Άρθρο του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, κ. Αθανάσιου Τσαυτάρη,στην εφημερίδα «Το Βήμα της Κυριακής»
«Αρκετοί βιάστηκαν να προβλέψουν ότι ένεκα της οικονομικής κρίσης και των πραγματικών δυσκολιών που βιώνει η γεωργία του τόπου μας, οι γεωργοί εγκαταλείπουν τα χωράφια τους γιατί αδυνατούν πλέον να τα καλλιεργήσουν. Ευτυχώς όμως οι αγρότες μας, μεταξύ των οποίων και οι βαμβακοπαραγωγοί, με το μεράκι και τον ιδρώτα τους για άλλη μια φορά τους διέψευσαν. Τα στοιχεία αποδεικνύουν ότι η φετινή ήταν μια από τις καλύτερες χρονιές για τους Έλληνες βαμβακοπαραγωγούς. Από τα 2,5 εκ. στρέμματα βάμβακος που καλλιεργήθηκαν παρήχθησαν περίπου 800.000 τόνοι εξαιρετικής ποιότητας βάμβακος.
Η καλλιεργητική παράδοση και εμπειρία των βαμβακοκαλλιεργητών, η χρήση των πιο σύγχρονων μέσων και καλλιεργητικών τεχνικών, οι ευνοϊκές συνθήκες που επικράτησαν κατά την καλλιέργεια, αλλά και τη συγκομιδή και η απουσία προσβολών (π.χ. πράσινο σκουλήκι), στη διάρκεια της φετινής χρονιάς βοήθησαν όχι μόνο την παραγωγή εξαιρετικής ποιότητας βάμβακος, αλλά και διαμόρφωσαν τις αποδόσεις σε υψηλά επίπεδα. Ο μέσος όρος των αποδόσεων ήταν 322 κιλά, ένας εκ των υψηλότερων της τελευταίας δεκαετίας.
Οι συνολικές πληρωμές για τους 48.000 βαμβακοπαραγωγούς ανήλθαν για το 2013 στα 900 εκατ. ευρώ (εμπορική αξία: 400 εκατ. ευρώ, ενιαία ενίσχυση: 240 εκατ. ευρώ, συνδεδεμένη ενίσχυση: 200 εκατ. ευρώ, επιστροφές του ειδικού φόρου κατανάλωσης πετρελαίου και ΦΠΑ: 60 εκατ. ευρώ).
Η εξέλιξη αυτή έχει θετικές επιπτώσεις στο εισόδημα των παραγωγών, στη μεταποιητική βιομηχανία και τις εξαγωγές, ενώ δεν πρέπει να παραγνωρίζεται η αξία των υποπροϊόντων της εκκόκκισης, όπως η βαμβακόπιτα που αποτελεί εξαιρετικά πλούσια ζωοτροφή και το βαμβακέλαιο με ευρεία χρήση στη μεταποιητική βιοτεχνία και βιομηχανία.
Το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων με όλα τα μέσα που διαθέτει στήριξε και θα στηρίξει το βαμβάκι. Η περίοδος αυτή που ολοκληρώνεται η τρέχουσα Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) και σχεδιάζεται η νέα ΚΑΠ είναι η πιο κατάλληλη για τους σχεδιασμούς αυτούς που για το βαμβάκι περιλαμβάνουν, μεταξύ των άλλων, προτεραιότητες όπως:
· Η συνεχής βελτίωση της απόδοσης, αλλά και της ποιότητας των καλλιεργούμενων ποικιλιών βάμβακος, αξιοποιώντας το πλήρως αναγνωσμένο και χαρτογραφημένο γονιδίωμά του και την ύπαρξη καλών μοριακών δεικτών.
· Η ενίσχυση της εγχώριας σποροπαραγωγής για τη μείωση του κόστους των σπόρων.
· Το «πρασίνισμα» και η υποστήριξη της αειφορίας με βελτιώσεις στις καλλιεργητικές τεχνικές μέσα από την ολοκληρωμένη καλλιέργεια του βαμβακιού για την εξοικονόμηση του νερού και τη μείωση των εισροών, όσο και με την εφαρμογή της αμειψισποράς, ιδιαίτερα με ψυχανθή, ώστε με βάση τη νέα ΚΑΠ να ικανοποιούνται πλήρως οι απαιτήσεις του «πρασινίσματος» και να μειωθούν τα προβλήματα νιτρορύπανσης που εμφανίζονται σε παραδοσιακές περιοχές καλλιέργειας.
· Η αντιμετώπιση των συνεπειών των επερχόμενων κλιματικών αλλαγών και στην καλλιέργεια του βαμβακιού, όπως π.χ. προσβολές από εντομολογικούς εχθρούς (πράσινο σκουλήκι κ.α.) και άλλες ασθένειες.
· Η εφαρμογή συμβολαίων καλλιέργειας και η ενδυνάμωση των σχέσεων μεταξύ των ενδιαφερομένων του κλάδου.
· Η βελτίωση της ποιότητας των υποπροϊόντων της εκκόκκισης του βάμβακος, όπως η βαμβακόπιτα, ως εξαιρετικά πλούσια ζωοτροφή (μείωση ποσότητας σε γκοσσυπόλη κ.ά).
· Η καθιέρωση ενός σήματος ποιότητας για το «ελληνικό βαμβάκι» και η ταξινόμησή του σε ποιότητες, κάτι που θα αποφασίσει η ηγεσία της Διεθνούς Συμβουλευτικής Επιτροπής Βάμβακος (ICAC) στην Ετήσια Συνέλευσή της που θα γίνει στη Θεσσαλονίκη, έπειτα από πρωτοβουλία του υπουργείου, από 2 έως 7 Νοεμβρίου του 2014 με πάνω από 500 συμμετέχοντες από 45 χώρες και 10 διεθνείς οργανισμούς.
Το βαμβάκι αποτελεί διαχρονικά έναν από τους σημαντικούς «καρπούς» της ελληνικής γης, το λευκό της «χρυσό» που μπορεί να υπηρετήσει το τρίπτυχο ποιότητα – αειφορία - εξωστρέφεια.»