Σχολιάζοντας τη συμφωνία για τη νέα ΚΑΠ, ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Μάκης Βορίδης τονίζει -μεταξύ άλλων- ότι για την Ελλάδα εξασφαλίστηκε ένα σημαντικό τρίπτυχο:
- εξισορρόπηση των απαιτήσεων της ΕΕ
- εξαίρεση των μικροκαλλιεργητών από το δημοσιονομικό πλαίσιο
- διατήρηση των πόρων προς τους αγρότες για την επόμενη επταετία.
Παράλληλα, επισημαίνει την ανάγκη για στροφή στην παραγωγή προϊόντων αυξημένης προστιθέμενης υπεραξίας με αρωγό τις νέες τεχνολογίες. Επιπλέον παροτρύνει τους παραγωγούς για επενδύσεις στα προϊόντα υψηλής διατροφικής αξίας ενώ τονίζει τις προοπτικές της καλλυντικής βιομηχανίας.
Στέλνει δε μήνυμα ότι το μεταρρυθμιστικό σχέδιο ανασύνταξης του πρωτογενούς τομέα προχωράει κανονικά, ενώ παράλληλα διαβεβαιώνει ότι το Υπουργείο θα συνεχίσει να ενισχύει στοχευμένα όλους τους παραγωγούς που πλήττονται από την πανδημία, μακριά από λαϊκίστικες κορώνες, με στόχο την αδιατάρακτη συνέχιση της παραγωγικής διαδικασίας στηρίζοντας κάθε προσπάθεια αξιοποίησης του εθνικού αγροτικού μας πλούτου και του παραγωγικού μας δυναμικού.
Αναλυτικά η συνέντευξη του Μάκη Βορίδη στο agrocapital. gr:
ΕΡ. Κ. Υπουργέ η Ευρώπη συνήθως καταγράφει μηδενικά αντανακλαστικά με αποτέλεσμα να βρίσκεται πάντα ένα βήμα πίσω από τις εξελίξεις, για αυτό και προκάλεσε εντύπωση η ταχύτητα με την οποία καταλήξατε οι υπουργοί Γεωργίας στη νέα ΚΑΠ. Θα ήθελα λοιπόν να μας περιγράψετε τους στόχους που θέτει και τί προκρίνει τόσο για την διατροφική ασφάλεια της Ένωσης όσο και για το μέλλον των παραγωγών, με δεδομένα τα ζητήματα που ήγειρε η Ευρωπαϊκή Αριστερά;
Μ.Β: Η συμφωνία στην οποία καταλήξαμε οι Υπουργοί Γεωργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη νέα ΚΑΠ ήταν μια συμφωνία ιδιαίτερα επίπονη και επήλθε έπειτα από 30 περίπου μήνες δύσκολης διαβούλευσης η οποία αρκετές φορές, δεν σας κρύβω, φάνηκε να καταλήγει σε αδιέξοδο. Το στοίχημα που έθεσε η Ευρώπη στους αγρότες της είναι η συνέχιση της καλλιεργητικής τους δραστηριότητας με την επίδειξη παράλληλα του μέγιστου σεβασμού προς το περιβάλλον. Με δεδομένες τις μεγάλες προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει ο πλανήτης τα επόμενα χρόνια, εξαιτίας και των ειδικών συνθηκών που διαμόρφωσε η πανδημία, αντιλαμβάνεται κανείς την αξία που έχει προσλάβει η αναγκαιότητα να διασφαλιστεί στο έπακρο η επισιτιστική επάρκεια και η διατροφική ασφάλεια.
Μέσα στο πλαίσιο αυτό πετύχαμε να εξισορροπήσουμε τις περιβαλλοντικές απαιτήσεις της Ένωσης και να εξαιρέσουμε τους μικροκαλλιεργητές μας από το δημοσιονομικό πλαίσιο, διατηρώντας παράλληλα σταθερούς τους πόρους που θα κατευθυνθούν στους αγρότες μας εντός της επόμενης επταετίας, γεγονός το οποίο οφείλεται στον Πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη.
Στον αντίποδα η Αριστερά απαίτησε ένα αυξημένο ποσοστό της τάξεως του 40% σε ό,τι αφορά τους αγροπεριβαλλοντικούς στόχους, προτείνοντας μάλιστα το αδιανόητο: σε περίπτωση που οι αγρότες μας δεν πιάσουν τον περιβαλλοντικό στόχο, να κόβονται οι ενισχύσεις τους. Αναφορικά με το μέλλον των παραγωγών μας, θεωρώ επιτακτική την ανάγκη να υπάρξει μία σημαντική στροφή στην παραγωγή προϊόντων αυξημένης προστιθέμενης υπεραξίας μέσα από την αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών, προκειμένου εκείνοι να εκμεταλλευθούν στο ακέραιο τις ευκαιρίες που γεννά η «πράσινη γεωργία» την οποία επιδιώκει η Ένωση.
Στα παραπάνω να προσθέσω και την αναγκαιότητα να αυξηθεί το ποσοστό των τυποποιημένων ελληνικών προϊόντων, προκειμένου να βρουν το δρόμο τους για τις μεγάλες αγορές της Ευρώπης και του κόσμου και συγκεκριμένα εκεί που παραδοσιακά ο καταναλωτής δέχεται να πληρώσει κάτι παραπάνω για να ανταμείψει και να απολαύσει ένα ποιοτικότερο προϊόν.
Ερ. Πολλές φορές στο δημόσιο διάλογο επαναλαμβάνετε πως το Υπουργείο έχει ένα ολιστικό σχέδιο για το μέλλον της ελληνικής παραγωγής και δυνητικά του συνόλου του πρωτογενούς τομέα. Στην παρούσα φάση με το βάρος να πέφτει στη στήριξη των πληγέντων από τα περιοριστικά μέτρα αγροτών, έχει περάσει στο παρασκήνιο η οποία ουσιαστική μεταρρύθμιση στον αγροτικό τομέα ή με τη χρηματοδότηση πέραν των ζημιών εξυπηρετούνται και οι αναγκαίες αλλαγές;
Μ.Β: Κύρια μέριμνα μας είναι να αμβλύνουμε τις επιπτώσεις της πανδημίας στην πρωτογενή παραγωγή, χωρίς ωστόσο αυτό να αποτελέσει τροχοπέδη για το μεγαλόπνοο μεταρρυθμιστικό σχέδιο που έχουμε οραματιστεί και θέσει σε εφαρμογή. Παράλληλα λοιπόν με τα μέτρα που λαμβάνουμε για την ενίσχυση των παραγωγών μας, προωθούνται αρκετές υπουργικές αποφάσεις το περιεχόμενο των οποίων ρυθμίζει ζητήματα που αφορούν το σύνολο της αγροτικής παραγωγής και δεν είχαν ρυθμιστεί έως σήμερα.
Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αποτελεί η υπογραφή της Υπουργικής Απόφασης για την έγκριση τύπου των θερμοκηπίων που από το 1992 έως σήμερα λειτουργούσαν με τεχνικές προδιαγραφές που είχε ορίσει η Αγροτική Τράπεζα. Ένα άλλο παράδειγμα αποτελεί η υπογραφή της Κοινής Υπουργικής Απόφασης για τα ιπποειδή σύμφωνα με την οποία καθορίζεται για πρώτη φορά η έκδοση ηλεκτρονικής ταυτότητας για τα συγκεκριμένα ζώα και συγκροτείται ένα ολοκληρωμένο μητρώο καταγραφής τους, ενώ με διάταξη απαγορεύτηκε η σφαγή των ιπποειδών στη χώρα μας.
Επίσης, έχουν πάρει τον δρόμο για υπογραφή διατάξεις που ρυθμίζουν τα ζητήματα της δευτερογενούς νομοθεσίας για τον ουσιαστικό συντονισμό των ελέγχων με βάση τον κανονισμό που πρόσφατα ενσωματώθηκε στο εθνικό δίκαιο 625 του 2019, της Yπουργικής Aπόφασης που έρχεται σε συνέχεια της νομοθετικής πρωτοβουλίας για τη δημιουργία μελισσοκομικού μητρώου και της συνέχισης των δράσεων τις οποίες εκπονεί το Υπουργείο μέσα από την κοινή οργάνωση αγοράς και σχετίζεται με τις επενδύσεις στον οίνο, τις οργανώσεις ελαιοκομικών φορέων αλλά και τις επενδύσεις στην ελαιοκομία. Το πλάνο που έχουμε θέσει για την υλοποίηση ενός ολοκληρωμένου σχεδίου ανασύνταξης του πρωτογενούς μας τομέα προχωράει κανονικά και θέτει στέρεες βάσεις για την ανάταξη της αγροτικής οικονομίας.
Ερ. Με ένα παγκόσμιο καταναλωτικό κοινό που σε μεγάλο βαθμό αλλάζει τις συνήθειες του, κάτι που διεφάνη περαιτέρω εν μέσω πανδημίας, ποιο είναι το συγκριτικό πλεονέκτημα της χώρας μας και πόσα προϊόντα μπορούν να μπουν σε αυτή τη λίστα ως «νεοεισερχόμενα»;
Μ.Β: Σε αυτό ακριβώς το καταναλωτικό κοινό είναι που πρέπει να στοχεύσει η χώρα μας, ένα κοινό που απαιτεί και επιβραβεύει μέσω της αγοραστικής του δύναμης ασφαλή, ποιοτικά, διαφοροποιημένα και υψηλής προστιθέμενης αξίας προϊόντα, που παράγονται με φιλικές προς το περιβάλλον και την ευζωία των ζώων μεθόδους παραγωγής. Κακά τα ψέματα, η χώρα μας λόγω των χαρακτηριστικών του πρωτογενούς της τομέα στερείται ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος τιμής σε σχέση με τρίτες χώρες που επιτυγχάνουν χαμηλότερο κόστος παραγωγής λόγω μεγαλύτερης εκμηχάνισης, χαμηλότερου εργατικού κόστους ή και επίτευξης οικονομιών κλίμακας.
Το συγκριτικό πλεονέκτημα της χώρας μας λοιπόν συνίσταται ακριβώς σε αυτό που η νέα τάση του καταναλωτικού κοινού εκφράζει: Στην παραγωγή και την ανάδειξη προϊόντων ποιοτικών, υψηλής διατροφικής αξίας και διαφοροποίησης, πιστοποιημένων, που διαφημίζουν την πολιτιστική κληρονομιά της χώρας μας και την αξία της Μεσογειακής διατροφής και αναδεικνύουν τοπικές και μοναδικές μεθόδους παραγωγής - αναφέρομαι εδώ στα προϊόντα ΠΟΠ, ΠΓΕ - και ανταποκρίνονται στις ολοένα υψηλότερες απαιτήσεις του καταναλωτικού κοινού διεθνώς. Η στροφή προς την παραγωγή αυτών των προϊόντων σε συνδυασμό με μια στοχευμένη πολιτική προώθησής τους διεθνώς είναι ο τομέας που πρέπει η χώρα να επενδύσει τα επόμενα χρόνια για να βγει κερδισμένη.
Ερ. Η καλλυντική βιολογική βιομηχανία, που σε μεγάλο βαθμό στηρίζεται και στις νέες τεχνολογίες, είναι ένα πεδίο δράσης που μπορεί να ενισχύσει τον πρωτογενή τομέα, ενδεχομένως μπορεί να απορροφήσει νέους αγρότες και στο πρόγραμμα που τρέχει ήδη το υπουργείο, υπάρχει κινητικότητα από νέους τεχνολόγους ή ακόμα και βιολόγους για μια τέτοια στροφή;
Μ.Β: Είναι αλήθεια ότι ένα κομμάτι της αγροτικής παραγωγής μπορεί να τροφοδοτήσει την καλλυντική βιολογική βιομηχανία. Θα προσέθετα και την ιατρική – παραϊατρική βιομηχανία. Η χώρα μας έχει την τύχη να διαθέτει μια τεράστια γκάμα φυτικού και ζωικού κεφαλαίου με ιδιαίτερα και μοναδικά στον κόσμο χαρακτηριστικά υψηλής αξίας τα οποία μετασχηματιζόμενα μπορούν να προσφέρουν υψηλά έσοδα και κέρδη στους παραγωγούς μας.
Χαρακτηριστικά αναφέρω ότι τα τελευταία χρόνια έχει αναπτυχθεί η παραγωγή αρωματικών φυτών όπως πχ η λεβάντα, η ρίγανη, το αρωματικό τριαντάφυλλο, τα οποία αποτελούν πρώτη ύλη για την παραγωγή αιθέριων ελαίων, προϊόντων που παρουσιάζουν υψηλή ζήτηση στην καλλυντική βιομηχανία. Και είναι ιδιαίτερα αισιόδοξη η τάση αυτή και για τους νέους επιστήμονες του τόπου μας αλλά και για την ελληνική οικονομία στο σύνολό της. Το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων βρίσκεται δίπλα σε κάθε προσπάθεια αξιοποίησης του εθνικού αγροτικού μας πλούτου και του παραγωγικού μας δυναμικού.
Ερ. Έχετε δηλώσει πολλές φορές πως η κυβέρνηση και το Υπουργείο δρα στοχευμένα ως προς τη στήριξη των παραγωγών, που έχουν υποστεί συνέπειες, Θεωρείτε πως οι μέχρι τώρα κινήσεις σας για την ενίσχυση των πληττόμενων κλάδων επαρκούν για την κάλυψη των πληγέντων αγροτών; Η αξιωματική αντιπολίτευση γιατί επιμένει να λέει ότι τα χρήματα αυτά δεν επαρκούν;
Μ.Β: Από την πρώτη στιγμή που διαφάνηκαν οι επιπτώσεις στον πρωτογενή τομέα το Υπουργείο μας κατάρτισε ένα ολοκληρωμένο πλάνο για την αντιμετώπισή τους, διασφαλίζοντας ένα αρχικό ποσό της τάξεως των 150 εκατομμυρίων ευρώ από τον κρατικό προϋπολογισμό έπειτα από παρέμβαση του Πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη. Από την πλευρά μας δεν επαναπαυθήκαμε εκεί αλλά εκμεταλλευτήκαμε στο έπακρο την ευελιξία που μας επέτρεψε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την αξιοποίηση σημαντικών χρηματοδοτικών εργαλείων που είχαμε στη διάθεσή μας όπως το Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης και το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Αλιείας και Θάλασσας, δημιουργώντας έναν κορβανά που υπερβαίνει τα 350 εκατομμύρια ευρώ.
Στους εννέα αυτούς μήνες που η χώρα μας αντιμετωπίζει την υγειονομική κρίση δεν έχουμε αφήσει ούτε έναν κλάδο που υπέστη ζημία χωρίς να τον ενισχύσουμε. Ουσιαστικά κλείσαμε τα αυτιά μας στις λαϊκιστικές κορώνες που προήλθαν κυρίως από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ οι οποίες μας καλούσαν να ενισχύσουμε οριζόντια όλους τους κλάδους, ακόμα και εκείνους που όχι μόνο επλήγησαν, αλλά επωφελήθηκαν από την κατάσταση και ενισχύσαμε δίκαια εκείνους που είχαν πραγματικά ανάγκη, επιλογή για την οποία και δικαιωθήκαμε εν τέλει. Επιπροσθέτως, σε ό,τι αφορά τα ποσά που δόθηκαν, η αντιπολιτευτική γραμμή του ΣΥΡΙΖΑ διαμορφώθηκε γύρω από μία τακτική «επί δύο». Εξασφαλίσαμε αρχικά 150 εκατομμύρια ευρώ, δήλωσαν ότι δεν ήταν αρκετά και ζήτησαν 300.
Συγκεντρώσαμε και διαθέτουμε πάνω από 350 εκατομμύρια ευρώ και ζήτησαν τα ποσά ενίσχυσης να γίνουν 700 εκατομμύρια. Αντιλαμβάνεται κανείς ότι σοβαρή αντιπολίτευση με γραμμή «επί δύο» δεν μπορεί να γίνει. Το Υπουργείο μας θα συνεχίσει να ενισχύει στοχευμένα και με ορθολογικό τρόπο όλους εκείνους τους παραγωγούς που έχουν πληγεί και να παρακολουθεί την πορεία της αγοράς σε σχέση με την εξέλιξη της πανδημίας προκειμένου να παρεμβαίνει καίρια όπου εμφανίζεται οποιαδήποτε διαταραχή. Συνεχίζουμε να εργαζόμαστε απερίσπαστοι σε παράλογες αντιπολιτευτικές φωνές και παραμένουμε προσηλωμένοι στον στόχο μας που δεν είναι άλλος από την ενίσχυση των πληγέντων αγροτών με σκοπό την απρόσκοπτη συνέχιση της πολύτιμης παραγωγικής διαδικασίας.
Ακολουθήστε το Agrocapital.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τις ειδήσεις