας. Χαρακτηριστικά της ελληνικής γεωργίας τα οποία κατ’ αρχήν φαίνεται να αποτελούν αρνητικό παράγοντα, με τον κατάλληλο προσανατολισμό μπορούν να μετατραπούν σε πλεονέκτημα. Το μέγεθος των εκμεταλλεύσεων, οι εδαφοκλιματικές συνθήκες και οι τοπικές πρακτικές, σίγουρα δεν μπορούν να δημιουργήσουν οικονομίες κλίμακας. Μπορούν όμως να εξασφαλίσουν την παραγωγή υψηλής ποιότητας και διατροφικής αξίας ασφαλή τρόφιμα, με ελάχιστο περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Προφανώς ο Έλληνας παραγωγός με το μέσο κλήρο των 40 στρεμμάτων, δεν είναι δυνατόν να απολαύσει τα οικονομικά οφέλη της ψηφιακής γεωργίας. Είναι όμως πολύ εύκολο να καρπωθεί την υπεραξία των προϊόντων του, που προκύπτει από τον ήλιο, το κλίμα γενικότερα, το έδαφος και τις καλλιεργητικές πρακτικές.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Η συζήτηση για την ΚΑΠ είναι πολύ μεγάλη και πολύ σοβαρή. Έχοντας κατά νου τις συνέπειες που παράγει για τον Έλληνα παραγωγό, την κοινωνία αλλά και την εθνική οικονομία θα πρέπει συντεταγμένα και με σχέδιο να προχωρήσουμε τόσο στη συνδιαμόρφωση του νέου ευρωπαϊκού θεσμικού πλαισίου, όσο και στη δημιουργία μιας παραγωγικής, δίκαιης και επωφελούς για τη χώρα εθνικής πρότασης.
Σας ευχαριστώ πολύ.
Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις